ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ
28 Ιανουάριος, 2008
Η ΓΑΛΗΝΟΤΑΤΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ
Τη Βενετία την εκτιμά κανείς περισσότερο όταν δεν ζει εκεί την καθημερινότητά του, όταν θα την τριγυρίσει για λίγες μέρες και ως επισκέπτης – άλλωστε με τα λόγια του Malraux «για να διακρίνει κανείς το εξωτερικό ενός ενυδρείου, καλύτερα θα ήταν να μην είναι κι ο ίδιος ψάρι».
“The danger is that you will not linger enough.”
Henry James, Venice
Στη Βενετία δεν μπορείς να χαθείς ποτέ. Αντιθέτως με ό,τι θρυλείται, ακόμα και αν κάποιος χάσει τον προσανατολισμό του, είναι δεδομένο ότι στην επόμενη στροφή και εάν δεν (είναι αρκετά άτυχος ώστε να) συναντήσει πρώτα το νερό, θα βρεθεί σε γνώριμο μονοπάτι. Στη Βενετία ο τουρίστας ακολουθεί πάντοτε πολύ συγκεκριμένες διαδρομές, από τις οποίες, εάν κατά τύχη παρεκκλίνει, μπορεί πάντοτε να στηριχθεί σε μια εντυπωσιασμένη ομάδα Γιαπωνέζων, ώστε να επανέλθει στον σωστό δρόμο. Ο περιηγητής όμως, ο επισκέπτης που ψάχνει αυτό το επιπλέον μέσα από τις εικόνες και τις αφηγήσεις μιας πόλης, μπορεί να βαδίζει στις ίδιες διαδρομές, ανακαλύπτει όμως τη διαφορετική σημειολογία τους. Γιατί η Βενετία, αναμένοντας να «λυτρωθεί από τις ορδές των τουριστών», οι οποίοι επιμένουν να την αντιμετωπίζουν ως θεματικό πάρκο – μια Disneyland – διατηρεί στο έπακρο τον χαρακτήρα της ως Φανταστικό Μουσείο.
Η έννοια του Φανταστικού Μουσείου στο έργο του André Malraux εμπεριέχει την μεταμόρφωση των αντικειμένων και των στοιχείων του χώρου, όσο περνούν οι εποχές, και όσο αλλάζουν εκείνοι που τα παρατηρούν. Όλα βρίσκονται στα δικά μας μάτια – και στη Βενετία, την πόλη από νερό και γι’ αυτό αμετάβλητο για αιώνες τοπίο, η σημειολογική ερμηνεία αποκτά προστιθεμένη αξία.
Τη Βενετία την εκτιμά κανείς περισσότερο όταν δεν ζει εκεί την καθημερινότητά του, όταν θα την τριγυρίσει για λίγες μέρες και ως επισκέπτης – άλλωστε με τα λόγια του Malraux «για να διακρίνει κανείς το εξωτερικό ενός ενυδρείου, καλύτερα θα ήταν να μην είναι κι ο ίδιος ψάρι». Για να εκτιμήσει κανείς τη Βενετία – για να την δει όπως είναι στην πραγματικότητα και να συλλάβει τις λεπτές διαθέσεις της – χρειάζεται να χρησιμοποιήσει ό,τι εκείνη προσφέρει: εικόνες (αναπόδραστα μεμονωμένα συμβάντα) και αφηγήσεις (συστήματα ανάπτυξης εντυπώσεων και ιδεών). Και τότε σκέφτεται κανείς πως οι «Αόρατες Πόλεις» του Ίταλο Καλβίνο σίγουρα είχαν την έμπνευσή τους σε αυτή την πόλη.
***
Εικόνες από μία Βενετία
Η πρώτη εικόνα της Βενετίας ξεγελά ότι μπροστά είναι μια οποιαδήποτε πόλη με ενδιαφέρουσα κορυφογραμμή – κτήρια χαμηλά, τρούλοι ναών, ένα κωδωνοστάσιο – η γραμμή του ορίζοντα όμως είναι υδάτινη, και όλο αυτό είναι απλώς ο πρόλογος μιας θεατρικής σκηνής. Το καΐγκο σηκώνεται από τη λιμνοθάλασσα και θολώνει την ατμόσφαιρα, ο ήλιος είναι σπανίως εκτυφλωτικός, οι διαβαθμίσεις χρωμάτων και σχημάτων ισοπεδώνονται, τόσο ώστε όλα να γίνονται μια ενιαία σκιά που προβάλλει εν είδει Ιθάκης, λέγοντας: εδώ είσαι προορισμένος να έρθεις.
Το φθινόπωρο , η Βενετία μεταλλάσσεται, καθώς τα νερά μπαίνουν στην πόλη, αφήνοντας πάντοτε μια πιθανότητα εκεί που χθες ήταν πλακόστρωτο, σήμερα να είναι νερό και συνεπώς υποχρεωτικό να αλλάξει κανείς την πορεία του. Επιπλέον, μια δεύτερη πόλη εμφανίζεται, αρκετά εκατοστά πάνω από την επιφάνεια της πρώτης και με διαδρομές αυστηρώς καθορισμένες. Λίγο πριν το φαινόμενο της acqua alta, ως δια μαγείας, στοιβάζονται σε κομβικά σημεία των δρόμων, ξύλινες passerelles, η μια επάνω από την άλλη, οι οποίες όταν τελικά παραστεί ανάγκη, στήνονται σε σειρά και δημιουργούν την εναλλακτική διαδρομή επάνω από το νερό. Στις ενδιάμεσες ώρες, όταν το νερό αποσύρεται, αυτό το δίκτυο από passerelles λειτουργεί ως ένα όχι πολύ αναπαυτικό αλλά σίγουρα ευεργετικό ατελείωτο παγκάκι.
Δεν χρειάζεται να είναι τα νερά ψηλά, ώστε να έρθουν στην πόλη οι γλάροι. Συμπεριφέρονται όπως τα αδέσποτα ζώα: κυκλοφορούν ελεύθερα παντού, συνυπάρχουν με τους ανθρώπους αλλά και ενοχλούνται από αυτούς. Το κρώξιμο των γλάρων σκεπάζει τα πάντα και λειτουργεί ως υπενθύμιση: προσοχή πού πατάς. Είναι τόσο χαρακτηριστικός, ώστε μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον ήχο του παφλασμού του νερού πάνω στη βάση των κτηρίων.
Οι βυζαντινές καταβολές της πόλης είναι γνωστές όσο και προφανείς. Πιο γνωστό είναι το καθαρά κοσμικό λάφυρο που αποσπάστηκε από τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης – το τέθριππο που κοσμούσε την πρόσοψη του San Marco και τώρα προστατεύεται στα υπόγειά του, αφήνοντας τη θέση του σε αντίγραφο. Στους δρόμους της Βενετίας όμως συναντά κανείς και βυζαντινές εικόνες (κυρίως παραστάσεις της Παναγίας) εντοιχισμένες στα κτήρια, ενταγμένες σε πλαίσιο βενετσιάνικης τεχνοτροπίας, πίσω από σιδεριές, και συχνά στολισμένες με λίγα λουλούδια ή ένα κερί. Είναι προφανώς η ερμηνεία που δίνουν οι Βενετοί σε αυτό που περιγράφει ο Malraux στο Φανταστικό Μουσείο ως ενσωματωμένα καλλιτεχνήματα στο κτήριο – στους γοτθικούς ναούς είναι τα ψηφιδωτά, τα βιτρώ ή τα τέμπλα, στη Βενετία είναι μια βρεφοκρατούσα που σε περιμένει στην επόμενη γωνία.
Τα δομικά στοιχεία στα κτήρια της Βενετίας παραμένουν απαράλλακτα εδώ και αιώνες, ένα λεξιλόγιο παγιωμένο σε υλικά που είτε δημιουργήθηκαν στην περιοχή, είτε εισήχθησαν ώστε να προσδώσουν αίγλη, είτε εφαρμόστηκαν απλώς διότι η χρήση τους έλυνε πολλά προβλήματα. Το δημοφιλέστερο δάπεδο των εσωτερικών χώρων παραμένει το μωσαϊκό, ένα υλικό χυτό και ανθεκτικό στις μικρομετακινήσεις του κτηριακού όγκου, που επέρχονται με την πάροδο του χρόνου και την ανομοιογενή συμπεριφορά των πασάλων-θεμελίων στην ιλύ της λιμνοθάλασσας. Τα υαλοστάσια καλύπτουν αρκετά μεγάλες διαστάσεις, καθώς το γυαλί είναι κατασκευασμένο με την γνωστή τεχνοτροπία του γειτονικού νησιού Murano, και προσομοιάζει με σύνθεση από πάτους μπουκαλιών, τοποθετημένους ο ένας δίπλα στον άλλο. Οι πολυέλαιοι, επίσης της τεχνοτροπίας Murano, είναι φορτωμένοι με διακοσμητικά λουλούδια, πολύχρωμα κομμάτια φυσητού γυαλιού, που καθιστούν το θέαμα χαρακτηριστικώς kitsch, παράλληλα όμως δικαιώνουν τον Malraux που μιλούσε για την «εξουσία του χρώματος στη Βενετία». Τέλος, στις μαρμάρινες όψεις των κτηρίων δημιουργείται μια ιδιαίτερη σύνθεση που συνδυάζει τα χρώματα αλλά και τις κατευθύνσεις των «νερών» κάθε ξεχωριστού τμήματος μαρμάρου.
Μια ιδιαίτερη ευαισθησία χαρακτήριζε τον ιδιωτικό χώρο της Βενετίας: εκτός από τις όψεις των κτηρίων, και οι στοές διαθέτουν μια υψηλή αισθητική – ένα λαμπαντέρ ή ένα δερμάτινο κάθισμα δίπλα στο τραπεζάκι του καφέ, ο ξύλινος πίνακας ανακοινώσεων ρεπερτορίου της όπερας La Fenice ή του θεάτρου Goldoni – και την αίσθηση ότι βρισκόμαστε στο σπίτι κάποιου. Στις γέφυρες μπορεί κανείς να βρει κιγκλιδώματα που θα ζήλευαν ακόμα και κατοικίες, ενώ η κορυφή μιας γέφυρας μπορεί να κηρυχθεί προσωπική περιοχή, με το σκάψιμο τεσσάρων εσοχών σαν πατημασιές στις τέσσερις γωνίες της. Η Βενετία είναι μοναδική και επειδή μπορεί να επιδείξει ένα σταυροδρόμι γεφυρών – όπου δύο γέφυρες συναντώνται κάθετα – ή μια γέφυρα με το όνομα «Ponte Storto» – στραβή – ακριβώς επειδή συναντά υπό γωνία τον δρόμο στον οποίο οδηγεί.
Η καθημερινότητα στη Βενετία είναι προφανώς περισσότερο σκληρή από όσο μαθαίνουμε ποτέ οι επισκέπτες. Κάτι απλό: ποιος και πώς μαζεύει τα σκουπίδια; Η απάντηση είναι ότι κάθε πρωί, όπως σε κάθε πόλη του κόσμου, βγαίνουν οι συλλέκτες. Όμως, σε αυτή την πόλη, το όχημα είναι ένα σκουπιδιάρικο καροτσάκι που σέρνουν οι ίδιοι από δύο χειρολαβές.
Η τελευταία εικόνα έρχεται από το μέλλον της Βενετίας – είναι η εικόνα της γέφυρας που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Ο Santiago Calatrava προσθέτει μια γέφυρα στο Canal Grande, στην άκρη της πόλης, ώστε να είναι αυτή η γέφυρα το πρώτο πράγμα που βλέπει κανείς μπαίνοντας στην μεγαλύτερη «λεωφόρο» της πόλης, μόλις βγει από τον σταθμό των τρένων. Σαφώς λιτή και φονξιοναλιστική για τα μέτρα του δημιουργού της, παραμένει (προς το παρόν;) κόκκινη και αέρινη, καθώς δεν έχει τοποθετηθεί ακόμα το προστατευτικό στηθαίο κατά μήκος του ελαφράς καμπυλότητας τόξου της.
Η Βενετία μια βόλτα
Η Βενετία είναι μια προσωπική συλλογή – σε τούτο μοιάζει με το Φανταστικό Μουσείο. Όπως οποιαδήποτε πόλη-προορισμός περιηγητών, μπορεί να αναγνωσθεί ως μια ολοκληρωμένη συλλογή στιγμών και αναμνήσεων, αισθήσεων και συνειρμών, αντίθετά όμως με οποιαδήποτε πόλη, αυτή η συλλογή αναμνήσεων έρχεται από αιώνες πριν. Ο εγκέφαλος αδυνατεί να κατανοήσει αυτό που καταγράφει το μάτι. Το βράδυ, με τη συμβολή του σκοταδιού και της σιωπής, η αφήγηση ολοκληρώνεται. Οι τουρίστες απουσιάζουν, τα κλειστά καταστήματα δεν καταγράφουν (όπως στην διάρκεια της ημέρας) το παρόν της πόλης, κι έτσι την απελευθερώνουν, ώστε να επιστρέψει σε αυτό που ήταν παλιά και ανέκαθεν. Η κατάσταση γίνεται πλέον φανερή: η Βενετία είναι το σκηνικό, η θεατρική σκηνή, το τοπίο έξω από την πραγματικότητα, και όλοι εμείς σαν να μεταφερθήκαμε εκεί, συμφωνώντας να ζήσουμε για λίγο ρεαλιστικές στιγμές σε χώρους βγαλμένους από την Ιστορία.
Στο Φανταστικό Μουσείο του ο Malraux περιγράφει ότι ένας Χριστιανός είναι σε θέση να δει μια Αφροδίτη, ακριβώς επειδή εκείνη έχει απαλλαγεί από τον σκοπό που την δημιούργησε. Στην Βενετία όλοι εμείς δεν βλέπουμε πλέον τη Βενετία, αλλά μια ερμηνεία της, και μάλλον υποτιμημένη. Στο Φανταστικό Μουσείο, τα αγάλματα του Μεσαίωνα δεν αναπαρίσταναν τους αγίους – ήταν οι άγιοι. Σήμερα είναι απλώς αγάλματα, απογυμνωμένα από οποιοδήποτε μεταφυσικό νόημα. Ομοίως, οι κατοικίες της Βενετίας κτίστηκαν για να είναι palazzi, τα σπίτια των πλούσιων οικογενειών εμπόρων, που δύο ή τρεις γενιές αργότερα στελέχωναν το στρατό ή την διοίκηση της πόλης. Σήμερα, ελάχιστα palazzi λειτουργούν ως κατοικίες, ως το σπίτι κάποιας οικογένειας, και αυτά με αρκετές μετατροπές. Τα περισσότερα κτήρια έχουν πλέον παραλάβει ως επί το πλείστον δημόσιες χρήσεις – μουσεία, καταστήματα, ξενοδοχεία – διατηρώντας με τον τρόπο αυτό μια πεποιημένη και μάλλον νεοπλουτίστικη αίγλη.
Για να μπει κάποιος σε ένα βενετσιάνικο σπίτι – γνωρίζοντας ότι πρόκειται για ένα πεδίο με ειδικό σημειολογικό βάρος – θα πρέπει να διασχίσει στενά δρομάκια και να εισέλθει στο κτήριο από μια μικρή, ξύλινη πόρτα, ξέροντας ότι, όταν κατασκευάστηκε το κτήριο, αυτή ήταν η δευτερεύουσα είσοδος, με πλήρως βοηθητική χρήση. Η κύρια είσοδος φυσικά βρισκόταν στην όψη επί του νερού, στο Canal Grande ή σε οποιοδήποτε κανάλι, αναλόγως τον πλούτο της οικογένειας, όπου προσέγγιζε η γόνδολα, είτε για να αφήσει επιβάτες στο πλάτωμα της εισόδου, είτε για να εισέλθει στο κτήριο, σε ένα είδος pilotis, καθώς στο ισόγειό του εισχωρούσε το νερό. Αυτός ο άχρηστος σήμερα και μπαζωμένος πλέον χώρος – με δάπεδο πάντοτε από κάποιο χυτό υλικό – οδηγεί στο κλιμακοστάσιο, το οποίο πλέον διαθέτει και ascenseur, και από εκεί στα διαμερίσματα στα οποία έχει επιμεριστεί το κτήριο σήμερα.
Ένα διαμέρισμα διαθέτει την βαριά ξύλινη εξώπορτά του, το χυτό του δάπεδο (το οποίο με την πάροδο του χρόνου έχει καταγράψει όλες τις μικρομετακινήσεις των πασάλων στη θεμελίωση του κτηρίου, εμφανίζοντας λοφίσκους και βαθουλώματα, γνώριμα με τον καιρό στο υποσυνείδητο του κατοίκου), τον πολυέλαιο Murano και τα εντοιχισμένα καλλιτεχνήματα – δύσκολα όμως θα μπορούσε κανείς να το αποκαλέσει σπίτι του. Οι ιδιοκτήτες καταλαμβάνουν το πεδίο, αφήνουν τα ίχνη τους, μας φαίνεται όμως ότι υπο-χρησιμοποιούν τον χώρο. Και πώς θα μπορούσαν άλλωστε, όταν η κατοικία τους έχει μεταβληθεί ελάχιστα από την εποχή της κατασκευής της, τότε που η Βενετία ονομάζονταν ακόμα «Γαληνοτάτη» και η διοίκησή της βρισκόταν στα χέρια μιας ολιγαρχίας και του Δόγη.
Ο Malraux χρησιμοποιεί ως παράδειγμα της εξουσίας του Φανταστικού Μουσείου, το πορτρέτο του Georges Clemenceau από τον Edouard Manet. Το θέμα της συζήτησης της εποχής ήταν η ομοιότητα ή όχι μοντέλου και πίνακα (ο ίδιος ο Clemenceau αδυνατούσε να αναγνωρίσει τον εαυτό του σε αυτόν), και το πώς το πορτρέτο του ισχυρού άνδρα μετατρεπόταν σταδιακά σε έναν Μανέ. Αυτή μοιάζει να είναι και η μοίρα της Βενετίας: η πόλη, μετά την άνοδο και την πτώση, ξεπέρασε τον εαυτό της και έγινε το σύμβολο της ίδιας της ύπαρξής της. Η Βενετία δεν είναι πλέον μια πόλη, αλλά η ιδέα της πόλης. Το ζωντανό παράδειγμα της δύναμης της συλλογικής μνήμης επί της πραγματικότητας, η οποία δημιούργησε μια συλλογική Βενετία. Ή αλλιώς, μια μετάπολη, όπου η Piazza San Marco έχει θηριώδεις διαστάσεις, το σημείο του Café Florian και του Harry’s Bar βουλιάζει σαν μια μαύρη τρύπα, οι δρόμοι στη διαδρομή San Marco-Ponte dell’ Accademia έχουν σημαντικά μεγαλύτερο πλάτος από τους γειτονικούς τους. Κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια των Biennale, η πόλη μπατάρει προς τη μεριά των Giardini και της Arsenale. Η γοητεία της εξαργυρώνεται κάθε στιγμή, καθώς η πόλη έχει πουλήσει την ψυχή της στον διάβολο του τουρισμού, κερδίζοντας την αιώνια νεότητα, σταδιακά όμως σαν να μετατράπηκε σε ένα θεματικό πάρκο που απλώς αναπαράγει το πρωτότυπο.
***
Στη Βενετία συγχωρείς τα πάντα. Ο Henry James, λάτρης και τακτικός επισκέπτης της πόλης, περιγράφει με αηδία τις ορδές των τουριστών και την περιφορά τους εν είδει κοπαδιού στα αξιοθέατα. Αποφασίζει όμως ότι οποιαδήποτε ταλαιπωρία αξίζει τον κόπο, όταν, επιστρέφοντας από εκδρομή στο Lido, αντικρίζει τη Βενετία και τους πύργους που ξεπηδούν από τη λιμνοθάλασσα και πίσω της τον ήλιο καθώς δύει. Στο «Travelling Companions» περιγράφει πως, για μια μόνο στιγμή, η αρχαία δόξα της επιστρέφει, η λιμνοθάλασσα γίνεται ένα χαλί από φωτιά και ο νεκρός βενετσιάνικος τόνος ζωντανεύει ξανά, φανερώνοντας την εικόνα που ενέπνευσε τις νεφελώδεις οροφογραφίες στα palazzi.
Η Βενετία αρέσκεται στη σημειολογία: ανά πάσα στιγμή και επάνω σε ο,τιδήποτε μπορεί κανείς να δει τον Φτερωτό Λέοντα του Αγίου Μάρκου, τον σκούφο του Δόγη, το Ponte dei Sospiri, το Ponte di Rialto, το Campanile του San Marco. Στο Μουσείο Correr, στην Piazza San Marco, υπάρχει το γλυπτό του Antonio Canova «Δαίδαλος και Ίκαρος». Όπως ο Ίκαρος – με τα φτερά που προσπαθεί εδώ να δέσει στα χέρια του ο Δαίδαλος – θέλησε να πετάξει προς τον ήλιο, έτσι και η Βενετία θέλησε καθ’ υπέρβαση να αναγάγει το τουριστικό της πρόσωπο σε μείζονα παράγοντα της πόλης. Ο κίνδυνος είναι – εάν αυτό δεν έχει ήδη συμβεί – όπως ο ήλιος έκαψε το φτερά του Ίκαρου, η υπερέκθεση να διαλύσει και εκείνη, και την επικοινωνιακή της πολιτική με τον υπόλοιπο κόσμο.
από το site museiciviciveneziani.com
Δάφνη Σουλογιάννη
Αρχιτέκτων Μηχ.
Υ.Γ. Τις ευχαριστίες μου στην κα Χρύσα Μαλτέζου, την οικογένεια Ratti, την Άλκηστη, και (πάντοτε) στον Γιάννη.
Σχετικές Δημοσιεύσεις:
- Η Βενετία υπό πολιορκία ( 28 Οκτώβριος, 2003 )
- Οι μυστήριες διαδρομές ενός σωλήνα ( 10 Ιανουάριος, 2005 )
- Η πλωτή πλατεία της Γένοβα ( 20 Αύγουστος, 2005 )
- Μια Biennale για την πόλη ( 10 Δεκέμβριος, 2006 )
- Φλωρεντία- η «καινούρια» πόλη - Firenze- la città nuova.Ο σταθμός υψηλής ταχύτητας του Sir Norman Foster ( 20 Ιούνιος, 2008 )
- Ενάντια στην Αρχιτεκτονική. ( 14 Νοέμβριος, 2008 )
- Συνέντευξη του Vittorio Gregotti στο GreekArchitects.gr ( 24 Σεπτέμβριος, 2012 )
- Common Ground (ντοκιμαντέρ) ( 21 Νοέμβριος, 2012 )
- 13η Διεθνής Έκθεση Αρχιτεκτονικής της Βενετίας ( 15 Μάιος, 2013 )
- The Italian Pavilion at the 13th Venice Architecture Biennale ( 11 Απρίλιος, 2013 )
- Βιντεοσκόπηση διάλεξης Mauro Galantino ( 08 Ιούλιος, 2014 )
- Βιντεοσκόπηση διάλεξης Vincenzo Latina ( 30 Νοέμβριος, 2016 )
- Μικρές ουτοπίες ( 20 Απρίλιος, 2014 )