ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Περί Παράγκας (Μέρος Α)

05 Ιανουάριος, 2010

Περί Παράγκας (Μέρος Α)

Μορφή και Νόημα

Του Γιώργου Κουτούπη

Θα μπορούσαμε να επωφεληθούμε από τις συνεκδοχές και τα υπονοούμενα μιας έννοιας με βαλκανικό τουλάχιστον εύρος, άλλη τόση ιστορία -- κι ακόμα πιο ενοχλητική (ή διασκεδαστική) επικαιρότητα.


το άμορφο


Στη δυτική μεταφυσική, η μορφή ήταν πάντοτε στενά συνδεδεμένη με το νόημα. Το νόημα, επίσης, ήταν συνώνυμο της ουσίας, κι άρα η μορφή ήταν η αισθητή υποστασιοποίηση της ουσίας. Μέσ' απ' το πλαίσιο και τις τροπές μιας τέτοιας σύνδεσης προέκυπτε η αισθητική αποτίμηση -- ανάμεσα στο "ωραίο" και το "άσχημο". Η μορφή δεν είχε ποτέ κάποια αυτόνομη υπόσταση, καθώς όφειλε ν' (ανα)παριστά την ισχύουσα κοσμολογία. Ο "λόγος" της ουσίας κι η "αρχή" της αιτιότητας ήταν τα δύο της θεμέλια. Αρχίζοντας από τη "σπηλιά" του Πλάτωνα και την "εντελέχεια" του Αριστοτέλη, η κλασική παράδοση σχηματοποίησε μια ανθρωπομορφική τάξη για το σύμπαν και την κοινωνία. Η μορφή αποκτούσε νόημα μέσ' απ' αυτήν την τάξη των πραγμάτων, και το νόημα της τάξης των πραγμάτων έδινε μορφή στην ύλη.

Μπαίνοντας στη νεοτερικότητα, η "τάξη" υποχωρεί μπροστά στην "οργάνωση" των πραγμάτων, σύμφωνα με το νέο, μηχανομορφικό πια, πρότυπο σύλληψης του κόσμου και της κοινωνίας. Η μορφή υπάγεται σ' ένα καινούργιο νόημα, αυτό της λειτουργικότητας. Η ίδια η κίνηση της ιστορίας αποκτά νομοτέλεια -- σαν καλοκουρδισμένος μηχανισμός.

Βέβαια, όλ' αυτά δεν θα 'χαν ...νόημα, αν δεν υπήρχαν εκείνα τα φυσικά, ψυχικά και κοινωνικά φαινόμενα, που από πάντα διέφευγαν κάθε προσπάθειας για τακτοποίηση ή οργάνωσή τους -- κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση κάποιας ουσίας ή προτύπου. Αντέβαιναν στην "αρχή της μορφής". Ως "συμπτώματα", όφειλαν να (επαν)ενταχθούν στο εκάστοτε εξηγητικό τους πλαίσιο, αν και με τον χαρακτήρα του απωθητικού κι απαράδεκτου. Μ' αισθητικούς όρους, αυτά τα φαινόμενα βρίσκονταν πέραν του ορίζοντα της διαλεκτικής του ωραίου-άσχημου, εκεί που άρχιζε η terra incognita του άμορφου. Εκεί, όπου «δηλώνοντας ότι το σύμπαν δεν μοιάζει με τίποτα και ότι είναι μόνον άμορφο ισοδυναμεί με το να πεις ότι το σύμπαν είναι κάτι σαν αράχνη ή φτυσιά.» [01]

«Σάρμα εική κεχυμένων ο κάλλιστος κόσμος» -- ακούστηκε στην αρχαία Ιωνία [02]. Ποια είναι η "μορφή" μιας χούφτας σπιρτόξυλων ριγμένων στην τύχη -- δηλαδή, ποιο είναι το νόημά της; [Αφήνω κατά μέρος τη δυνητικότητα που φέρουν στο "κεφάλι" τους.] Πότε γίνεται "όμορφο" ή "άσχημο" ένα έμβρυο; [Πότε γίνεται "λειτουργικό" το ...παιδί;] Έπαιξε ο Einstein ζάρια στο Manhattan...; Τέτοια ερωτήματα κάποτε θα 'ταν ανόητα. [Ποιες να 'ναι άραγε οι νέες "ανοησίες";]

Ένας ορυμαγδός γεγονότων οδήγησε στο δόγμα της "νέας παγκόσμιας τάξης", και μαζί μια επιστημολογική στροφή συντελέστηκε κατά το πέρας του εικοστού αιώνα. Μορφές πέραν κι εκτός νοήματος, μη μορφές, ανόητες μορφές, αρχίζουν ν' αποκτούν -- ή να επιζητούν -- κάποιο νόημα από κάποια αιτιότητα μη-γραμμική κι από ουσίες αμφισβητήσιμης υπερβατικότητας. Τα δεσμά της ιστορικής νομοτέλειας, φυσικά, φαίνεται να 'χουν διαρραγεί. Και μια (η) "νέα τάξη" φλερτάρει με το άμορφο...

Έτσι, στην Εσπερία, η μετα-νεοτερική συνθήκη συνυφαίνεται μ' έννοιες, όπως "πολυπλοκότητα", "πληθυντικότητα", "πολλαπλότητα", "πολυμορφικότητα", "ετερογένεια", "δυσχερές όλον", "adhocism", "ριζικός εκλεκτικισμός", "ετερομορφισμός", "συμπεριληπτικότητα", "dirty realism", "dead-tech", "en-formality", "ομοιοστασία", "(τοπολογικός) ισομορφισμός" και πάρα πολλές άλλες στο ίδιο (νέο) πνεύμα [03].

Μ' άλλα λόγια, η (άμορφη) ύλη, με τη βοήθεια της (άστατης) ενέργειας, δεν αποζητά τη μορφή -- όπως το ξεκίνησε ο Αριστοτέλης, κι έφτασε μέχρι τον Π. Μιχελή και σ' άλλους θεωρητικούς του "υλο-μορφισμού". Κι ούτε, βέβαια, το τούβλο (του L. Kahn) θέλει από μόνο του να γίνει κάτι... Τα νέα συμφραζόμενα, λοιπόν, για τη μορφή αναγνωρίζουν, καταρχήν, τη δυνατότητα μιας αισθητικής (αισθητικών, καλύτερα), που θα τολμούσαν ν' αντικρίσουν το βάθος του συνόρου τους με το άμορφο. Αν οι παραπάνω εννοιολογικοί όροι μοιάζουν πολύ αφηρημένοι και κάπως ...αλλογενείς κι αλλόκοτοι, ίσως χρειάζεται να θυμηθούμε κάποια πιο οικεία εκδοχή του άμορφου και να προσπαθήσουμε να την επικαιροποιήσουμε.


η παράγκα


Θα μπορούσαμε να επωφεληθούμε από τις συνεκδοχές και τα υπονοούμενα μιας έννοιας με βαλκανικό τουλάχιστον εύρος, άλλη τόση ιστορία -- κι ακόμα πιο ενοχλητική επικαιρότητα [04]. Απ' τον Ηράκλειτο μέχρι τη θυμοσοφία του Καραγκιόζη και του Ναστρεντίν Χότζα, η παραγκότητα δεν περιορίζεται στο παρά- του παραπήγματος, του παρα-οικοδομήματος, του παροικήματος, του παρα-τεκτονήματος, κοκ. Φτάνει μέχρι την εγγενή, συμφυή, ασυνδετότητα μεταξύ μορφής και νοήματος. Σίγουρα, ανήκει στην εγγύς επικράτεια του άμορφου.

Γιατί, λοιπόν, η παράγκα; Θα δώσω κάποιους λόγους:

α. Αφορά μια κατάσταση του γίγνεσθαι που δεν χωρούσε στην παλιότερη "κριτική", και που δεν χωράει στη σημερινή "κρίση", της firmitas της commoditas της venustas. Ήταν και παραμένει πάντα μετά το σημείο χωρίς επιστροφή στην κοινωνική οργάνωση της ευταξίας (ή στον σχεδιασμό της αρμονίας). Η παράγκα ήταν πάντοτε ετοιμόρροπη, προσωρινή, δύσμορφη. Παρήγαγε περισσότερο άμορφο, απ' όσο μπορούσε να χωνέψει το νόημα [κάτι ανάλογο, άλλωστε, ειπώθηκε για την ιστορία (και την παράγκα) των βαλκανίων].

β. Οι αισθητικές εκτιμήσεις, με την όποια τους ...μορφή, εμπεριέχουν το πρόσημο μιας θετικότητας -- σχεδόν αναπόφευκτης, αν όχι καταναγκαστικής. Ο παλιός βραχνάς της αισθητικής πρόθεσης, μαζί με τη σημερινή θηλιά της "επιτελεστικότητας" (performativity) [όπως ονομάζεται η παλιά "αποδοτικότητα" στη νέα της τροπή], μπορούν κάπως να χαλαρώσουν με την "απελευθερωτική" διάσταση της παραγκότητας.

γ. Αλλά μπορούμε και ν' ανιχνεύσουμε την προοπτική της παραγκότητας στα πιο υποδειγματικά κι άξια έργα της σύγχρονης παραγωγής. Οι διασκεδαστικές -- κι όχι μόνο με την ετυμολογική σημασία της "διασκέδασης" -- ερμηνείες της παράγκας θα μας επέτρεπαν, [αφού αναφωνήσουμε: «της παραγκοσύνης ήλιε νοητέ!»], θα μας επέτρεπαν να κάνουμε πολύ σοβαρά λόγο για «κομψές ερειπιότητες», «απαράμιλλες αχρησίες, αχρηστεύσεις ή ματαιώσεις» και για «λαμπερές παραγκότητες».

δ. Κι οπωσδήποτε, από την άλλη, δεν θα πρέπει να μας ξεφύγει η δυνατότητα που ανοίγεται μετά και την τρέχουσα απαξιωτική χρήση του όρου, όταν για παράδειγμα γίνεται λόγος για "παράγκα του αθλητισμού". Γιατί όχι και του "τουρισμού", του "πολιτισμού", του "ιδρύματος" ή του "θεσμού".

ε. Μας φέρνει, ίσως, πιο κοντά, μέσω των παρυφών, στα μύχια του κοινωνικού νοήματος. Μας επιτρέπει, ίσως, μια διαφορετική κατανόηση για τις παραδοσιακές εκείνες "ομάδες", που συμβιώνουν αιώνες μαζί μας, χωρίς την παραμικρή αναγνώριση της συμβολής τους στο πανηγύρι της αρχιτεκτονικής. Μάστορες της παράγκας, υμνητές της παραγκοσύνης, νοικοκυραίοι στη ρετσινιά του φυλετικού τους προσδιορισμού [της "φυλής"]. Σταθερά εκτός τόπου και χρόνου, σε "μαχαλάδες", σε "camps" κάθε εγκλεισμού, σε (υπερ-)"αστικά κενά" κάθε εξαίρεσης. [Καμιά ιστορία της παράγκας, λοιπόν.] Ανανεώνουν, σήμερα, την πιο γλυκιά εκδίκηση για τα τραγικά καμώματα της ιστορίας. [Δεν μπορούμε να ξέρουμε, αν το ξέρουν. Κι αλίμονο αν το ξέραμε.]

ζ. Επιπλέον, νέες, μετα-μοντέρνες, απρόσκλητες κατηγορίες "πληθυσμών" μας διαφωτίζουν για την απατηλότητα της μόνιμης εγκατάστασης στους τσιμεντο-μαχαλάδες μας, για την παραγκότητα του λάιφ-στάιλ "νομαδισμού" μας, για την ερειποσύνη της νέας πολιτικής κι αισθητικής μας τάξης -- της καθολικής πολιτικής κι οπτικής ορθοδοξίας. [Μόνο τις παράγκες καταδέχεται η "γυμνή ζωή", όπως την ονόμασε ο Agamben.]

Όμως, ανάμεσα στα πολλά, υπάρχει το εξής


αλλά


Ένας βολικός τοίχος γκρεμίζεται -- το 1989. Κάπου τότε, ο F. Gehry ξαφνιάζει τους νατοϊκούς συνεταίρους του. Ο L. Woods, με τη σειρά του, τους μπερδεύει για τα καλά. Ο πρώτος φτιάχνει κτίρια που μοιάζουν από σοφιστικές παράγκες μέχρι πανάκριβα σύμβολα (σύνολα) μιας νέας παραγκοσύνης. Ο δεύτερος έρχεται, σαν ανθρωπιστική αποστολή, ν' ανακουφίσει τις απαιτούμενες παραγκοποιήσεις για τη νέα αρχιτεκτονική του μιλένιουμ. [Το Σεράγιεβο γίνεται η υποδειγματική Βαρκελώνη της ...παρα-γκοσμιοποίησης.]

Κάποτε, δηλαδή, το άμορφο "έσερνε" το νόημα. Σήμερα, όμως, βρισκόμαστε μπροστά στο παράδοξο (που δεν είναι) μιας τάξης (ή αταξίας, κατά το δοκούν), μιας αναδιοργάνωσης (κι αποδιοργάνωσης, όταν συμφέρει), που μιμείται τα σημεία της παράγκας. Με τον πλέον επιχειρησιακό τρόπο: την αυτο- ή/και την ετερο-παραγκοποίηση. Πιο επιστημονικά, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για "διαχείριση πάνω στην κόψη της τάξης και του χάους", ή για σκέτη "διαχείριση του (κοφτερού) ορίου μορφής και άμορφου", ή για "μόνιμη εκτός-ισορροπίας-κατάσταση" (και το αντίθετό της, "προσωρινή εντός-ισορροπίας-κατάσταση"), και γι' άλλα. Τέλος, όλες μας θα καταλαβαίναμε πολύ καλά περί τίνος πρόκειται, αν εστιάζαμε στην ίδια την παράγκα της δια-χείρισης, της δια-κυβέρνησης [α! και της ..."δια-βούλευσης"].

Μοιάζει με σφετερισμό της (παραδοσιακής μας) παράγκας απ' το "νέο παράδειγμα". Με τον τρόπο που 'χουν εξηγήσει οι D&G την ανέφικτη οικειοποίηση της πολεμικής μηχανής των νομάδων απ' τον κρατικό μηχανισμό [05]. Χρειάζεται -- με πολλά "ίσως" -- κάποια διαύγεια μέσα σ' αυτό το φαινόμενο. Έχουμε μια οιονεί-παράγκα του γενικευμένου δια-, μια παραγκόμορφη φάση της συνθήκης του δια-. Εμφανίζεται μαζί με την αγωνία της, που δεν κρύβεται, για την ευαισθησία και την τρωτότητα μιας αυτοκρατορικής "ενότητας", που ωστόσο πρέπει να διασπά άλλες ενότητες για την επιβίωσής της. Διαχωρισμός, διαφοροποίηση και διασύνδεση (των διαχωρισμένων και διαφοροποιημένων) είναι το matrix της αυτοκρατορικής παράγκας [σαν και την παλιά παράγκα του Σαραγιού]. Πραγματισμός κι ανταποκρισιμότητα, καιροσκοπισμός κι ευελιξία, επιβίωση κι επιτελεστικότητα, είναι κάποιοι σύγχρονοι όροι σχεδόν αισθητικής τάξης -- και, ταυτόχρονα, είναι οι όροι αισθητικοποίησης της επιχειρησιακής βίας στον παγκόσμιο μαχαλά.

Τι να σημαίνει ένα τέτοιο "γύρισμα" στην τακτική της Διαχείρισης; Και, το σημαντικότερο, είναι δυνατή κάποια διάκριση ανάμεσα στην "κλασική" παράγκα και τη σημερινή "απομίμησή" της; Βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα τυπικό παράδειγμα της σημερινής αδιαχωριστότητας των φαινομένων. [Έγινε μήπως ο αυτοκράτορας γύφτος;] Αν, όμως, αναρωτηθούμε για τη διάκριση ανάμεσα στη μεταμοντέρνα παράγκα του Καραγκιόζη και στη μεταμοντέρνα παράγκα του Σαραγιού -- κι ανάμεσα στην παράγκα του πλάνητα Καραγκιόζη και την παράγκα του πλανητικού Σαραγιού --, θα μπορούσαμε ίσως να βρούμε κάποιο στίγμα -- για τις "γραμμές φυγής" μας.  

Γιώργος Κουτούπης, αρχιτέκτων


σημειώσεις

[01]  Από σχετικό κείμενο του Georges Bataille, το «Formless», στο Visions of Excess: Selected Writings, 1927-1939, University of Minnesota Press, Minneapolis, 1985, p. 31.

[02]  «Σκουπίδια περιχυμένα στην τύχη ο ωραιότατος κόσμος», είχε πει ο Ηράκλειτος. Βλ. Ηράκλειτος, Άπαντα, (μτφρ. Τ. Φάλκος-Αρβανιτάκης), Ζήτρος, Θεσσαλονίκη, 1999, σ. 132 και 133.

[03]  Παίρνω κάποιες ενδεικτικές έννοιες, τις περισσότερες απ' τον Ch. Jencks και το βιβλίο του Heteropolis. Los Angeles - The Riots and the Strange Beauty of Hetero-Architecture, (Academy Editions - Ernst & Sohn). Είναι χαρακτηριστικό ότι δημοσιεύεται το 1993, λίγο μετά τις "ταραχές" [«justice riots», όπως τις λέει] στο Λος Άντζελες -- κι ενόσω ήταν σ' εξέλιξη η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Το μότο του βιβλίου: «είναι η ενότητα δυνατή;» -- σαφώς δεν εννοούσε τα μέρη της Βαλκανίας. Μ' άλλα λόγια, κάποια μη-ενότητα για την ίδια την "Ετερόπολη" είναι αδιανόητη, παρά την προσεκτική διατύπωση του ανυπέρβλητου φόβου. Βέβαια, το εύρος των ίδιων εννοιών έχει σημαντικά περισταλθεί, όπως ξέρουμε, μετά τον διαρκώς παρόντα πια Σεπτέμβρη του 2001.

[04]  Εννοείται, ότι μπορούμε να υποθέσουμε την όποια παράγκα μας ακούγεται "πιο κοντά". Θα μπορούσε να 'ναι, π.χ., (παρ-)ευξείνεια, (παρ-)άνδεια, (παρα-)μεσόγεια. Ακόμα, παράγκα ουασινγκτώνεια, πεκίνεια, ντουμπαϊνή, βερολινεζική ή βαρκελώνεια. Γιατί όχι, cyber-, algo-, prime-, geno- ή digi-, info- και eco-...

[05]  Αναφέρομαι στο Nomadology: The War Machine [Semiotext(e), 1986] των Deleuze και Guattari.

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital