ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ

Συμμετοχες 2015

179.15 Αναβίωση της μεσαιωνικής καστροπολιτείας του Ανάβατου στη Χίο

17 Αύγουστος, 2016

179.15 Αναβίωση της μεσαιωνικής καστροπολιτείας του Ανάβατου στη Χίο

Μετατρέποντας ένα χωριό φάντασμα σε πυρήνα ζωής.

English version

Φοιτήτριες : Σαχσαμάνογλου Μαρία, Στεφανίδου Λεμονιά
Επιβλέπουσες καθηγήτριες: Δούση Μαρία, Πάκα Αλκμήνη
Τμήμα Αρχιτεκτόνων Πολυτεχνική Σχολή Α.Π.Θ.
Ημερομηνία παρουσίασης : Ιούλιος 2015

Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά το ζήτημα της αναβίωσης του εγκαταλειμμένου οικισμού του Ανάβατου, στην κεντρική Χίο.

Χτισμένος από τοπική πέτρα, πάνω στον απόκρημνο βράχο, σε υψόμετρο 400 μ., ο οικισμός ενσωματώνεται απόλυτα στο περιβάλλον του και γίνεται δύσκολα αντιληπτός από απόσταση. Ο φρουριακός χαρακτήρας, η λιτή αρχιτεκτονική των κτισμάτων, η επανάληψη της μονάδας , το μέτρο του ελάχιστου, αλλά κυρίως η σχέση με το φυσικό υπόβαθρο -τον βράχο- είναι τα χαρακτηριστικά που τον καθιστούν μοναδικό. Ο οικισμός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ενότητες αντίστοιχες με τις ιστορικές φάσεις της εξέλιξής του: την ακρόπολη, το μεσοχώρι και ένα νεότερο τμήμα στο βόρειο πλάτωμα. Άλυτα προβλήματα παραμένουν σήμερα η εικόνα της εγκατάλειψης, η έλλειψη προσβάσεων, δικτύων υποδομής και στοιχειωδών συνθηκών διαβίωσης στα ιστορικά κελύφη.

Το προτεινόμενο σενάριο περιλαμβάνει την αναβίωση του οικισμού μέσω της δημιουργίας μιας περιοχής κατοικίας, με δυνατότητα φιλοξενίας τριακοσίων νέων κατοίκων, και της εγκατάστασης πολιτιστικών χρήσεων στον ερειπιώνα της Ακρόπολης. Στόχος της επέμβασης είναι, ουσιαστικά, η προστασία του οικισμού μέσω της επανακατοίκισής του. Η μελέτη αφορά το σύνολο του οικισμού, ωστόσο, όπως έγινε κατανοητό μέσω της ανάλυσης που πραγματοποιήσαμε, κάθε τμήμα του απαιτεί ιδιαίτερο χειρισμό, λόγω της διαφορετικής φυσιογνωμίας, θέσης και υφιστάμενης κατάστασής του.

Η επέμβαση που προτείνεται στον χώρο της ακρόπολης έχει ήπιο και εφήμερο χαρακτήρα. Στα κελύφη με αναγνωρίσιμη δομή, οι βασικές χρήσεις είναι αυτές του πολιτισμού και της αναψυχής, σε συνδυασμό με κάποιους ξενώνες. Τα υπόλοιπα κελύφη συμπληρώνονται επιλεκτικά, ανάλογα με την κατάσταση διατήρησής τους, ώστε να ολοκληρώσουν την εικόνα του τειχισμένου τμήματος, ενώ παράλληλα δημιουργείται μια ελαφριά, ανακλητή κατασκευή, η οποία διευκολύνει την κίνηση ανάμεσα στα ερείπια, κατευθύνει τον επισκέπτη, και αποτελεί ένα ενοποιητικό στοιχείο, μέσα στον κατακερματισμένο χώρο της ακρόπολης. Η κατασκευή αυτή, η οποία αποτελείται από μεταλλικό σκελετό και επένδυση με ξύλινες σανίδες, διέρχεται μέσα από τις υφιστάμενες χαράξεις του ιστού, αλλά και μέσα από τα ίδια τα ερείπια, προσφέροντας τη δυνατότητα περιπλάνησης και ξενάγησης στο χώρο, ώστε ο επισκέπτης να μπορέσει να κατανοήσει την πολυπλοκότητα και την μεγάλη πυκνότητα δόμησης που χαρακτήριζαν την περιοχή, ενώ τελικά καταλήγει σε χώρους στάσης. Οι χώροι αυτοί, κάποιοι εκ των οποίων είναι στεγασμένοι, τοποθετούνται μέσα σε επιλεγμένα ερείπια, που προσφέρουν πανοραμική θέα, και βρίσκονται σε άμεση σχέση με τις υπόλοιπες χρήσεις που χωροθετούνται στην ακρόπολη.

Στο μεσοχώρι, όμορα κελύφη συνενώνονται και αποκαθιστώνται, ώστε να δημιουργηθούν βιώσιμοι χώροι που πληρούν τις σύγχρονες απαιτήσεις διαβίωσης, και να φιλοξενήσουν νέες χρήσεις. Από αυτές, η επικρατέστερη είναι αυτή της κατοικίας, ενώ κατά μήκος του κεντρικού άξονα κίνησης, χωροθετούνται χρήσεις που καλύπτουν τις βασικές ανάγκες των κατοίκων και των επισκεπτών (εμπορικές, πολιτισμού και αναψυχής) και κάποιοι ξενώνες. Τα δύσβατα μονοπάτια πάνω στο βράχο επαναπροσδιορίζονται μέσω ενός δικτύου βαθμιδωτών διαδρομών και τοιχίσκων, που επαναδιατυπώνουν με σύγχρονους όρους τα στοιχεία που συγκροτούν τη φυσιογνωμία του οικισμού. Ο δημόσιος χώρος κατά περίπτωση διαμορφώνεται, μέσω της δημιουργίας πλατωμάτων, και άλλοτε αφήνεται επί τούτου αδιαμόρφωτος προκειμένου να διατηρήσει την άγρια, βραχώδη μορφή του. Παράλληλα, εγκαθίστανται χώροι στάσης σε ορισμένα ολοκληρωτικά ερειπωμένα κελύφη, δημιουργώντας μικρούς πυρήνες συνάθροισης και συνάντησης των κατοίκων σε κάθε γειτονιά του οικισμού.

Κατά τον ανασχεδιασμό των κελυφών δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη σχέση μεταξύ τους, όπου αυτά συνενώνονται, αλλά και στη μετάβαση από τον εσωτερικό-ιδιωτικό προς τον εξωτερικό-δημόσιο χώρο. Καθώς ο υπαίθριος χώρος ταυτίζεται με τον δημόσιο, και οι κατοικίες δεν έχουν τη δυνατότητα ιδιωτικής αυλής, γίνεται μια προσπάθεια διαμόρφωσης ημι-δημόσιων χώρων στις εισόδους των κατοικιών, ενώ παράλληλα μέσω της δυνατότητας πρόσβασης στα δώματα των εκατέρωθεν κελυφών, δημιουργείται ιδιωτικός υπαίθριος χώρος.

Στο εσωτερικό των κτισμάτων, γίνεται προσπάθεια για την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη εξοικονόμηση χώρου, λόγω των μικρών διαστάσεων των κελυφών. Επιλέγονται σύγχρονα υλικά και ελαφρές κατασκευές που στερεώνονται σε ανεξάρτητο σκελετό, και διατηρούν μικρή απόσταση από τους πέτρινους τοίχους, σηματοδοτώντας το γεγονός ότι αποτελούν μεταγενέστερα και εύκολα ανακλητά στοιχεία, που δεν τραυματίζουν τα κελύφη. Τα νέα ανοίγματα που δημιουργούνται είναι περιορισμένα σε αριθμό, έχουν ορθογωνικό σχήμα, και οριοθετούνται από στοιχεία από σκυρόδεμα, ώστε να είναι διακριτά από τα ήδη υπάρχοντα, χωρίς ωστόσο να αλλοιώνουν τη μορφολογία του συνόλου. Τα νέα κουφώματα που τοποθετούνται, τέλος, είναι ξύλινα και λιτά, προσομοιάζοντας μορφολογικά τα παλιότερα.

Αυτή η πειραματική προσπάθεια αποδεικνύει ότι ο οικισμός και τα υφιστάμενα κελύφη, αν και εκ πρώτης όψεως μοιάζουν αφιλόξενα για τα σύγχρονα δεδομένα διαβίωσης, είναι δυνατόν με τον κατάλληλο σχεδιασμό να μετατραπούν σε δοχεία σύγχρονης ζωής, και η επανακατοίκηση του Ανάβατου να γίνει πραγματικότητα.

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital