ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

04 Σεπτέμβριος, 2014

Η Αθήνα από τον ύστερο 19ο αιώνα έως το 1940

Πολεοδομική εξέλιξη και αρχιτεκτονική δημιουργία. (Εκτενές αφιέρωμα)

Της Ελένης Φεσσά - Εμμανουήλ

 

Η πολεοδομική και αρχιτεκτονική κοσμογονία του 19ου αιώνα
Το πολεοδομικό και αρχιτεκτονικό έργο  που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα από το 1834 έως τα τέλη του 19ου αιώνα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί κολοσσιαίο. Στην πραγματικότητα μια νέα πόλη δημιουργήθηκε επάνω από τα ερείπια της ένδοξης Αθήνας της κλασικής αρχαιότητας και τα συντρίμμια της μικρής κωμόπολης της Τουρκοκρατίας που αριθμούσε λιγότερους από 10 χιλιάδες κατοίκους.

Η υπενθύμιση της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής κοσμογονίας του 19ου αιώνα με τη βοήθεια χαρακτηριστικών εικόνων είναι απαραίτητη για να κατανοηθούν οι αλλαγές που έφερε στην ελληνική πρωτεύουσα ο 20ός αιώνας. Η Αθήνα του 19ου αιώνα με τα νεοκλασικά και ιστορικής μορφολογίας κτί́ριά της λειτούργησε ως σύμβολο πολιτισμικής αναγέννησης και προσπάθειας εξευρωπαϊσμού. Παράλληλα διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας. Η ταυτότητα του νέου ελληνικού κράτους σφυρηλατήθηκε όχι μόνο με την παιδεία και τη γλώσσα αλλά και μέσα από την αστικότητα της νεοκλασικής πόλης με πρότυπο την Αθήνα. Η πολεοδομία και η αρχιτεκτονική του νεοκλασικισμού βοήθησαν τους νέους θεσμούς να ισχυροποιήσουν την παρουσία τους και αποδείχθηκαν χρήσιμα εργαλεία για την ομογενοποίηση ενός πληθυσμού πολλαπλών και ετερογενών καταβολών.

Στα τέλη του 19ου αιώνα η Aθήνα, πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους από το 1834, θα έχει συμπληρώσει τον αρχιτεκτονικό εκσυγχρονισμό και την πολεοδομική της συγκρότηση, αναδεικνύοντας παράλληλα τα μοναδικά αρχαία της μνημεία. Θα έχει εξελιχθεί σε μια μεσογειακή πρωτεύουσα ικανή να φιλοξενήσει, παρά την πτώχευση του 1895, τους πρώτους Oλυμπιακούς Aγώνες των νεότερων χρόνων.

 

 

Η Αθήνα είναι πλέον μια ελκυστική πόλη με ειδυλλιακές εξοχές και αξιόλογα κτίρια, ιδιωτικά και κυρίως δημόσια, που οφείλονται στη γενναιοδωρία πλούσιων Eλλήνων της διασποράς και στους εξαίρετους  αρχιτέκτονες της άρχουσας αστικής τάξης. Αναφέρω επί τροχάδην ονόματα και έργα πρωταγωνιστών της αρχιτεκτονικής του αθηναϊκού νεοκλασικισμού: oι Δανοί αδελφοί Hansen, ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου και ο Σταμάτιος Κλεάνθης, τέσσερις κορυφαίοι αρχιτέκτονες του αθηναϊκού νεοκλασικισμού. Και μερικά από τα εμβληματικά κτίρια αυτού του ρυθμού σε καλύτερες μέρες από σήμερα:

Ο εκσυγχρονισμός της αστικής αρχιτεκτονικής στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα.

Από τον Νεοκλασικισμό στον Ιστορισμό και στον Εκλεκτικισμό
Από τη δεκαετία του 1870 η αστική αρχιτεκτονική της Αθήνας αρχίζει να απομακρύνεται από τον κλασικισμό καθώς δέχεται την επίδραση του ιστορισμού και του εκλεκτικισμού που αποτελούσαν τα κυρίαρχα ρεύματα της αρχιτεκτονικής στην Ευρώπη. Σε αυτό δεν συνέβαλαν μόνο οι ιστοριστές και εκλεκτικιστές αρχιτέκτονες που δραστηριοποιήθηκαν κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, όπως ο Ernst Ziller (1837-1923) ή ο μαθητής του Πάνος Καραθανασόπουλος και ο Ιωάννης Λαζαρίμος (1849-1913). Καθοριστικής σημασίας υπήρξαν και οι επιλογές των πελατών τους που ανήκαν στην ανανεωμένη αστική τάξη της εποχής του Γεωργίου Α'. Τα νέα ηγετικά  στρώματα της αθηναϊκής κοινωνίας προτιμούσαν να προβάλλονται με τις ιδιωτικές τους κατοικίες, μέγαρα και επαύλεις, και λιγότερο με την ανέγερση κτιρίων δημόσιας χρήσης, όπως το έκαμαν οι ρομαντικότεροι προκάτοχοί τους της Οθωνικής περιόδου.

Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα αναφέρονται τρία νεοαναγεννησιακής μορφολογίας έργα του πασίγνωστου Ziller: το μέγαρο Scliemann, σήμερα στέγη του Νομισματικού μουσείου, το μέγαρο Σταθάτου που αποτελεί παράρτημα του Μουσείου Κυκλαδικής τέχνης και το Βασιλικό, σήμερα Εθνικό Θέατρο. Το αρχιτεκτονικά σημαντικότερο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά είναι έργο του λησμονημένου αρχιτέκτονα Ιωάννη Λαζαρίμου, γόνιμα επηρεασμένο από τον γαλλικό και γερμανικό κλασικισμό εξωτερικά και από τον γαλλικό εκλεκτικισμό εσωτερικά

Aυτή την περιορισμένη σε έκταση Aθήνα των 200.000 κατοίκων, με τα λαμπρά μνημεία και κομψά μέγαρα, τα διώροφα ή τριώροφα το πολύ σπίτια περιτριγυρισμένα από κήπους και αυλές, παρέδωσε ο 19ος αιώνας στον 20ό.

 

1900-1940.

Πολεοδομική εξέλιξη
Με την έλευση του 20ού αιώνα αρχίζει να μεταβάλλεται η φυσιογνωμία της νεοκλασικής Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων τους. Η ελληνική πρωτεύουσα προσελκύει τον μεγαλύτερο όγκο της εσωτερικής μετανάστευσης και των επαναπατριζόμενων ομογενών, η οποία επιταχύνεται από τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων. Η Αθήνα επεκτείνεται άναρχα και εμφανίζει ορισμένα από τα προβλήματα της βιομηχανικής πόλης: άθλιες συνθήκες κατοικίας των φτωχών μεταναστών, έλλειψη υποδομών κ.ά. Ο εκσυγχρονισμός κατά τα δυτικοευρωπαικά́ πρότυπα αποτελεί βασική επιδίωξη των μεταρρυθμιστικών σχεδίων της δεκαετίας του 1910 για την ελληνική πρωτεύουσα. Όμως τόσο τα μεγαλεπήβολα σχέδια εκσυγχρονισμού της φυσιογνωμίας της που συντάχθηκαν από τους αρχιτέκτονες Ludwig Hoffmann (1908-1910) και Thomas Mawson (1914-1918), όσο και οι ρεαλιστικότερες προτάσεις του πολιτικού μηχανικού Αριστείδη Μπαλάνου (1917) και του νομικού Στυλιανού Λελούδα (1918, 1921), αλλά και το μεταγενέστερο σχέδιο διαχείρισης του πολεοδομικού χώρου που καταρτίστηκε από την Επιτροπη[1]́ υπό τον μηχανολόγο Πέτρο Καλλιγά (1920-1924), έμειναν ουσιαστικά στο χαρτί. Ακυρώθηκαν κυρίως το 1922 λόγω του οξύτατου στεγαστικού προβλήματος των 230.000 ομογενών προσφύγων από τη Mικρά Aσία. και των μεταναστών από την επαρχία και το εξωτερικό. Για την κακοδαιμονία της μεσοπολεμικής Αθήνας ευθύνεται βέβαια και η αναπόφευκτη διαμάχη μεταξύ των αρμοδίων φορέων πολεοδομικής πολιτικής: του τμήματος σχεδίου πόλεως του Δήμου Αθηναίων με επικεφαλής τον Κώστα Μπίρη και της υπηρεσίας σχεδίου πόλεων του Υπουργείου Συγκοινωνιών της οποίας προΐστατο ο Ανάργυρος Δημητρακόπουλος. Η κατάσταση επιδεινώθηκε το 1937 όταν ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης τέθηκε επικεφαλής του Γραφείου Πολεοδομικών Μελετών της νεοσύστατης Διοικήσεως Πρωτευούσης.

Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Εμμ. Mαρμαράς, στο πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα «οι δύο πόλοι μεταξύ των οποίων κινήθηκε η πολεοδομική ανάπτυξη της Aθήνας [...] ήσαν οι αλόγιστες επεκτάσεις του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλης, που εναρμονιζόταν με τις πιέσεις των ιδιοκτητών της περιαστικής γής, και από το άλλο μέρος, η εντατική εκμετάλλευση του αστικού εδάφους για την εξυπηρέτηση και πάλι ιδιωτικών συμφερόντων με την ανοικοδόμηση πολυωρόφων κτιρίων εκεί όπου ο πολεοδομικός σχεδιασμός της πόλης είχε προβλεφθεί για χαμηλή δόμηση».

1900-1930. Ο εκσυγχρονισμός της αστικής αρχιτεκτονικής
Η προσπάθεια ευθυγράμμισης με τα ευρωπαϊκά ρεύματα και προσαρμογής τους στα τοπικά δεδομένα παραμένει η βασική τάση της αστικής αρχιτεκτονικής των ετών 1900-1930, ένα μέρος της οποίας παράγεται από διπλωματούχους αρχιτέκτονες Στις καλύτερες περιπτώσεις η προσπάθεια κατορθώνει να αφομοιώσει δημιουργικά τις καθιερωμένες ή νεωτερικές τεχνοτροπίες. Στις χειρότερες περιπτώσεις έχουμε την αναχρονιστική ή αδόκιμη εφαρμογή των ευρωπαϊκών στιλ. Σας δείχνω εντελώς ενδεικτικά χαρακτηριστικά έργα κορυφαίων αρχιτεκτόνων της γενιάς του 1900, που ήταν απόφοιτοι της Σχολής Καλών Τεχνών του Παρισιού.

Η στροφή προς την κληρονομιά του Βυζαντίου και τη λαϊκή παράδοση
Η κριτική του επιδερμικού εξευρωπαϊσμού και η επιστροφή στις ρίζες αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία της μεταρρυθμιστικής κίνησης από τα τέλη του 19ου αιώνα. Στους ταγούς του νέου πνεύματος ανήκουν η λογοτεχνική γενιά του 1880 και ο λαογράφος Νικόλαος Πολίτης (1852-1921). Δεσπόζουσα θέση στον χώρο των ιδεών του ανατέλλοντος 20ού αιώνα έχουν τα προσκλητήρια του Περικλή Γιαννόπουλου και του Ίωνα Δραγούμη για έναν νέο, αυθεντικό ελληνικό πολιτισμό, λυτρωμένο από την ξενομανία, την προγονοπληξία και την πολιτική μιζέρια του ελληνικού κράτους.

Το κριτήριο της αυθεντικότητας αναζητείται κυρίως στη λαϊκή παράδοση, η οποία θεωρείται πηγή ανανεωτικής δύναμης. Επί πλέον, η ιδεολογική αναβάθμιση του Βυζαντίου, όχι πλέον ως ενδιάμεσου κρίκου αλλά ως άμεσου προγόνου του νεοελληνικού πολιτισμού η οποία κορυφώνεται τις παραμονές των Βακανικών Πολέμων δεν συνδέεται μόνο με τον εθνικό αλυτρωτισμό. Το ενισχυμένο ενδιαφέρον των Ελλήνων δημιουργών για το Βυζάντιο, τη λαϊκή παράδοση και το κοινωνικό πρόβλημα συνδέεται με τα νέα ρεύματα της μπελ επόκ, όπως ήταν το αγγλικό κίνημα «Τέχνες και Χειροτεχνία» και τα μεταρρυθμιστικά κινήματα της Γερμανίας. Επιπλέον, το ενδιαφέρον για το Βυζάντιο δεν ήταν μόνο ελληνική, αλλά και ευρωπαϊκή τάση, καθώς είχε σχέση με το Ανατολικό ζήτημα, μέρος του οποίου ήταν το Μακεδονικό ζήτημα.

Βασικός εκφραστής αυτού του νέου πνεύματος στην αρχιτεκτονική από το 1908 ήταν ο Μακεδόνας αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος, πρωτοπόρος κήρυκας της επιστροφής στις ρίζες, μεταρρυθμιστής της αστικής κατοικίας και κυρίως της ορθόδοξης ναοδομίας  Εμβληματικά έργα του αρχιτεκτονικού του δημοτικισμού στην Αθήνα είναι το σπίτι της λαογράφου Αγγελικής Χατζημιχάλη στην Πλάκα, σχεδιασμένο το 1924 και τα έργα που του ανέθεσε ο φιλότεχνος τραπεζίτης Διον. Λοβέρδος, όπως ήταν το εξοχικό του σπίτι στη Βαρυμπόμπη

Η κριτική του επιδερμικού εκσυγχρονισμού και η στροφή στην ελληνική παράδοση με τον οικουμενικό χαρακτήρα θ' αποτελέσουν δεκαπέντα χρόνια αργότερα την αφετηρία της ευαίσθητης αναζήτησης της ελληνικότητας  του Δημήτρη Πικιώνη, του εμπνευσμένου δασκάλου των αρχιτεκτόνων του Πολυτεχνείου της Αθήνας από το 1925 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1950. Οι οικίες Μωραΐτη, στις Τζιτζιφιές του 1921-23 και Καραμάνου στην οδό Ηρακλείου του 1925 αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα των εκφραστικών αναζητήσεων του Πικιώνη Το αυτό ισχύει και για τη λαϊκίζουσα πολυκατοικία της οδού Χέϋδεν, έργο του 1936, τις κατόψεις της οποίας σχεδίασε ο αρχιτέκτων Νίκος Μητσάκης.

Σας δείχνω το εξώφυλλο του βιβλίου με τίτλο 12 Έλληνες αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου, καρπό πολυετούς έρευνας της γράφουσας και του ομ. καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης Μανώλη Μαρμαρά. Πρόκειται για διακεκριμένους αρχιτέκτονες των τεσσάρων γενιών που δραστηριοποιήθηκαν κατά τις δεκαετίες του '20 και του '30, συμβάλλοντας με το έργο τους στην ποιότητα και την πολυφωνία του κτιριακού πολιτισμού της Αθήνας, και συγκεκριμένα για τους: Αριστοτέλη Ζάχο (Καστοριά 1871 - Αθήνα 1939), Κωνσταντίνο Κυριακίδη (Κωνσταντινούπολη 1881 - Αθήνα 1942), Νικόλαο Νικολαΐδη ()Στενήμαχος Ανατ. Ρωμυλίας 1891 - Αθήνα 1967), Κώστα Κιτσίκη (Αθήνα 1892 - 1969), Μανώλη Λαζαρίδη (Κωνσταντινούπολη 1894 - Αθήνα 1961), Δημήτριο Φωτιάδη (Κωνσταντινούπολη 1894 - Αθήνα 1974), Γεώργιο Κοντολέοντα (Πειραιάς 1896 - Π. Φάληρο 1952), Λεωνίδα Μπόνη (Κερασούντα Ανατολίας 1896 - Αθήνα 1963), Νίκο Μητσάκη (Πύργος 1899 - Αθήνα 1941), Κυριακούλη Παναγιωτάκο (Αθήνα 1902 - 1982), Πάτροκλο Καραντινό (Κωνσταντινούπολη 1903 - Αθήνα 1976) και Βασίλειο Δούρα (Βόλος 1904 - Αθήνα 1981).

Η αρχιτεκτονική της δεκαετίας του 1930
Τα χρόνια του Μεσοπολέμου είναι μια από τις σημαντικότερες αρχιτεκτονικές περιόδους της νεότερης Αθήνας. Η ταχύτατη επικράτηση του μοντερνισμού εκφράζει την αισιόδοξη και επιθετική νεωτερικότητα των ανερχόμενων μεσοαστών, η οποία θα επηρεάσει και τα μικροαστικά στρώματα.

Ένα πάντως είναι βέβαιο. Oι συνθετικές αρχές και το λεξιλόγιο του Mοντέρνου Kινήματος βρίσκουν στην Αθήνα της δεκαετίας του '30 πρόσφορο έδαφος για αυθεντική εφαρμογή, καλύπτοντας τις ανάγκες ταχύρρυθμων κρατικών προγραμμάτων ή ιδιωτικών επενδύσεων υψηλής απόδοσης σε νέους κτιριακούς τύπους: σχολεία, νοσοκομεία, προσφυγικές κατοικίες, πολυκατοικίες, εργοστάσια, κ.ά. Στους τομείς αυτούς οι μελετητές αξιοποίησαν τον ριζοσπαστικό μοντερνισμό για να δημιουργήσουν πολλά αξιόλογα έργα που κέρδισαν την αναγνώριση ακόμη και εκτός ελληνικών συνόρων.

Ωστόσο, ο ριζοσπαστικός μοντερνισμός θα συνυπάρξει με συντηρητικότερες τάσεις του Mεσοπολέμου -π.χ. με τον όψιμο εκλεκτικισμό και τον αφαιρετικό ή μοντέρνο κλασικισμό- αλλά και με μετριοπαθέστερα νεωτερικά ρεύματα, όπως ήταν το art déco. Τέλος ο τοπικισμός, ο οποίος εμπνέεται από την ανώνυμη παράδοση της Ελλάδας ή της Μεσογείου, είναι δημοφιλέστερος από τον μοντερνισμό στον τομέα της μεσοπολεμικής μονοκατοικίας - προαστιακής και εξοχικής.\

Αξιόλογες εκφράσεις του διεθνούς μοντέρνου κινήματος
Περιορίζομαι αναγκαστικά σε ελάχιστα δείγματα της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής του '30 που αποτελούν αξιόλογες εκφράσεις του διεθνούς μοντέρνου κινήματος.

Αρχίζω με πέντε εξαίρετα δείγματα μοντέρνας σχολικής αρχιτεκτονικής του '30. Πρόκειται για τα δημοτικά σχολεία των Αμπελοκήπων του Άγγελου Σιάγα (1934) και της οδού Καλλισπέρη του Πάτροκλου Καραντινού (1931) και το μυθικό σχολικό συγκρότημα του Δημήτρη Πικιώνη στα Πευκάκια (1931-32).

Τα πολυδημοσιευμένα δημοτικά σχολεία των Νίκου Μητσάκη στην οδό Κωλέττη (1932) και Κυριακούλη Παναγιωτάκου στη γωνία των οδών Λιοσίων & Μιχαήλ Βόδα (1932) ανήκουν στις κορυφαίες επιδόσεις της σχολικής αρχιτεκτονικής του '30.

Συνεχίζω με την μεσοαστική  πολυκατοικία Μιχαηλίδη στη γωνία Στουρνάρη & Ζαϊμη, έργο των αρχιτεκτόνων Πολύβιου  Μιχαηλίδη  και Θουκυδίδη Βαλεντή (1933-34). Πρόκειται για μια εμπνευσμένη εφαρμογή των αρχών του μοντέρνου κινήματος και της πουριστικής αισθητικής του Le Corbusier.

Η μεσοαστική πολυκατοικία στην οδό Βασ. Σοφίας 86, έργο του Γεωργίου Κοντολέοντος. Ανήκει στις αυθεντικότερες εκφράσεις του ριζοσπαστικού μοντερνισμού της εποχής (1932-34, φωτογραφία εποχής και κάτοψη τυπικού ορόφου).

Η μοντέρνα Σχολή Ορχηστικής Τέχνης και κατοικία της Κούλας Πράτσικα στην οδό Ομήρου 53 (1932-34) ανήκει στις ποιητικότερες δημιουργίες του αρχιτέκτονα Γεωργίου Κοντολέοντος. Ριζοσπαστικά μοντέρνα εξοχική κατοικία στη Γλυφάδα, 1933, έργο του αρχιτέκτονα Στάμου Παπαδάκη, είναι ένα από τα περισσότερο δημοσιευμένα κτίρια της μεσοπολεμικής Ελλάδας διεθνώς.

Το μοντέρνο συγκρότημα προσφυγικών πολυκατοικιών της λεωφ. Αλεξάνδρας, έργο των αρχιτεκτόνων Κίμωνα Λάσκαρι και Δημητρίου Κυριακού (1933-35). Αξιόλογο δείγμα του προγράμματος μοντέρνας προσφυγικής στέγης του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας.

Βλέπετε τρεις αξιόλογότατες περιπτώσεις μοντέρνων εγκαταστάσεων υγείας και πρόνοιας του '30. Επάνω αριστερά φωτογραφία εποχής των παιδικών εξοχών της Βούλας, έργο του Πάνου Νικολή Τζελέπη (1936-38). Επάνω αριστερά αξονομετρικό σχέδιο του Ιωάννη Δεσποτόπουλου για το σανατόριο «Σωτηρία» (1932), μια πρωτοποριακή εφαρμογή των αρχών του Bauhaus. Και κάτω δεξιά το πανεπιστημιακό Αμφιθέατρο Παθολογικής Ανατομίας στο Γουδί, έργο του Εμμανουήλ  Κριεζή σε συνεργασία με τον Κυπριανό Μπίρη (1928-33).

Και τέλος, η εξοχική κατοικία του ιδρυτή του Μουσείου της πόλεως των Αθηνών Λάμπρου Ευταξία στην Ελευσίνα (1938). Πρόκειται για ένα από τα πρώτα έργα του εικονιζόμενου αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, στο οποίο οι αρχές του μοντέρνου κινήματος εναρμονίζονται υποδειγματικά με αξίες της μακραίωνης ελληνικής παράδοσης. Κάτω δεξιά βλέπετε τον αρχιτέκτονα το 1951 στο εργοτάξιο της θερινής κατοικίας του Γ. Κακριδή στη Συκιά Κορινθίας.

 

 

της Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ
Κείμενο εισήγησης, στην ημερίδα με θέμα «Η Αθήνα πρωτεύουσα της Ελλάδας», Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών - Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία 25.06.2014

[1] Στην επιτροπή, που συγκροτήθηκε το 1919, συμμετείχαν ανώτατα στελέχη τεχνικών υπηρεσιών του Υπουργείου Συγκοινωνιών, καθηγητές ΑΕΙ και διακεκριμένοι ελεύθεροι επαγγελματίες:  oι πολιτικοί μηχανικοί μηχανικοί Δ. Λαμπαδάριος, Ν. Μπαλάνος, Π. Παρασκευόπουλος και Βασ. Τσαγρής, οι αρχιτέκτονες Ν. Τσίπουρας, Ι. Αξελός, Κ. Κιτσίκης, E. Hébrard (1919-21) και ο μηχανολόγος Πέτρος Καλλιγάς, απόφοιτος του Πολυτεχνείου της Δρέσδης (1880).

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital