ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ
20 Απρίλιος, 2006
Η αρχιτεκτονική της βιτρίνας
Περιδιαβαίνοντας κανείς την Αθήνα, δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει τις σημαντικές αλλαγές που συντελούνται τα τελευταία χρόνια στο ευρύτερο πολεοδομικό σύμπλεγμα του λεκανοπεδίου.
Αλλαγές που διαμορφώνουν ένα νέο πρόσωπο ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, τα νέα της πρόσωπα, που αντανακλούν τις πολλαπλές πραγματικότητες που υφίστανται στο σώμα της.
Το μετρό, για παράδειγμα, δημιούργησε νέες «πύλες εισόδου» στο κέντρο της πόλης, στην οποία εισέρχεται κανείς αναδυόμενος από τις υπόγειες σήραγγές του. Σε κεντρικές περιοχές, δίπλα σε τράπεζες και πολυώροφα κτήρια γραφείων, δημιουργούνται νέα τεράστια πολυκαταστήματα από μεγάλες πολυεθνικές αλυσίδες, με αστραφτερές βιτρίνες, ανοξείδωτες επιφάνειες και εκτυφλωτικούς προβολείς που, ιδίως το βράδυ, τα μεταλλάσσουν σε ολόφωτους έγχρωμους χώρους που μαγνητίζουν το βλέμμα τού περαστικού.
Εφήμερη αισθητική
Εδώ η βιτρίνα αναγορεύεται σε υπέρτατο αγαθό και λειτουργεί σαν το παράθυρο μέσα από το οποίο ο καταναλωτής κοιτάζει εκστατικός τα νέα προϊόντα. Τα ίδια τα κτίρια μετατρέπονται σε κτίρια - βιτρίνες. Η αισθητική του μαγαζιού αλλά και ο απολύτως εφήμερος χαρακτήρας του έχουν παρεισφρήσει στο σχεδιασμό τόσο των ιδιωτικών όσο και των δημόσιων κτιρίων. Αυτό που έχει σημασία είναι το κτίριο να τραβήξει την προσοχή του αδιάφορου, και εθισμένου στο καινοφανές, περαστικού. Οπως το νέο μοντέλο αυτοκινήτου, το νέο ρούχο ή το κουτί του απορρυπαντικού στο σούπερ μάρκετ.
Παράλληλα, στην περιφέρεια, σε κομβικά σημεία των νέων υπερτοπικών οδικών αξόνων ή κοντά σε σημαντικούς σταθμούς μετεπιβίβασης, ξεφυτρώνουν ο ένας μετά τον άλλο οι σύγχρονοι ναοί κατανάλωσης. Αρχιτεκτονικά δεν παρουσιάζουν κανένα ενδιαφέρον και μοιάζουν με κακοφτιαγμένα υπερμεγέθη κοντέινερ, χωρίς ίχνος ανοίγματος, κλεισμένα αεροστεγώς, που απλώς στεγάζουν χιλιάδες τετραγωνικά καταναλωτικών ψευδαισθήσεων. Πρόκειται για τα γνωστά από την αμερικάνικη πόλη «Malls», που χωροθετούνται μακριά από τους χώρους κατοικίας, αφού αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η εξεύρεση μεγάλων οικοπέδων για τη δημιουργία άνετων χώρων στάθμευσης των ιδιωτικών αυτοκινήτων, που αποτελούν το βασικό μέσο μετακίνησης. Ετσι «φυλακίστηκαν» οι πανέμορφες ζωντανές αγορές μέσα σε κτίρια που λειτουργούν ως τεράστιες αποθήκες, ερμητικά κλειστές σε σχέση με το ύπαιθρο και τη συλλογική λειτουργία της πόλης, σ' ένα περιβάλλον ελεγχόμενο, παγερό, αποστειρωμένο, ασφυκτικό.
Εδώ δεν υπάρχει βιτρίνα, γιατί βασικός στόχος είναι να μπεις μέσα στο αδιάφορο κουτί, όπου στο εσωτερικό υπάρχει κρυμμένος ένας άλλος, «μαγικός κόσμος», που υπόσχεται πολλές συγκινήσεις στον καταναλωτή, εκπληρώνοντας και τις πιο απαιτητικές φαντασιώσεις του. Κάτι σαν παγίδα που αιχμαλωτίζει τα «υποψήφια θύματά» της, δελεάζοντάς τα να προβούν σε αγορές ακόμη κι αν αυτές δεν είναι αναγκαίες. Ο ανικανοποίητος καταναλωτής άλλωστε, ταυτίζει την υπόσταση και την ευτυχία του μόνον με την απόκτηση κάθε φορά νέων προϊόντων.
Η εμπορευματοποίηση της αρχιτεκτονικής έχει φτάσει στο απόγειό της. Δέσμια και αυτή ενός συστήματος αξιών που στοχεύει μόνον στο κέρδος, υπακούει αναπόφευκτα στους αμείλικτους νόμους τής κατ' όνομα «ελεύθερης αγοράς» και στην εν γένει αισθητική που αυτή επιβάλλει. Ο ρόλος του κτιρίου είναι να «πουλήσει» τη μορφή του, την εικόνα του ως αμιγές καταναλωτικό προϊόν. Η αρχιτεκτονική που προωθείται και επιβάλλεται στο διεθνή χώρο, αλλά και στον τόπο μας, είναι εκείνη που θέλει διαρκώς τους προβολείς στραμμένους πάνω της, σαν τους κατασκευασμένους αστέρες της τηλεόρασης που γρήγορα εμφανίζονται και ακόμη πιο γρήγορα εξαφανίζονται. Αντιμετωπίζει τον αρχιτεκτονικό χώρο ως αισθητικό αντικείμενο προς θέαση και κατανάλωση και όχι ως χώρο ζωής. Πώς όμως να μιλήσεις για την αρχιτεκτονική, αν αφαιρέσεις το κοινωνικό της περιεχόμενο, αλλά και το όραμά της για καλύτερους όρους ζωής;
Αυτή η άκρως αγχώδης, σχεδόν λυσσαλέα αναζήτηση του διαρκώς «νέου», που βασίζεται ακριβώς στη λογική της βιτρίνας που πρέπει συνεχώς να αλλάζει προκειμένου να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κορεσμένου αγοραστή, χαρακτηρίζει πλέον πολλές από τις «επαναστατικές» δήθεν προτάσεις των πολυδιαφημισμένων σταρ της διεθνούς αρχιτεκτονικής σκηνής. Ετσι, παλινδρομούμε ανάμεσα στο μεταμοντέρνο κιτς και στο αποϊδεολογικοποιημένο νεομοντέρνο, αδυνατώντας να προτείνουμε το ουσιώδες και το πραγματικά νεωτερικό, που θα πηγάζει από την αλήθεια της καθημερινότητάς μας.
Χειραγώγηση σκέψης
Κάθε διαφορετική φωνή κατακεραυνώνεται και απομονώνεται από τους «επαγγελματίες» κριτικούς ως απολύτως συντηρητική και οπισθοδρομική. Μέσα σ' αυτόν το σκληρό ιδεολογικό κατ' ουσίαν «πόλεμο» που διεξάγεται, είναι δύσκολο να ακουστούν οι απόψεις εκείνες που ασκούν κριτική και διαφοροποιούνται από την περιρρέουσα φαντασμαγορική ατμόσφαιρα της εικονικής ευδαιμονίας μας. Η «χειραγώγηση της σκέψης» σε ευρύτερα πεδία του δημόσιου βίου από τους κυρίαρχους ιδεολογικούς μηχανισμούς, έχει ήδη διαμορφώσει τα παγκοσμιοποιημένα πρότυπα σύμφωνα με τα οποία όλοι πρέπει να συμπορευτούν. Το ίδιο ισχύει και για την αρχιτεκτονική, την τέχνη, αλλά και κάθε έκφανση της ζωής.
Το «παράθυρο της τηλεόρασης», μέσα από το οποίο βλέπουμε τον κόσμο, έχει αντικαταστήσει το παράθυρο του σπιτιού μας. Εχουμε εθιστεί ως κοινωνία στην ευκολία της εικόνας και αρκούμαστε στην πρώτη φευγαλέα και επιδερμική ματιά, ενώ μας κουράζει να διεισδύσουμε στο βαθύτερο περιεχόμενο που τη συγκροτεί και την ουσιώνει. Συγχέουμε το νεωτερικό με το καινοφανές, το αυθεντικό με το κίβδηλο, έτσι που στο τέλος τα όριά τους να είναι δυσδιάκριτα. Ζούμε σε μια εποχή όπου κοιτάζουμε τη ζωή μέσα από τα «εικονικά παράθυρα» της τηλεόρασης που μας ναρκώνουν, επιβάλλοντας την παντοκρατορία τους και την επίπλαστη εικόνα μιας κοινωνίας της ευμάρειας και της ευδαιμονίας. Η πραγματικότητα που παρουσιάζεται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι αυτή που αποσπασματικά και επιλεκτικά εμφανίζεται ως μοναδική, αποκρύπτοντας τα διαφορετικά και πολυποίκιλα πρόσωπά της.
Οι βιτρίνες, οι οθόνες της τηλεόρασης, όπως και κάθε κρύσταλλο, έχουν όμως μια διπλή ιδιότητα. Από τη μια, η διαφάνειά τους επιτρέπει στο βλέμμα μας να δει τον εικονικό και φαντασμαγορικό κόσμο που μας αποκαλύπτουν και βρίσκεται πίσω τους, ενώ από την άλλη αντανακλούν ό,τι πραγματικό βρίσκεται μπροστά τους και καθρεπτίζεται πάνω τους, επαναφέροντάς μας στη ζωντανή πραγματικότητα.
Από εμάς αποκλειστικά, βέβαια, εξαρτάται, ποια θα επιλέξουμε.
Του ΤΑΣΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ - Καθ. Αρχιτεκτονικής στο ΕΜΠ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 17/03/2006
Το μετρό, για παράδειγμα, δημιούργησε νέες «πύλες εισόδου» στο κέντρο της πόλης, στην οποία εισέρχεται κανείς αναδυόμενος από τις υπόγειες σήραγγές του. Σε κεντρικές περιοχές, δίπλα σε τράπεζες και πολυώροφα κτήρια γραφείων, δημιουργούνται νέα τεράστια πολυκαταστήματα από μεγάλες πολυεθνικές αλυσίδες, με αστραφτερές βιτρίνες, ανοξείδωτες επιφάνειες και εκτυφλωτικούς προβολείς που, ιδίως το βράδυ, τα μεταλλάσσουν σε ολόφωτους έγχρωμους χώρους που μαγνητίζουν το βλέμμα τού περαστικού.
Εφήμερη αισθητική
Εδώ η βιτρίνα αναγορεύεται σε υπέρτατο αγαθό και λειτουργεί σαν το παράθυρο μέσα από το οποίο ο καταναλωτής κοιτάζει εκστατικός τα νέα προϊόντα. Τα ίδια τα κτίρια μετατρέπονται σε κτίρια - βιτρίνες. Η αισθητική του μαγαζιού αλλά και ο απολύτως εφήμερος χαρακτήρας του έχουν παρεισφρήσει στο σχεδιασμό τόσο των ιδιωτικών όσο και των δημόσιων κτιρίων. Αυτό που έχει σημασία είναι το κτίριο να τραβήξει την προσοχή του αδιάφορου, και εθισμένου στο καινοφανές, περαστικού. Οπως το νέο μοντέλο αυτοκινήτου, το νέο ρούχο ή το κουτί του απορρυπαντικού στο σούπερ μάρκετ.
Παράλληλα, στην περιφέρεια, σε κομβικά σημεία των νέων υπερτοπικών οδικών αξόνων ή κοντά σε σημαντικούς σταθμούς μετεπιβίβασης, ξεφυτρώνουν ο ένας μετά τον άλλο οι σύγχρονοι ναοί κατανάλωσης. Αρχιτεκτονικά δεν παρουσιάζουν κανένα ενδιαφέρον και μοιάζουν με κακοφτιαγμένα υπερμεγέθη κοντέινερ, χωρίς ίχνος ανοίγματος, κλεισμένα αεροστεγώς, που απλώς στεγάζουν χιλιάδες τετραγωνικά καταναλωτικών ψευδαισθήσεων. Πρόκειται για τα γνωστά από την αμερικάνικη πόλη «Malls», που χωροθετούνται μακριά από τους χώρους κατοικίας, αφού αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η εξεύρεση μεγάλων οικοπέδων για τη δημιουργία άνετων χώρων στάθμευσης των ιδιωτικών αυτοκινήτων, που αποτελούν το βασικό μέσο μετακίνησης. Ετσι «φυλακίστηκαν» οι πανέμορφες ζωντανές αγορές μέσα σε κτίρια που λειτουργούν ως τεράστιες αποθήκες, ερμητικά κλειστές σε σχέση με το ύπαιθρο και τη συλλογική λειτουργία της πόλης, σ' ένα περιβάλλον ελεγχόμενο, παγερό, αποστειρωμένο, ασφυκτικό.
Εδώ δεν υπάρχει βιτρίνα, γιατί βασικός στόχος είναι να μπεις μέσα στο αδιάφορο κουτί, όπου στο εσωτερικό υπάρχει κρυμμένος ένας άλλος, «μαγικός κόσμος», που υπόσχεται πολλές συγκινήσεις στον καταναλωτή, εκπληρώνοντας και τις πιο απαιτητικές φαντασιώσεις του. Κάτι σαν παγίδα που αιχμαλωτίζει τα «υποψήφια θύματά» της, δελεάζοντάς τα να προβούν σε αγορές ακόμη κι αν αυτές δεν είναι αναγκαίες. Ο ανικανοποίητος καταναλωτής άλλωστε, ταυτίζει την υπόσταση και την ευτυχία του μόνον με την απόκτηση κάθε φορά νέων προϊόντων.
Η εμπορευματοποίηση της αρχιτεκτονικής έχει φτάσει στο απόγειό της. Δέσμια και αυτή ενός συστήματος αξιών που στοχεύει μόνον στο κέρδος, υπακούει αναπόφευκτα στους αμείλικτους νόμους τής κατ' όνομα «ελεύθερης αγοράς» και στην εν γένει αισθητική που αυτή επιβάλλει. Ο ρόλος του κτιρίου είναι να «πουλήσει» τη μορφή του, την εικόνα του ως αμιγές καταναλωτικό προϊόν. Η αρχιτεκτονική που προωθείται και επιβάλλεται στο διεθνή χώρο, αλλά και στον τόπο μας, είναι εκείνη που θέλει διαρκώς τους προβολείς στραμμένους πάνω της, σαν τους κατασκευασμένους αστέρες της τηλεόρασης που γρήγορα εμφανίζονται και ακόμη πιο γρήγορα εξαφανίζονται. Αντιμετωπίζει τον αρχιτεκτονικό χώρο ως αισθητικό αντικείμενο προς θέαση και κατανάλωση και όχι ως χώρο ζωής. Πώς όμως να μιλήσεις για την αρχιτεκτονική, αν αφαιρέσεις το κοινωνικό της περιεχόμενο, αλλά και το όραμά της για καλύτερους όρους ζωής;
Αυτή η άκρως αγχώδης, σχεδόν λυσσαλέα αναζήτηση του διαρκώς «νέου», που βασίζεται ακριβώς στη λογική της βιτρίνας που πρέπει συνεχώς να αλλάζει προκειμένου να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κορεσμένου αγοραστή, χαρακτηρίζει πλέον πολλές από τις «επαναστατικές» δήθεν προτάσεις των πολυδιαφημισμένων σταρ της διεθνούς αρχιτεκτονικής σκηνής. Ετσι, παλινδρομούμε ανάμεσα στο μεταμοντέρνο κιτς και στο αποϊδεολογικοποιημένο νεομοντέρνο, αδυνατώντας να προτείνουμε το ουσιώδες και το πραγματικά νεωτερικό, που θα πηγάζει από την αλήθεια της καθημερινότητάς μας.
Χειραγώγηση σκέψης
Κάθε διαφορετική φωνή κατακεραυνώνεται και απομονώνεται από τους «επαγγελματίες» κριτικούς ως απολύτως συντηρητική και οπισθοδρομική. Μέσα σ' αυτόν το σκληρό ιδεολογικό κατ' ουσίαν «πόλεμο» που διεξάγεται, είναι δύσκολο να ακουστούν οι απόψεις εκείνες που ασκούν κριτική και διαφοροποιούνται από την περιρρέουσα φαντασμαγορική ατμόσφαιρα της εικονικής ευδαιμονίας μας. Η «χειραγώγηση της σκέψης» σε ευρύτερα πεδία του δημόσιου βίου από τους κυρίαρχους ιδεολογικούς μηχανισμούς, έχει ήδη διαμορφώσει τα παγκοσμιοποιημένα πρότυπα σύμφωνα με τα οποία όλοι πρέπει να συμπορευτούν. Το ίδιο ισχύει και για την αρχιτεκτονική, την τέχνη, αλλά και κάθε έκφανση της ζωής.
Το «παράθυρο της τηλεόρασης», μέσα από το οποίο βλέπουμε τον κόσμο, έχει αντικαταστήσει το παράθυρο του σπιτιού μας. Εχουμε εθιστεί ως κοινωνία στην ευκολία της εικόνας και αρκούμαστε στην πρώτη φευγαλέα και επιδερμική ματιά, ενώ μας κουράζει να διεισδύσουμε στο βαθύτερο περιεχόμενο που τη συγκροτεί και την ουσιώνει. Συγχέουμε το νεωτερικό με το καινοφανές, το αυθεντικό με το κίβδηλο, έτσι που στο τέλος τα όριά τους να είναι δυσδιάκριτα. Ζούμε σε μια εποχή όπου κοιτάζουμε τη ζωή μέσα από τα «εικονικά παράθυρα» της τηλεόρασης που μας ναρκώνουν, επιβάλλοντας την παντοκρατορία τους και την επίπλαστη εικόνα μιας κοινωνίας της ευμάρειας και της ευδαιμονίας. Η πραγματικότητα που παρουσιάζεται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι αυτή που αποσπασματικά και επιλεκτικά εμφανίζεται ως μοναδική, αποκρύπτοντας τα διαφορετικά και πολυποίκιλα πρόσωπά της.
Οι βιτρίνες, οι οθόνες της τηλεόρασης, όπως και κάθε κρύσταλλο, έχουν όμως μια διπλή ιδιότητα. Από τη μια, η διαφάνειά τους επιτρέπει στο βλέμμα μας να δει τον εικονικό και φαντασμαγορικό κόσμο που μας αποκαλύπτουν και βρίσκεται πίσω τους, ενώ από την άλλη αντανακλούν ό,τι πραγματικό βρίσκεται μπροστά τους και καθρεπτίζεται πάνω τους, επαναφέροντάς μας στη ζωντανή πραγματικότητα.
Από εμάς αποκλειστικά, βέβαια, εξαρτάται, ποια θα επιλέξουμε.
Του ΤΑΣΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ - Καθ. Αρχιτεκτονικής στο ΕΜΠ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 17/03/2006