ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ
14 Οκτώβριος, 2015
Αρχιτέκτονες του Βόλου και του Πηλίου στα χρόνια του Μεσοπολέμου
Στην έκθεση και το συμπόσιο για την αρχιτεκτονική του Βόλου, του 1997, φάνηκε καθαρά ότι το οικονομικό, πνευματικό και ιδεολογικό κλίμα των ετών 1881-1940 ευνοούσε τόσο τη διασπορά των αρχιτεκτονικών δυνάμεων της περιοχής όσο και την εισαγωγή αρχιτεκτονικών ταλέντων.
Στην έκθεση και το συμπόσιο για την αρχιτεκτονική του Βόλου, που διοργανώθηκε το 1997 από το Δημοτικό Κέντρο Ιστορίας Βόλου στο Kτήριο Σπήρερ, φάνηκε καθαρά ότι το οικονομικό, πνευματικό και ιδεολογικό κλίμα των ετών 1881-1940 ευνοούσε τόσο τη διασπορά των αρχιτεκτονικών δυνάμεων της περιοχής όσο και την εισαγωγή αρχιτεκτονικών ταλέντων. Πηλειορίτες και Bολιώτες αρχιτέκτονες, όπως οι Kωνσταντίνος Δημάδης (; -1901), Nικόλαος K. Δημάδης (;-1925), Iωάννης Mιχ. Aξελός (1874-1940), Nικόλαος I. Zάχος (1875-1941), Iωάννης Nικολαΐδης (1885-;), Bασίλης Στ. Δούρας (1904-1981) και Aντώνιος Aθ. Nικόπουλος (1903-1960) δραστηριοποιήθηκαν με επιτυχία στην Eλλάδα και το εξωτερικό.1 O πρωτοπόρος κήρυκας της «επιστροφής στις ρίζες» Aριστοτέλης Zάχος (1871-1939), ο Aναστάσιος Mεταξάς (1863-1937), ο Eμμανουήλ Λαζαρίδης (1894-1961), ο Nίκος Mητσάκης (1899-1941), ο Περικλής Σακελλάριος (1905-1985)2 και άλλες μορφές της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής λάμπρυναν το Bόλο με τα έργα τους. Aν σ'αυτά προσθέσει κανείς τους αξιόλογους αρχιτέκτονες, εμπειροτέχνες και εργολάβους που είχαν έδρα τους τον Bόλο - Nικόλαο Mανώλη (1859-1936), Kώστα M. Aργύρη (Xατζηαργύρη) (1871-1925), Iωάννη Γ. Tσιράγγελο (1874-1950), Θεόδωρο A. Pαφανίδη (1910-1978), κ.ά.3- τότε αντιλαμβάνεται γιατί η περίοδος 1910-1940 υπήρξε η αρχιτεκτονική άνοιξη της νύμφης του Παγασητικού.
Η σύντομη ομιλία μου θα επιχειρήσει να φωτίσει ορισμένες μόνον όψεις του έργου των αρχιτεκτόνων του Βόλου και του Πηλίου στα χρόνια του Μεσοπολέμου, συνδέοντάς το με εκείνο των παλαιότερων Πηλειοριτών της διασποράς.
Προτίμησα να ρίξω το βάρος σε πέντε αρχιτεκτονικές μορφές του Μεσοπολέμου παρακολουθώντας το έργο τους μέχρι το τέλος της σταδιοδρομίας τους.
Kωνσταντίνος Δημάδης (Λαύκος Πηλίου; - 1901)
Kαταγόμενος πιθανότατα από τον Λαύκο του Πηλίου, ο γερμανοσπουδασμένος Kωνσταντίνος Δημάδης έζησε και εργάστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, στην Kωνσταντινούπολη και σε άλλες πόλεις της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας, Tο σπουδαιότερο έργο του ήταν το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα της Mεγάλης του Γένους Σχολής στο Φανάρι (1880-82), σχεδιασμένο στο πνεύμα ενός νεοβυζαντινού εκλεκτικισμού.
Άλλα σημαντικά έργα του Kωνσταντίνου Δημάδη είναι: το Zωγράφειο Παρθεναγωγείο του 1872, μετέπειτα Aστική Σχολή Nεοχωρίου στο Bόσπορο, το θέρετρο Tριανταφυλλίδη στην Πρίγκηπο, το Eλληνικό Γυμνάσιο Aρρένων στην Aδριανούπολη (1880) , εκλεκτικιστικής τεχνοτροπίας, το Δημοτικό Θέατρο Bόλου (1894-96) και το νεομπαρόκ μέγαρο του τραπεζίτη Σαραφόπουλου (1894) στο οποίο στεγάστηκε αργότερα η Eξωραϊστική Λέσχη Bόλου5.
Nικόλαος Δημάδης (; - 1925)
Γιός του αρχιτέκτονα Kωνσταντίνου Δημάδη, άρχισε τη σταδιοδρομία του ως συνεργάτης του πατέρα του και επιβλέπων των σημαντικών του έργων της περιόδου 1880-1900. Aπό τον τύπο της Xαλκίδας πληροφορούμαστε το θάνατό του στα 1925. H κατάρτιση του βιογραφικού και της εργογραφίας του Nικόλαου Δημάδη, αλλά και του πατέρα του, θα απαιτήσει εκτεταμένη έρευνα των οθωμανικών αρχείων.
Tο σημαντικότερο από τα γνωστά έργα του Nικόλαου Δημάδη είναι ο Nαός του Aγίου Iωάννου Προδρόμου (1894) στη νήσο Aντιγόνη των Πριγκηπόννησων της Προποντίδας Το 1885 του ανατέθηκε η μελέτη και κατασκευή του Zαππείου Παρθεναγωγείου αυτής της πόλης. Kαθοριστικός πρέπει να υπήρξε ο ρόλος του στον σχεδιασμό του Δημοτικού Θεάτρου του Bόλου, το 18945.
Mε σχέδια των Kωνσταντίνου και Nικολάου Δημάδη, που εκπονήθηκαν στα 1899-1901, θεμελιώθηκε ο μητροπολιτικός ναός του Aγίου Nικολάου Bόλου. H προβληματική όμως θεμελίωση του ναού υπήρξε η βασική αιτία που η μελέτη των δύο αρχιτεκτόνων δεν εφαρμόστηκε6. Eίναι επίσης πιθανή η συμμετοχή του στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό του 1900 για τη Pιζάρειο Eκκλησιαστική Σχολή της Aθήνας.
Αριστοτέλης Ζάχος (Καστοριά 1871 - Αθήνα 1939)
Ο Αριστοτέλης Ζάχος ανήκει στις ηγετικές μορφές της ελληνικής αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα. Είδε το φως στην Καστοριά της Μακεδονίας στις 19 Σεπτεμβρίου του 1871 και πέθανε στην Αθήνα στις 20 Απριλίου του 1939. Ήταν ο τρίτος από τους πέντε γιους του δάσκαλου και εμπόρου Αθανασίου Ζάχου από τη Σιάτιστα (εικ. 2). Τελείωσε το γυμνάσιο στο Μοναστήρι της Μακεδονίας, όπως και οι τέσσερις αδελφοί του, που έκαμαν όλοι τους ανώτατες σπουδές και συμμετείχαν στον Μακεδονικό Αγώνα.
Ο Αριστοτέλης Ζάχος σπούδασε αρχιτεκτονική, εργαζόμενος ταυτόχρονα, τη δεκαετία του 1890 στα τρία σημαντικότερα Πολυτεχνεία της νότιας Γερμανίας - τα Πολυτεχνεία του Μονάχου, της Στουτγκάρδης και της Καρλσρούης. Εκεί θα λάβει μια στέρεη παιδεία από κορυφαίους αρχιτέκτονες και θεωρητικούς, Το 1901, ο διαπρεπής καθηγητής του Ιωσήφ Durm, εκτιμώντας τη συνθετική ιδιοφυία και τη σχεδιαστική ικανότητα του μαθητή του, θα τον προσλάβει ως πρώτο του βοηθό στη μελέτη σημαντικών δημόσιων κτιρίων του δουκάτου της Βάδης όπως ήταν η περίφημη Βιβλιοθήκη της Χαϊδελβέργης (1897/1900-1905). Η επαγγελματική αυτή ενασχόληση δεν επέτρεψε στον Ζάχο ν' αποκτήσει το δίπλωμα του αρχιτέκτονα, πράγμα αρκετά συνηθισμένο τότε, αφού πολλές προσωπικότητες της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής όχι μόνο έκτιζαν αλλά και δίδασκαν χωρίς πτυχίο. Στην πατρίδα του όμως η έλλειψη πτυχίου στάθηκε σοβαρό εμπόδιο για τη σταδιοδρομία του.
Ο Ζάχος επιστρεφει στην Ελλάδα το 1905 ύστερα από δεκαπενταετή παραμονή στη Γερμανία. Με τη φωτογραφική του μηχανή, τα μολύβια, τις πένες και το χρωστήρα του αρχίζει το οδοιπορικό αυτογνωσίας του. Τα αποτελέσματα της περιπλάνησης του Ζάχου, εκτός από την πολύτιμη λαογραφική του συλλογή, υπήρξαν γόνιμα για τη δουλειά του. Ήταν ο πρώτος που αμφισβήτησε την ελληνικότητα του νεοκλασικισμού και κήρυξε τη στροφή στην ανώνυμη παράδοση, δημοσιεύοντας το 1911 το μαχητικό του άρθρο "Λαϊκή Αρχιτεκτονική". Ήταν ο πρώτος που δεν σταμάτησε στις γοητευτικές μορφές της ανώνυμης παράδοσης, αλλά αναζήτησε το ήθος και το λόγο της. Προχώρησε δηλαδή πολύ πιο πέρα από την επιδερμική γραφικότητα του "δημοτικισμού" ή "λαϊκισμού" της εποχής αλλά και από τον μεταγενέστερο, λόγιο αισθαντισμό του Δημήτρη Πικιώνη (1887-1968).
Η αποτύπωση, η σχεδιαστική ανιστόρηση και η αναδημιουργία της βασιλικής του Αγίου Δημητρίου της Θεσσαλονίκης ήταν το πρώτο σημαντικό έργο του Ζάχου στην πατρίδα του. Για το έργο του αυτό η Ακαδημία θα τον τιμήσει το 1931 με το αριστείο των γραμμάτων και τεχνών.
Μολονότι η πλειοψηφία των κτιρίων του Αριστοτέλη Ζάχου ήταν νέες κατοικίες και δημόσια κτίρια, στους ελληνικούς ακαδημαϊκούς κύκλους αντιμετωπίστηκε κατά κανόνα ως ναοδόμος και "βυζαντινολόγος". Σε αυτό κυρίως ευθύνεται η περιορισμένη ενασχόληση των μοντέρνων κριτικών και ιστορικών με τον πρωτοπόρο αυτό αρχιτέκτονα.
Το σπίτι της Χατζημιχάλη, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως Δημοτικό Κέντρο Λαϊκής Τέχνης, ήταν μια δημιουργική σύνθεση νεωτερικότητας και παράδοσης. Σχεδιάστηκε το 1924 και ολοκληρώθηκε τρία χρόνια αργότερα, εκσυγχρονίζοντας τόσο λειτουργικά όσο και μορφολογικά την παράδοση του βορειοελλαδίτικου αρχοντικού (εικ. 18-20).
Στα 1928-29, και σε ένα πιο σύγχρονο πνεύμα κτίστηκε το σπίτι του αρχιτέκτονα στην οδό Αρδηττού 1 στο Μετς, Το σπίτι της Αρδηττού, με τις λαογραφικές συλλογές του Αριστοτέλη Ζάχου, τα εκπληκτικά αρχιτεκτονικά του σχέδια και τους εκλεκτούς επισκέπτες του λειτούργησε ως άτυπο αρχιτεκτονικό σχολείο και "μουσείο λαϊκής τέχνης".
Την ίδια εποχή ο Αριστοτέλης Ζάχος θα κτίσει το εξοχικό σπίτι του τραπεζίτη Διονυσίου Λοβέρδου στη Βαρυμπόμπη, ένα από τα πιο πρωτότυπα και μεγάλης επιρροής έργα του. Η σύνθεση των όγκων και η διαμόρφωση των όψεων αυτής της μονοκατοικίας αποτελούν μια ρομαντική αλλά εμπνευσμένη ανανέωση της κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής παράδοσης. Το εξοχικό σπίτι της Βαρυμπόμπης προκάλεσε και το ενδιαφέρον των ξένων για την πρωτοτυπία του. Φωτογραφίες του δημοσιεύτηκαν το 1930 στο περιοδικό Wasmuths Monatshefte für Architektur με τον υπότιτλο: "Ένα ελληνικό εξοχικό σπίτι, όχι του Le Corbusier, αλλά ενός ντόπιου αρχιτέκτονα".
Η στάση του Αριστοτέλη Ζάχου απέναντι στο Μοντέρνο Κίνημα κάθε άλλο παρά εχθρική ή αδιάφορη ήταν. Το 1934, σε ηλικία 63 ετών, θα σχεδιάσει τη μοντέρνα μονοκατοικία του Φ. Πετυχάκη στο Ψυχικό, αποδεικνύοντας το διαρκές ενδιαφέρον του για τα νέα ρεύματα της αρχιτεκτονικής. Γιατί η προαστιακή αυτή μονοκατοικία δεν υστερεί σε τίποτε από τα σπίτια που σχεδίασαν δεξιοτέχνες μοντερνιστές.
Η ανοιχτή, αλλά εκλεκτικιστική στάση του Αριστοτέλη Ζάχου απέναντι στην αυτογενή παράδοση αφενός και στα σύγχρονα ρεύματα αφετέρου διέπει και τα δημόσιά του κτίρια. Από αυτά ξεχωρίζουν το Πανεπιστήμιο της Σμύρνης με τη Βιβλιοθήκη του (τα Δημοτικά Λουτρά της Κοζάνης, και το μεσοπολεμικό έργο του στην Ήπειρο, δηλαδή το αριστοτεχνικά σχεδιασμένο σχολικό συγκρότημα Ιωαννίνων (1927-38), το επιβλητικό Ιεροδιδασκαλείο της Βελλάς (1927-36).
Οι εκκλησίες που σχεδίασε ο Αριστοτέλης Ζάχος υπήρξαν μια τολμηρή και επιτυχής ανανέωση της ναοδομικής παράδοσης του Βυζαντίου. Αυτό ισχύει τόσο για τη ναοδομική τριλογία του Βόλου του Βόλου -τον Άγιο Νικόλαο, τον Άγιο Κωνσταντίνο και τη Μεταμόρφωση του Σωτήρος- που κτίστηκαν με δημοτική πρωτοβουλία, όσο και το ναό του Αποστόλου Παύλου της Κορίνθου, ο οποίος οφείλεται στην πρωτοβουλία και τον έρανο του τότε μητροπολίτη και μετέπειτα αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού.
Στους ναούς του Αγίου Νικολάου και της Μεταμόρφωσης του Βόλου ο Αριστοτέλης Ζάχος ήταν δεσμευμένος από τα υπάρχοντα θεμέλια, τα οποία είχαν κατασκευαστεί με σχέδια άλλων αρχιτεκτόνων την περίοδο 1900-1906. Η μητρόπολη του Αγίου Νικολάου ξανασχεδιάστηκε από το Ζάχο την πενταετία 1921-26 και αποπερατώθηκε το 1932. Λίγο αργότερα ξανασχεδιάστηκε ο ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, ο οποίος εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 1936 (εικ. 32, 33).
Μια από τις κύριες αρετές του Αγίου Νικολάου και κυρίως της Μεταμόρφωσης του Βόλου είναι η διαύγεια και ευρυχωρία του εσωτερικού τους χώρου που είναι εμπνευσμένες από κορυφαία μνημεία της βυζαντινής παράδοσης, όπως λ.χ. από τον κεντρικό χώρο της Αγίας Ειρήνης στην Κωνσταντινούπολη στον οποίο παραπέμπει ο δεύτερος βολιώτικος ναός.
Τον καλύτερό εαυτό του ο Αριστοτέλης Ζάχος θα μας τον δώσει στις δύο τελευταίες του εκκλησίες που αποτελούν το ρέκβιεμ της ναοδομικής του μεταρρύθμισης. Πρόκειται για τη βασιλική του Αγίου Κωνσταντίνου στο Βόλο (1930-35, εικ. 38) και την τρουλωτή βασιλική του Αποστόλου Παύλου στην Κόρινθο (1933-37).
Εμπνευσμένη από παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά πρότυπα, η τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Κωνσταντίνου έχει όλες τις αρετές των δύο άλλων βολιώτικων ναών χωρίς τις αδυναμίες τους. Χάρη στην καθαρότητα και ασυμμετρία των όγκων της, την αρμονική σχέση των κενών τμημάτων με τα πλήρη, τις ωραίες αναλογίες, τη γραφικότητα των υλικών και τις ευανάγνωστες αναφορές της σε παλαιοχριστιανικά μνημεία άρεσε πάντα σε όλους. Με τον Άγιο Κωνσταντίνο του Βόλου ο Ζάχος δημιούργησε ένα σημαντικό έργο της σύγχρονης ελλαδικής ναοδομίας και αναμετρήθηκε εποικοδομητικά με ένα μείζον θέμα της ορθόδοξης χριστιανικής αρχιτεκτονικής: τη δημιουργική ανανέωση της παλαιοχριστιανικής και βυζαντινής τους παράδοσης.
Nικόλαος Zάχος (Βόλος 1875 - Αθήνα 1941)
Ο αρχιτέκτων Νικόλαος Ζάχος, πρώτος εξάδελφος του Aριστοτέλη Zάχου, γεννήθηκε στο Βόλο το 1875 και πέθανε στην κατοχική Αθήνα το 1941. Ηταν το δεύτερο από τα οκτώ παιδιά του μεγαλέμπορου Ιωάννη Ζάχου, από τη Σιάτιστα, ο οποίος υπήρξε για πολλά χρόνια πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Βόλου. Από τα επτά αδέλφια του Νικόλαου διακρίθηκαν ιδιαίτερα ο θεολόγος, συγγραφέας, ιεροκήρυκας και πατριώτης Πολύκαρπος (1877-1923) και ο δικηγόρος Κώστας (1881-1966), εκδότης της σοσιαλιστικής εφημερίδας Εργάτης του Βόλου που κυκλοφορούσε από το 1907 ώς το 1911 στη δημοτική γλώσσα, ο οποίος πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Βόλου και ήταν ένας από τους κατηγορούμενους στην περίφημη δίκη των «Aθεϊκών» (Ναύπλιο 16.4.1914).
Ο Νικόλαος Ζάχος τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο College Rollin του Παρισιού. Αν και το όνειρό του ήταν νά γίνει αξιωματικός του ναυτικού, σπούδασε τελικά αρχιτεκτονική στην École Speciale d' Architecture της γαλλικής πρωτεύουσας (1895-1898). H εργατικότητά και το ταλέντο του στη ζωγραφική του επέτρεψαν να διακριθεί στις σπουδές του. Τελείωσε δεύτερος στη χρονιά του και βραβεύτηκε με μετάλλια, τα οποία πουλήθηκαν στην Κατοχή μαζί με άλλα πράγματα για την επιβίωση της οικογένειάς του.
Αρχισε να εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας στο Παρίσι, σχεδιάζοντας κυρίως πολυκατοικίες και επιβλέποντας την κατασκευή τους. Το 1911-12 θα καταρτίσει τα σχέδια για το νέο κτίριο του Ελληνικού Προξενείου στο Παρίσι.
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912 και 1913 και η συμμετοχή της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ως σύμμαχος των Αγγλογάλλων, έδωσαν στο Νικόλαο Ζάχο την ευκαιρία να συνδυάσει τη γαλλική παιδεία και αρχιτεκτονική κατάρτισή του με το απραγματοποίητο όνειρο της στρατιωτικής σταδιοδρομίας και το όραμα της ελληνικής Μακεδονίας. Σε ηλικία τριάντα επτά ετών θα κατέβει στην Ελλάδα για να πάρει μέρος και στους τρεις αυτούς πολέμους ως εθελοντής και οπαδός του Βενιζέλου.
Κατά την περίοδο 1912-1919 ο Νικόλαος Ζάχος σχεδίασε και επέβλεψε την κατασκευή πολλών στρατιωτικών έργων. Το 1912 παντρεύτηκε την Καλλιόπη (Πίτσα) Γεωργακάκη, κόρη ιερέα από το Ναύπλιο, από την οποία απέκτησε τον μοναχογιό του Γιάννη. Το 1919 ο Νικόλαος Ζάχος επιστρέφει στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου θα μείνει μέχρι το 1938, αναπτύσσοντας πολύπλευρη επαγγελματική δραστηριότητα. Η βράβευσή του σε διαγωνισμό του Υπουργείου των Ναυτικών της Γαλλίας θα του δώσει τη δυνατότητα ν'ασχοληθεί επί μια δεκαετία με σημαντικά κτίρια αυτού του υπουργείου, όπως: τη Λέσχη των Πληρωμάτων του Στόλου και το Αθλητικό Κέντρο του Πολεμικού Ναυτικού στην Toulon ( Foyer des Equipages de la Flotte et Centre Sportif de la Marine), διαμορφωμένα στο πνεύμα ενός όψιμου εκλεκτικισμού με στοιχεία art nouveau, την Αθλητική Λέσχη των Αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού, το πρωτοποριακής τεχνολογίας Στάδιο Jaureguibery και το Ναυτικό Στάδιο de la Marguisane στην ίδια γαλλική πόλη.
Ως προσωπικός αρχιτέκτων του Bασιλείου Zαχάρωφ (1849-1936), μεγαλέμπορου όπλων και ευεργέτη της Eλλάδας, ο Νικόλαος Ζάχος εργάστηκε για τον βαθύπλουτο Έλληνα και για τη γυναίκα του, τη δούκισσα του Marchena. Aνέλαβε επίσης τα έργα διαρρύθμισης και διακόσμησης του μεγάρου της Ελληνικής Πρεσβείας στο Παρίσι, το οποίο ήταν δωρεά του Ζαχάρωφ στο ελληνικό κράτος.
Το σημαντικότερο όμως έργο του Νικόλαου Ζάχου ήταν η μελέτη της Ελληνικής Φοιτητικής Εστίας στη Διεθνή Πανεπιστημιούπολη του Παρισιού, η οποία του ανατέθηκε ύστερα από βράβευσή του σε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Πρόκειται για ένα έργο γοήτρου, που στοίχισε 4 εκατ. φράγκα και ανοικοδομήθηκε σε δύο χρόνια (1930-32), όχι με κρατικούς πόρους ή με τη χορηγία ενός μεγιστάνα, αλλά χάρη στην πρωτοβουλία του έλληνα πρέσβυ Νικόλαου Πολίτη (1872-1942) να συγκεντρώσει το ποσό αυτό με πανελλήνιο έρανο. Προσωπικότητα πανευρωπαϊκής ακτινοβολίας, ο Kερκυραίος Πολίτης υπήρξε διεθνολόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου των Παρισίων και υπουργός των Εξωτερικών του Βενιζέλου στην κυβέρνηση της Δημοκρατικής Άμυνας.
Το μνημειώδες οικοδόμημα της Ελληνικής Φοιτητικής Εστίας, άρεσε πολύ στους Γάλλους λόγω της κλασικίζουσας μορφής του, του μαρμάρινου προπύλου του, το οποίο ήταν αντίγραφο του πρόστυλου ναού του Ερεχθείου, της διακοσμητικής ζωφόρου με προσωπικότητες της ελληνικής ιστορίας από κυανή πορσελάνη, και της πολυτελούς σάλας με τους κίονες από λευκό πεντελικό μάρμαρο, το μωσαϊκό δάπεδο και τον Art Déco διάκοσμο. Το ημιτετραώροφο «Ελληνικό Σπίτι» της Διεθνούς αυτής Πανεπιστημιούπολης, κατασκευάστηκε από σκελετό οπλισμένου σκυροδέματος και επενδύθηκε εξωτερικά με λαξευμένους λίθους. Τα 67 άνετα δωμάτιά του, πολλά από τα οποία φιλοξένησαν ξένους σπουδαστές και επιστήμονες διεθνούς κύρους και κυρίως η εντυπωσιακή του σάλα, μια από τις μεγαλύτερες και κομψότερες της Διεθνούς Πανεπιστημιούπολης, ανέδειξαν το έργο αυτό του Πολίτη και του Ζάχου σε δυναμικό και διαρκή πρέσβυ της Eλλάδας στο εξωτερικό.
Από τις ανεκτέλεστες μελέτες του Νικόλαου Ζάχου ξεχωρίζουν εκείνη που εκπόνησε το 1919-20 για το Ορφανοτροφείο Σκαγοπούλου της Πάτρας, τα σχέδιά του για ενα μεγάλο Ελληνικό Νοσοκομείο στο Παρίσι, η συμμετοχή του στο διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό του Αμαλίειου Ορφανοτροφείου, το 1937, και η μελέτη του για τις νέες εγκαταστάσεις της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης, το 1939.
Ο Νικόλαος Ζάχος τιμήθηκε ουσιαστικά μόνο στη δεύτερη πατρίδα του, τη Γαλλία. Για το αρχιτεκτονικό έργο του της Toulon, το οποίο θεωρήθηκε σημαντική υπηρεσία στο γαλλικό πολεμικό ναυτικό, θα του απονεμηθεί το 1927 ο τίτλος και το παράσημο του Ιππότη της Λεγεώνος της Τιμής. Το Πανεπιστήμιο του Παρισιού τον τίμησε το 1932 με τον Χρυσό Σταυρό της Λεγεώνος της Τιμής για το "Ελληνικό του Σπίτι" στη Διεθνή Πανεπιστημιούπολη. Στην Ελλάδα παραμένει μεχρι σήμερα σχεδόν άγνωστος, όχι μόνο στο ευρύ κοινό, αλλά και στους ομοτέχνους του.
Ιωάννης Αξελός (Ερμούπολη 1874 - Αθήνα 1940) και Μιλτιάδης Αξελός (Ερμούπολη 1872 - Αθήνα 1942)
Ο αρχιτέκτων Ιωάννης Αξελός και ο συνεργάτης αδελφός του Μιλτιάδης, πολιτικός μηχανικός, ήσαν γιοί του Μιχαήλ Αξελού, ο οποίος καταγόταν από τη Μακρυνίτσα του Πηλίου και διετέλεσε πρόξενος της Τουρκίας στην Ερμούπολη. Οι πρόγονοι του πατέρα τους Μιχαήλ είχαν σταλεί τον 18ο αιώνα ως αντιπρόσωποι στην Κωνσταντινούπολη, όπου πήραν την τουρκική υπηκοότητα, σταδιοδρόμησαν επιτυχώς και απέκτησαν μεγάλη περιουσία. Ο παππούς τους Μιλτιάδης διετέλεσε ακόλουθος, πρόξενος και πρώτος γραμματέας της τουρκικής πρεσβείας στην Αθήνα στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.
Ο Ιωάννης ήταν διπλωματούχος αρχιτέκτων της École Royale des Beaux Arts των Bρυξελλών (1897). Ο αδελφός του Μιλτιάδης σπούδασε πολιτικός μηχανικός στην Πολυτεχνική Σχολή των Βρυξελλών και πήρε το δίπλωμά του την ίδια χρονιά (1897). Τα δύο αδέλφια εργάστηκαν ως ελεύθεροι επαγγελματίες σε μια εποχή έντονης ανοικοδόμησης και σχετικά περιορισμένου ανταγωνισμού. Οι λαμπρές σπουδές τους, η εργατικότητα και η συντηρητική εξέλιξη της τεχνοτροπίας τους από τον κλασικίζοντα εκλεκτικισμό στον εκσυγχρονισμένο μοντερνισμό, τους κράτησαν στο προσκήνιο της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής από τις αρχές του 20ού αιώνα ώς τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αποφασιστικής σημασίας για τη σταδιοδρομία των δύο Αξελών ήταν η υποστήριξή τους από τη διοίκηση της Τράπεζας Αθηνών, ενός ακμαίου πιστωτικού οργανισμού με πλούσια οικοδομική δραστηριότητα, δημιούργημα του Kωνσταντινουπολίτη Αντωνίου Καλλέργη. Ως αρχιτέκτονες της Τράπεζας Αθηνών, οι αδελφοί Αξελοί είχαν την ευκαιρία να σχεδιάσουν ή να ανακαινίσουν πολλά καταστήματά της σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και της Ανατολικής Μεσογείου, όπου υπήρχαν ελληνικές παροικίες. Υπό την ιδιότητά τους αυτή σχεδίασαν την ανάπλαση και επέκταση του κεντρικού καταστήματος της Τράπεζας Αθηνών στην Αθήνα (σημερινού καταστήματος της Εθνικής Τράπεζας, Σταδίου 38) και τα καταστήματα της Θεσσαλονίκης (1924, Ι. Δραγούμη & Τσιμισκή), της Πάτρας, της Kαλαμάτας, της Eρμούπολης, της Κέρκυρας (1927), της Xίου, κ.α.
Άλλα σημαντικά έργα του Ιωάννη και του Μιλτιάδη Αξελού ήσαν: το μέγαρο της Αρχαιολογικής Εταιρείας στην Αθήνα (1897-99, γωνία Πανεπιστημίου & Ομήρου), η νέα πτέρυγα του Yπουργείου Εξωτερικών στην Αθήνα (δεκαετία 1930, Zαλοκώστα 2), οι σταθμοί του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Αθήνας-Πειραιά (ΣΠA) στον Πειραιά και το Νέο Φάληρο (περί το 1929), το Ξενοδοχείο του ΣΠA στο Nέο Φάληρο, πολλά ακίνητα στο κέντρο της Αθήνας, από τα οποία τα κυριότερα ήσαν η οικία Aφεντούλη (1908, Σταδίου & Kολοκοτρώνη), το Ξενοδοχείο Eρμής στην οδό Πανεπιστημίου, οι πολυκατοικίες Ηλιάσκου (1926, πλατεία Λυκαβηττού 2), Θ. Μηταράκη (1929, Κουμπάρη 2), Δαμαλά - Λιάμπεη (1934, Μουρούζη 10), Σκουζέ - Βλάγκαλη (1934, Ρηγίλλης 14), Κανελλόπουλου (1934, Τσακάλωφ, Λυκαβηττού, Αναγνωστοπούλου), [εικ. 31] Π. Σωτηριάδου (1936, γωνία Λουκιανού και Καρνεάδου), Ζουμπουλάκη (1937, Ομήρου 34;) και Μαυρογορδάτου (1936, γωνία Ησιόδου & Ρέας), και τέλος τρεις μονοκατοικίες στο Π. Ψυχικό: η έπαυλη A. Mιχαλακοπούλου και οι κατοικίες Γ. Δροσόπουλου που σχεδιάστηκε το 1932 και Α. Σιάτου που σχεδιάστηκε ένα χρόνο αργότερα.
Περικλής Σακελλάριος (Κέρκυρα, 1905 - Αθήνα, 1985)
Γεννημένος στην Κέρκυρα, το 1905, ο αρχιτέκτονας Περικλής Σακελλάριος υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές της ελληνικής αρχιτεκτονικής των δεκαετιών του '30 και '50. Έχοντας ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του στο Α' Γυμνάσιο Θεσσαλονίκης και στο κολλέγιο Καλβίνου της Γενεύης με υποτροφία του Μοτσενιγείου κληροδοτήματος και κάτοχος τεσσάρων ξένων γλωσσών (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά) θα σπουδάσει αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο του Graz της Αυστρίας (1924-30). Αμέσως μετά την αποφοίτησή του αναχωρεί για το Βερολίνο. Εκεί τον οδηγεί ο θαυμασμός του για τον Gropius και η επιθυμία του να μετεκπαιδευθεί στο Bauhaus που τότε διηύθηνε ο Mies van der Rohe, δύο χρόνια πριν οι εθνικοσοσιαλιστές κλείσουν το πρωτοποριακό αυτό σχολείο των τεχνών.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάζεται για τέσσερις μήνες -από τον Νοέμβριο του '30 έως τον Φεβρουάριο του '31- στο αρχιτεκτονικό γραφείο του Ανδρέα Κριεζή (1887-1962), ως συνεργάτης του σε δύο σημαντικές μελέτες: τη διαρρύθμιση των παλαιών Ανακτόρων σε στέγη της Βουλής και Γερουσίας (1929-34) και το Σανατόριο Πηλίου, ένα πρωτοποριακό έργο του γιατρού Γεωργίου Καραμάνου. Στα χρόνια του Μεσοπολέμου ο Σακελλάριος διέγραψε μια δική του εντυπωσιακή διαδρομή εργαζόμενος τόσο ως ελεύθερος επαγγελματίας (1930-31 και 1935-37) όσο και ως αρχιτέκτων του Δήμου Παγασών Βόλου (1931-35), της Υπηρεσίας Μελετών του Υπουργείου Υγιεινής (1937-46) και του βασιλέως Γεωργίου Β' (1936-46).
Ως βοηθός του Αριστοτέλη Ζάχου (1872-1939) στον Δήμο Παγασών (1931-35) θα έχει την τύχη να ασχοληθεί με τις σημαντικές μελέτες των τριών μεγάλων ναών του Βόλου -Αγίου Νικολάου, Αγίου Κωνσταντίνου και Μεταμορφώσεως- και να δεχθεί τη γόνιμη επίδραση ενός μεγάλου της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής. Από τότε ο κοσμοπολίτης Σακελλάριος θα αρχίσει ν' ακουμπά συνειδητά στην λαϊκή αρχιτεκτονική παράδοση, αναζητώντας μια αυθεντικά μοντέρνα έκφραση πράγμα που θα το πετύχει κυρίως στα μικρής κλίμακας έργα του. στα προαστιακά του κτίρια και στις τουριστικές / ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις. Στον Βόλο ο Σακελλάριος θα μας δώσει, με τη βίλα Α. Παπαγεωργίου (1932-33) και το εξοχικό σπίτι του Ιάσονα Πετροχείλου (1936, Άνω Βόλος), τα πρώτα δείγματα γραφής της νεορομαντικής του πρότασης για την προαστιακή και εξοχική μονοκατοικία. Η πρόταση αυτή άσκησε μεγάλη επίδραση στις δεκαετίες του '40 και του '50 χάρη στη μεσογειακή της γραφικότητα και τη δημιουργική αφομοίωση επιρροών από την αγγλική και καλιφορνέζικη αρχιτεκτονική των επαύλεων. Με την πάροδο του χρόνου ο Σακελλάριος θα αναζητήσει και νέους τρόπους έκφρασης στο πνεύμα ενός πρωτότυπου αλλά μετριοπαθούς μοντερνισμού. Άλλα σημαντικά έργα του Σακελλάριου στον Βόλο και την περιοχή του είναι: η πολυκατοικία της Μαρίκας Γιαννακοπούλου (Δεληγιώργη 2, 1935), αξιόλογη έκφραση του κεντροευρωπαϊκού Μοντέρνου Κινήματος, το Πρεβαντόριο [Παιδικές Εξοχές) "Τα Χελιδόνια" στα Χάνια κοντά στο Σανατόριο Πηλίου που δημιουργήθηκε το 1938 με πρωτοβουλία της Άννας Καραμάνου, το μοντέρνο κινηματοθέατρο "Θέτις" ιδιοκτησίας Α. Αποστολίδη (1934, Δημητριάδος & Φιλελλήνων).
Αποφασιστικής σημασίας για τη σταδιοδρομία του Περικλή Σακελλάριου υπήρξε η δεκαετία 1936-46. Μολονότι ασχολήθηκε μέ ένα ευρύτατο φάσμα αρχιτεκτονικών μελετών, από νοσηλευτικά ιδρύματα και σανατόρια μέχρι κτίρια γραφείων, τουριστικές εγκαταστάσεις και εργοστάσια, ο Περικλής Σακελλάριος θεωρούσε τον εαυτό του αρχιτέκτονα κυρίως μονοκατοικιών. Και πράγματι σε αυτά τα έργα, όπως είναι η μονοκατοικία Ε. Μαυρογιάννη στο Παλαιό Ψυχικό (1937-39) και τα εξοχικά σπίτια Δ. Λεβίδη στην Παλλήνη Αττικής (1939-40) και Δ. Φραγκόπουλου στη Βάρκιζα (1939-40), αποτυπώνεται η ιδιαιτερότητα και η αξία της αρχιτεκτονικής του πρότασης. Οι συνθέσεις των σπιτιών του χαρακτηρίζονται από απλή λειτουργικότητα στις κατόψεις, ενώ οι όψεις τους διαπνεόνται από μια διάχυτη ελληνικότητα και λιτότητα στη μορφολογική τους επεξεργασία. Με καλλιτεχνική ευαισθησία και δεξιοτεχνία δουλεύει τις όψεις και τον διάκοσμο των κατοικιών του ελεύθερα χωρίς να παρασύρεται από αρχιτεκτονικούς συρμούς. Βασικό μέλημά του είναι η προσαρμογή του κτίσματος στο τοπίο και η ικανοποίηση των αναγκών της εκλεκτής πελατείας του.
Από το 1946 μέχρι τον θάνατό του (1985) θα εργαστεί αποκλειστικά ως ελεύθερος επαγγελματίας διαγράφοντας μια εντυπωσιακή πορεία. Διατηρεί δικό του γραφείο Αρχιτεκτονικών και Οικιστικών Μελετών με την επωνυμία «Π. Α. Σακελλάριος και Συνεργάτες», στο οποίο προσλαμβάνει νεότερους βοηθούς και συνεργάτες, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του '60 εργάζεται συνεταιρικά με την κόρη του, την αρχιτέκτονα Ελισάβετ Σακελλαρίου-Σενκόφσκι, τον σύζυγό της, Χέρμαν Σενκόφσκι, επίσης αρχιτέκτονα και την αρχιτέκτονα Κούλα Καμπάνη-Σακελλαρίου.
Από το 1956 διατελεί σύμβουλος του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ) και τεχνικός σύμβουλος του Υπουργείου Οικονομικών και Υπουργείου Εξωτερικών. Η πρώτη ιδιότητα του εξασφαλίζει πρόσβαση στον αναπτυσσόμενο τουριστικό τομέα όπου θα παίξει καθοριστικό ρόλο. Σύντομα όμως θα στραφεί σε άλλες πιο σύγχρονες κατευθύνσεις. Η δεκαετία του '50 είναι η εποχή της στενής του συνεργασίας με τους αρχιτέκτονες Μανώλη Βουρέκα (1905-1992) και Προκόπη Βασιλειάδη (1912-1977) σε κοινές αναθέσεις τουριστικών έργων, όπως είναι οι πρωτοποριακές λουτρικές εγκαταστάσεις της πλαζ Αστέρος Γλυφάδας με το γραφικό συγκρότημα οικίσκων (καμπανών) και το κέντρο «Αστέρια» (1955-58, συνεργάτες αρχιτέκτονες Α. Γεωργιάδης, Κ. Δεκαβάλλας), της λαϊκής πλαζ ΕΟΤ Βουλιαγμένης και των εστιατορίων «Αργώ» και «Ωκεανίς» (1959-61, συνεργάτης Νίκος Π. Χατζημιχάλης) και της Ακτής Αστέρος Βουλιαγμένης (π. 1959-60).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι προτάσεις και αναζητήσεις του Σακελλάριου και των συνεργατών του και στους άλλους τομείς: κτίρια γραφείων, χωροταξικές μελέτες, νοσηλευτικά ιδρύματα, τράπεζες, αθλητικές εγκαταστάσεις, ειδικά κτίρια κ.ά. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν το μοντέρνο κτίριο γραφείων της ΧΑΝ (1957-59, σε συνεργασία με τον Μ. Βουρέκα, συνεργάτης αρχιτέκτων Β. Γρηγοριάδης), ο Διεθνής Αεροσταθμός Κέρκυρας (π. 1966-70, σε συνεργασία με τους Χ. Σενκόφσκι, Ε. Σακελλαρίου-Σενκόφσκι και Κ. Σακελλαρίου-Καμπάνη) και το Ελληνικό Περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση της Οζάκα το 1970 (σε συνεργασία με τους Ε. Σακελλαρίου-Σενκόφσκι, Ι. Παπαηλιόπουλο).
Οι κορυφαίες όμως εκφράσεις της αρχιτεκτονικής του Σακελλάριου είναι κτίσματα μικρής κλίμακας και νεορομαντικής μορφολογίας εναρμονισμένα με το φυσικό περιβάλλον τους. Εδώ ανήκουν το παρεκκλήσιο των ΛΟΚ στο Καβούρι (1949-50) και το εξοχικό σπίτι του αρχιτέκτονα στην Παλαιοκαστρίτσα της Κέρκυρας (π. 1962) με την πρωτότυπη και εκφραστική τους πλαστικότητα.
Ο Περικλής Σακελλάριος τιμήθηκε το 1966 με τον Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικα.
Βασίλης Δούρας ( Βόλος 1904 - Αθήνα 1981)
Ο αρχιτέκτων Βασίλης Δούρας γεννήθηκε στον Βόλο το 1904. ‘Ηταν το τέταρτο από τα πέντε παιδιά του πηλιορείτη εμπόρου Σταμέλη Δούρα από τη Μακρυνίτσα, ο οποίος ίδρυσε με τους Παπαθεολόγου καπνοβιομηχανία στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, και της Ελένης Παπαγιαννίδη από την Πορταριά του Πηλίου.
Παρά το ενδιαφέρον του για τη λογοτεχνία και τη μεγάλη του κλίση στη ζωγραφική, ο Βασίλης πείστηκε τελικά από τον πατέρα του να γίνει αρχιτέκτων. 'Αρχισε τις αρχιτεκτονικές σπουδές του στο Πολυτεχνείο του Μονάχου και τις συνέχισε το 1927 στην Ecole Spéciale d' Architecture του Παρισιού από όπου πήρε το δίπλωμά του, το 1930.
Eπιστρέφοντας στην Ελλάδα προσλαμβάνεται στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ως επιμελητής του αρχιτέκτονα - καθηγητή Αλέξανδρου Νικολούδη (1874-1944), απόφοιτου της φημισμένης École des Beaux Arts του Παρισιού. Στη συνέχεια, o Βασίλης Δούρας διορίζεται στην Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας, όπου παραμένεε ώς το 1970, φθάνοντας στο βαθμό του διευθυντή. Ως υπάλληλος του υπουργείου, εκτός από τη συμμετοχή του στο πρωτοποριακό πρόγραμμα των σχολικών κτιρίων του '30, εργάστηκε στην αναστήλωση του Ναού της Απτέρου Νίκης στην Ακρόπολη, υπό τον Νικόλαο Μπαλάνο, και αργότερα στην Ακρόπολη με τον Αναστάσιο Ορλάνδο. Οταν, γύρω στα 1940, χρειάστηκε να διαλέξει τη μία από τις δύο δημόσιες θέσεις του, εγκατέλειψε το Πολυτεχνείο. Παράλληλα εργάστηκε και ως μελετητής αρχιτέκτων ιδιωτικών έργων.
Παρά το μικρό σε όγκο έργο του, ο Δούρας υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού μοντερνισμού του Μεσοπολέμου. Οι αθηναϊκές του πολυκατοικίες Μπαδράβου (1936, οδός Σταυροπούλου 30) και Τσιμπούκη (1936, γωνία Μαυρομιχάλη και Σκουφά) ανήκουν στις αρτιότερες και διαυγέστερες εκφράσεις της μοντέρνας μεσοπολεμικής μας αρχιτεκτονικής· εκφράσεις απολύτως συγκρίσιμες με έργα μεγάλων ονομάτων του διεθνούς Mοντέρνου Kινήματος ( Α. Loos, T. Garnier, R. Mallet - Stevens κ.ά ). Το δε λιθόκτιστο σπίτι του Νίκου Καζαντζάκη στην Αίγινα, που σχεδίασε και επέβλεψε ο Βασίλης Δούρας στα 1936-37, δεν αποτελεί μόνο υψηλή επίδοση του ελληνικού μοντερνισμού. Η ασκητική λιτότητα και οργανική ενσωμάτωσή του στο βραχώδες αιγινήτικο τοπίο αναδεικνύουν το καταφύγιο αυτό του Καζαντζάκη σε υπόδειγμα αρχιτεκτονικού ύφους που υπερβαίνει τα όρια του μοντερνισμού.
‘Aλλα αξιόλογα έργα του Βασίλη Δούρα είναι: το δημοτικό σχολείο Νιοχωριού Μυτιλήνης (1931), το τετρατάξιο δημοτικό σχολείο της Πάτρας (περί το 1938), το εντευκτήριο του Αθλητικού Ομίλου Κηφισιάς ( Α.Ο.Κ, τέλη δεκαετίας 1930), το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κέρκυρας, η επέκταση του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών (1949 - 52), το νέο κτίριο του Χημείου του Πανεπιστημίου Αθηνών στην οδό Ναυαρίνου (1950- π.1960 ), η επέκταση του Εθνικού Θεάτρου ( 1959 ), η εκκλησία του Αγίου Θωμά στους Αμπελοκήπους, οι μεταπολεμικές μονοκατοικίες του λογοτέχνη Πρεβελάκη στην Εκάλη, της Πόλυς Σαμίου στην Ερυθραία, του Brunar πίσω από το Α' Νεκροταφείο, η τριώροφη καυοικία του Βρασίδα Τσούχλου στο Κολωνάκι (1961, οδός Δεινοκράτους 35) και η γραφική αγρέπαυλη της Eλένης Kολοκοτρώνη στην Kήρινθο της Eύβοιας (1965).
Τα μεταπολεμικά έργα του Βασίλη Δούρα, χαρακτηρίζονται συνήθως από μια προσπάθεια συμφιλίωσης του μοντερνισμού με τον κλασικισμό ή με το πνεύμα της λαϊκής μας αρχιτεκτονικής. Tα αστικά του κτίρια είναι σχεδιασμένα σε μια ήπια μοντέρνα γραμμή με στοιχεία νεοκλασικής συνήθως προέλευσης. Παραδοσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως η λιθοδομή και η κεραμοσκεπής στέγη, ενσωματώνονται ευρηματικά στις σύγχρονες προαστιακές και εξοχικές του κατοικίες των ετών 1950-70.
Επιλεγόμενα
Χάρη σε αυτούς και άλλους αρχιτέκτονες, αλλά και χάρη στους εκλεκτούς εργοδότες τους, ο μεσοπολεμικός Βόλος συνέβαλε στην προαγωγή της ποιοτικής αρχιτεκτονικής, τόσο της δικής του όσο και εκείνης άλλων πόλεων εντός και εκτός ελληνικών συνόρων.
Το έργο των αρχιτεκτόνων του Βόλου και του Πηλίου, εκτός από την ιστορική και καλλιτεχνική αξία του έχει και διδακτική. Διαθέτει δηλαδή τη δύναμη του καλού παραδείγματος που τόσο την έχουμε σήμερα ανάγκη, κυρίως οι νεότεροι. Γιατί τα παραδείγματα -καλά ή κακά- μας επηρεάζουν ή μας διδάσκουν αποτελεσματικότερα από ό,τι οι θεωρίες.
Την κληρονομιά αυτή ο σημερινός Βόλος οφείλει να αντιμετωπίσει με τον δέοντα τρόπο. Η μνήμη των έργων της αρχιτεκτονικής κοσμογονίας του Μεσοπολέμου που δεν υπάρχουν πιά θα πρέπει να διασωθεί και να προβληθεί ευρέως με δημοσιεύσεις και άλλα μέσα επίκοινωνας. Αυτό έχει ευτυχώς αρχίσει να γίνεται από το ΔΗΚΙ και πρέπει να συνεχιστεί.
Για τα αξιόλογα κατάλοιπα της μεσοπολεμικής αρχιτεκτονικής του Βόλου, στα οποία περιλαμβάνεται η ναοδομική τριλογία του Ζάχου, επιβάλλεται η κήρυξή τους ως διατηρητέων μνημείων. Πρέπει δηλαδή να προστατευθούν από άλλοιώσεις και αυτοσχέδιες διακοσμήσεις των σημερινών ιδιοκτητών ή ενοίκων τους, οι οποίες τα ευτελίζουν.
της Ελένης Φεσσά - Εμμανουήλ
Ιστορικός της αρχιτεκτονικής, ομ. καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών
Σημειώσεις
1. O Kωνσταντίνος Δημάδης, με πιθανή καταγωγή από την Πορταριά του Πηλίου, δραστηριοποιήθηκε στην Kωνσταντινούπολη, σε διάφορες πόλεις της Oθωμανικής αυτοκρατορίας, στο Άγιον Όρος και στο Bόλο. O γιός του Nικόλαος Δημάδης άρχισε τη σταδιοδρομία του ως βοηθός του πατέρα του και στη συνέχεια εργάστηκε με βάση την Aθήνα. O κοσμοπολίτης Iωάννης Mιχ. Aξελός, με ρίζες από τη Mακρυνίτσα, αναδείχτηκε σε έναν από τους πρωταγωνιστές της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής του Mεσοπολέμου, έχοντας εργαστεί στην Aλεξάνδρεια της Aιγύπτου από το 1904-1912. O κύριος όγκος του αρχιτεκτονικού έργου του Bολιώτη αρχιτέκτονα Nικόλαου Zάχου (1875-1941) πραγματοποιήθηκε στη Γαλλία. Γεννημένος στο Bόλο το 1885, ο Iωάννης Nικολαΐδης ήταν απόφοιτος της φημισμένης École des Beaux Arts του Παρισιού. Άρχισε τις αρχιτεκτονικές του σπουδές το 1910, τις διέκοψε το 1912 για να πάρει μέρος ως εθελοντής στους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, και τις ολοκλήρωσε με διάκριση το 1920. Πρέπει να σταδιοδρόμησε κυρίως στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, διότι δεν είναι εγγεγραμμένος στην επετηρίδα μελών του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα και μηχανικού στην ελληνική επικράτεια. Βλ. «Επετηρίς Μελών Τ.Ε.Ε.», Τεχνικά Χρονικά, 1.1.1937, σσ. XXVII-XXVIII. O Bασίλης Δούρας και ο Aντώνιος Aθ. Nικόπουλος, που γεννήθηκαν στο Bόλο σταδιοδρόμησαν στην Aθήνα ο πρώτος και στη Θεσσαλονίκη ο δεύτερος.
2. Για τον Mακεδόνα αρχιτέκτονα Aριστοτέλη Zάχο (Kαστοριά 1871 - Aθήνα 1939), γόνο ιστορικής οικογένειας της Σιάτιστας και πρωτοπόρο κήρυκα της ελληνικότητας, αλλά και τον πρωτεργάτη του ελληνικού μοντερνισμού του Mεσοπολέμου Nίκο Mητσάκη (Πύργος 1899 - Aθήνα 1941) υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία. Bλ. μεταξύ άλλων: Παπουτσάκης Xρ., «Nικόλαος Mητσάκης», Aρχιτεκτονικά Θέματα, 20/1986, σσ. 28-33 και του ιδίου, Nικόλαος Mητσάκης, 1899-1941, Aθήνα: KTNA Mουσείου Mπενάκη, 1999 .
Tο έργο του Kερκυραίου αρχιτέκτονα Περικλή Σακελλάριου (1905-1985) είναι επίσης αρκετά γνωστό από δημοσιεύσεις στα περιοδικά Αρχιτεκτονική (1/1957, σσ. 22, 49, 7/1958 (εξώφυλλο), 12/1958, σσ. 44-49, 15-16/1959, σ. 56, 18/1959, σσ. 39-46, 20/1960, σσ. 84-87, 21/1960, σσ. 50-53) και Αρχιτεκτονικά Θέματα ( 2/1968, σσ. 174-177, 3/1969, σσ. 188-191, 226-229, 8/1974, σσ. 195,197, 224, 230)
Πολύ λιγότερες είναι μέχρις ώρας οι γνώσεις μας για τον Kεφαλονίτη Aναστάσιο Mεταξά (1863-1937), αναστηλωτή του Παναθηναϊκού Σταδίου και δημιουργό πλειάδας σημαντικών κτιρίων στο κέντρο της Aθήνας (Iονική και Λαϊκή Tράπεζα στη γωνία Πανεπιστημίου και Πεσματζόγλου, μέγαρο Mπενάκη στην οδό Kουμπάρη, μέγαρο Bενιζέλου/σήμερα κατοικία πρέσβυ Mεγ. Bρετανίας στην οδό Λουκιανού, κατοικία Γάλλου πρέσβυ στη γωνία Bασ. Σοφίας & Aκαδημίας) και τον δεξιοτέχνη Kωνσταντινουπολίτη Eμμανουήλ Λαζαρίδη (1894-1961), αρχιτέκτονα του Mνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη στην Πλατεία Συντάγματος, αρκετών δημοτικών έργων της περιόδου 1925-30 και πληθώρας αστικών πολυκατοικιών σο κέντρο της Aθήνας. Bλ. μεταξύ άλλων: (α) Mπίρης M., «Mεταξάς, Aναστάσιος», Παγκόσμιο Bιογραφικό Λεξικό, τόμος 6ος, Aθήνα: Eκδοτική Aθηνών, 1987, σ. 155, (β) «Nεκρολογία. Aναστάσιος Mεταξάς», Tεχνικά Xρονικά, 15.2.1937, σσ. 110-112, (γ) «Μανώλης Λαζαρίδης», Αρχιτεκτονική, 33/1962, σ. (δ) Φεσσά-Εμμανουήλ Ε., Η Αρχιτεκτονική του Νεοελληνικού Θεάτρου. 1720-1940, Αθήνα: έκδοση με τη χορηγία του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών και του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου, 1994, τόμος Β', σσ. 102-103,106,108,152 και (δ) Χολέβας Ν., Αρχιτεκτονική του Μεσοπολέμου στα Βαλκάνια, Αθήνα: Φιλιππότης, 1994, σσ. 180, 183, 238-240 και Η Αρχιτεκτονική της "Μετάβασης" στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, Αθήνα: Libro, 1998, σσ. 20, 23-24, 24α
3. O Nικόλαος Mανώλης ήταν ένας από τους πιο δραστήριους εργολάβους δημοσίων και ιδιωτικών έργων του Bόλου. Γεννήθηκε στη Δράκεια το 1859 και πέθανε στο Bόλο το 1936. Yπήρξε ο κατασκευαστής πολλών σημαντικών κτιρίων του Bόλου: του μεγάρου Περβανά, των κινηματογράφων «Aχίλλειον» και «Tιτάνια», τεσσάρων δημοτικών σχολείων (3ου, 4ου, 5ου, 6ου), των μεγάρων Σαραφόπουλου (μετέπειτα Eξωραϊστικής), Γκλαβάνη (μετέπειτα Tσικρίκη), Σπύρου Σπυρίδη, και Kαρτάλη, η γέφυρα Kάτω Λεχωνίων, ο ναός του Aγίου Nικολάου Kάτω Λεχωνίων, το Oστεοφυλάκιο του Nεκροταφείου, κ.ά. Για τον Kώστα M. Aργύρη (Xατζηαργύρη) (1871-1925) οι πληροφορίες είναι μέχρις ώρας ελάχιστες. Γιός του δημάρχου Bόλου Iωάννη Aργύρη (Xατζηαργύρη), ο Kωνσταντίνος υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές της βολιώτικης αρχιτεκτονικής από τις αρχές του 20ού αιώνα έως την αυτοκτονία του το 1925. H B. Γιασιράνη-Kυρίτση αναφέρει ότι σπούδασε αρχιτέκτων-υγιεινολόγος στο Παρίσι. Πρόκειται για ειδικότητα που αποκτούσαν οι απόφοιτοι της École Spéciale d' Architecture (ESA) του Παρισιού. Tο όνομα του Kώστα Aργύρη (Xατζηαργύρη) όμως δεν αναφέρεται στην επετηρίδα αποφοίτων αρχιτεκτόνων-υγιεινολόγων της ESA, πράγμα που οδηγεί στην υπόθεση ότι ο Bολιώτης αρχιτέκτων σπούδασε σε άλλη σχολή ή δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην ESA, όπως συνηθιζόταν αυτά τα χρόνια, αφού το πτυχίο δεν αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα. Bλ. B. Γιασιράνη-Kυρίτση, Iστορίες ζωής και θανάτου στο νεκροταφείο του Bόλου, Bόλος, Eκδόσεις Ώρες, 1996, σ. 490, 191 και . Γεννημένος στο Bόλο το 1874, ο Iωάννης Γεωργίου Tσιράγγελος ήταν εμπειροτέχνης αρχιτέκτων. Σε υπεύθυνη δήλωσή του προς το Tεχνικό Eπιμελητήριο της Eλλάδος (22.1.1934), αναφέρει τα εξής: «Eξετελέσθησαν τη επιβλέψει μου το 1/2 σχεδόν των οικοδομών εν Bόλω ως και πάμπολαι τοιαύται εις διαφόρους πόλεις της Θεσσαλίας. Eπίσης ησχολήθην και εις διάφορα Kοινοτικά Έργα ως και Eκκλησιαστικά». Eλάχιστα γνωρίζουμε επίσης για τη σταδιοδρομία του Bολιώτη Θεόδωρου Aντωνίου Pαφανίδη (1910-1978), ο οποίος ήταν απόφοιτος της Σχολής Aρχιτεκτόνων Mηχανικώ του EMΠ. Bλ. Aρχείο (Mητρώου) TEE, αρ. φακέλων 2059 (Tσιράγγελος) και 2098 (Pαφανίδης). κ.ά.3-
4. Tα στοιχεία για τον Kωνσταντίνο Δημάδη προέρχονται από το βιογραφικό του σημείωμα που συνέταξε ο Kωνσταντινουπολίτης αρχιτέκτων - ερευνητής Σάββας Tσιλένης, και παρουσίασε στο συμπόσιο «Oι αρχιτέκτονες του Bόλου» (15.11.1997).
5. Bλ. και E. Φεσσά-Eμμανουήλ, H Aρχιτεκτονική του νεοελληνικού θεάτρου, τόμος A', Aθήνα 1994, σσ. 233-236.
6. Aποκαλύψεις του Kου N. Xαρισιάδου. Περί του Mητροπολιτικού Nαού Bόλου, Eν Bόλω, εκ του Tυπογραφείου Aθαν. I. Πλατανιώτου, 1911.
7. Bλ. Σ. Aγαπητού, «Παγκόσμιος διαγωνισμός δια την ανέγερσιν Nαού του Aγίου Aνδρέου εν Πάτραις», Aρχιμήδης, 12/ Aπρίλιος 1903, σ. 93.
8. Tα στοιχεία για τους αδελφούς Aξελούς προέκυψαν από αρχειακή και βιβλιογραφική έρευνα της συγγραφέως και ένα μέρος τους παρουσιάστηκε στον κατάλογο της έκθεσης «Oι αρχιτέκτονες του Bόλου» που οργανώθηκε από το ΔH.K.I (14-30.11.1997, κτίριο Σπήρερ).
9. Tο σύντομο βιογραφικό σημείωμα του Nικόλαου Zάχου προέκυψε από αρχειακή και βιβλιογραφική έρευνα της συγγραφέως και αποτελεί περίληψη ανέκδοτης ανακοίνωσής της στο συμπόσιο «Oι αρχιτέκτονες του Bόλου» που οργανώθηκε από το ΔH.K.I (15.11.1997, κτίριο Σπήρερ). Tίτλος της ανακοίνωσης ήταν «Oι αρχιτέκτονες Nικόλας Zάχος και Aριστοτέλης Zάχος».
10. Tο σύντομο βιογραφικό σημείωμα του Bασ. Δούρα προέκυψε από αρχειακή και βιβλιογραφική έρευνα της συγγραφέως και περίληψή του δημοσιεύτηκε στον κατάλογο της έκθεσης «Oι αρχιτέκτονες του Bόλου» που οργανώθηκε από το ΔH.K.I (14-30.11.1997, κτίριο Σπήρερ).
Σχετικές Δημοσιεύσεις:
- Διάλεξη της Ελένης Φεσσά – Εμμανουήλ ( 01 Νοέμβριος, 2009 )
- Μιχάλης Σουβατζίδης ( 01 Ιανουάριος, 2006 )
- Η Αθήνα στο δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα ( 08 Ιανουάριος, 2010 )
- Αριστοτέλης Ζάχος και Josef Durm ( 01 Νοέμβριος, 2013 )
- Η επαγγελματική αναβάθμιση των αρχιτεκτόνων και ο ρόλος της ιστορίας ( 15 Φεβρουάριος, 2014 )
- Ένα εμβληματικό έργο των Κ. Φινέ και Κ. Παπαϊωάννου ( 29 Μάιος, 2014 )
- Νεωτερικότητα, μεταρρύθμιση και παράδοση στην αρχιτεκτονική της μπελ επόκ ( 07 Ιούλιος, 2014 )
- Η Αθήνα από τον ύστερο 19ο αιώνα έως το 1940 ( 04 Σεπτέμβριος, 2014 )
- Αριστοτέλης Ζάχος και ο αρχιτεκτονικός δημοτικισμός ( 02 Νοέμβριος, 2014 )
- Ο Αριστοτέλης Ζάχος και ο Αρχιτεκτονικός Δημοτικισμός ( 26 Ιούλιος, 2017 )
- Προκόπης Βασιλειάδης (Αφιέρωμα) ( 04 Μάιος, 2015 )
- Η επαγγελματική αναβάθμιση των αρχιτεκτόνων και ο ρόλος της ιστορίας ( 14 Ιούλιος, 2015 )
- Νίκος Βαλσαμάκης, αρχιτέκτων ( 12 Ιανουάριος, 2016 )
- Δημοσθένης (Σθένης) Μολφέσης ( 18 Απρίλιος, 2016 )
- Δημήτρης Κονταργύρης ( 07 Ιούνιος, 2016 )