ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΑΛΦΑΔΙΕΣ

Το 'δέον' στυλ

09 Αύγουστος, 2009

Το 'δέον' στυλ

Συντήρηση και εξέλιξη στην αρχιτεκτονική –σκέψεις με αφορμή τη Σαντορίνη.

Του Θάνου Ν. Στασινόπουλου


Το Δημοτικό Σχολείο της Οίας: δεξιά η Μοντέρνα πτέρυγα κτισμένη αμέσως μετά τον σεισμό του 1956,
αριστερά η νεοπαραδοσιακή προσθήκη 40 χρόνια αργότερα.
Πορεία προς το μέλλον ολοταχώς με την όπισθεν;

Η κάθε εποχή & κοινωνία έχει τους δικούς της άγραφους αισθητικούς κανόνες που επιφέρουν μια ομοιογένεια στα οπτικά γνωρίσματα της κοινότητας: ρούχα, στολίδια, εργαλεία, κτίρια. Οι κανόνες έχουν κάποια πρακτική προέλευση, που πολλές φορές χάνεται στο βάθος του χρόνου. Έτσι το λειτουργικό στοιχείο αντικαθίσταται βαθμιαία από το σημειολογικό, διαμορφώνοντας την οπτική 'γραμματική' & 'συντακτικό' της εκάστοτε εποχής. 'Υποβολείς' κάθε τέτοιας σιωπηλής διαλέκτου είναι οι άρχοντες. Οι υπόλοιποι τους ακολουθούν, επιδιώκοντας τη καταξίωση μέσω της μίμησης, σε ένα αέναο συναγωνισμό ματαιοδοξίας. Τα παραδείγματα αφθονούν -ειδικά στην αρχιτεκτονική. Ας δούμε μερικά από τη Σαντορίνη.

Το πασίγνωστο χαρακτηριστικό γνώρισμα της τοπικής κτιριοδομίας, οι θόλοι, οφείλουν τη διάδοσή τους σε ένα είδος 'φυσικής δικαιοσύνης': η απουσία νερού -άρα και δομικής ξυλείας- αντισταθμίζεται από την αφθονία της ηφαιστειογενούς Θηραϊκής γης, ενός είδους φυσικού τσιμέντου. Αυτό το τοπικό υλικό διευκόλυνε την εξάπλωση της θολοδομίας από πέτρα, συμβαδίζοντας μορφολογικά με τις θολωτές σπηλιές. Με τη πάροδο του χρόνου η σχετική τεχνογνωσία αναπτύχθηκε τόσο πολύ που ακόμη και μικρά & ευτελή κτίσματα -όπως καμαράκια στα χωράφια ή στάβλοι- καλύπτονται με θόλους ή σταυροθόλια. Προφανώς αυτή ήταν για αιώνες η πιο φτηνή, εύκολη και ανθεκτική λύση για τη γεφύρωση ανοιγμάτων. Ένα προϊόν ανάγκης με ισχυρές μορφολογικές επιπτώσεις σε ευρεία κλίμακα. Μια κατασκευή τόσο συνηθισμένη όσο μια πλάκα μπετόν σήμερα.


Θόλοι και σταυροθόλια κάθε μορφής και μεγέθους

Όμως οι καιροί αλλάζουν κάποτε. Η επιβολή της Βαυαρικής δυναστείας στην ανεξάρτητη Ελλάδα συνοδεύτηκε με την εισαγωγή του Νεοκλασσικισμού. Το ξενόφερτο αρχιτεκτονικό στυλ ρίζωσε πολύ γρήγορα σε μια χώρα διψασμένη για νέα ταυτότητα που να απηχεί και το μακρινό ένδοξο παρελθόν, που δεν μπορούσε να εκφράσει η Βυζαντινή, Οθωμανική ή Ενετική αρχιτεκτονική κληρονομιά. Η τυπική σημειολογία του νέου στυλ έφτασε και στο Αιγαίο, με εισαγωγείς τους καπετάνιους. Το Γαλαξίδι, η Σύμη και το Καστελόριζο είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα νεοκλασσικής μεταμόρφωσης ολόκληρων οικισμών μέσα σε ελάχιστες δεκαετίες. Οι ντόπιοι καπετάνιοι πρόβαλλαν τον πλούτο τους αντιγράφοντας τα νεοκλασσικά γνωρίσματα που έβλεπαν στα Ευρωπαϊκά λιμάνια: αετώματα, παραστάδες, ορθογωνικές όψεις, διακοσμητικές λεπτομέρειες, μαζί με κυκλικά παράθυρα που στη περίπτωσή τους παρέπεμπαν στα φινιστρίνια των καραβιών τους δείχνοντας έτσι στη ναυτική τους ιδιότητα.


Η Νεοκλασσική επανάσταση σε ποικιλία εφαρμογών – οι θόλοι άφαντοι, μαζί και το απέριττο

Η νέα μόδα έφτασε βέβαια και στη Σαντορίνη, ανατρέποντας το πατροπαράδοτο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Οι θόλοι, βολική & φθηνή λύση ανάγκης όπως είπαμε, ήσαν υπερβολικά συνηθισμένοι & ευτελείς για να εκφράσουν τη νέα ευμάρεια. Όμως και πάλι η χρήση δομικής ξυλείας ήταν όχι μόνο ακριβή αλλά και αδοκίμαστη λύση για τα πατώματα και τα δώματα του σεισμοπαθούς νησιού όπου δεν υπήρχε η απαιτούμενη τεχνογνωσία. Καλοί οι νεωτερισμοί, αλλά όχι και σε θέματα ασφάλειας όπου οι δοκιμασμένες λύσεις υπερτερούν της μόδας, ειδικά αν είναι και φθηνότερες. Το εύρημα ήταν η μεταμόρφωση των θόλων σε ορθογωνικά κουτιά: καλύπτουμε τον χώρο με θόλους και σταυροθόλια και μετά εγκιβωτίζουμε τις καμπύλες μορφές με ελαφρόπετρα, διαμορφώνοντας τελικά ένα επίπεδο δώμα και ορθογωνικές όψεις –σαν τα ‘άλλα’ τα σπίτια, αυτά με ξύλινα δοκάρια.

Αυτό το σκηνογραφικό τέχνασμα διαμόρφωσε τα καπετανόσπιτα που βλέπουμε σήμερα, εδραιώνοντας ένα εντελώς νέο αρχιτεκτονικό ιδίωμα, τόσο ριζοσπαστικό για την εποχή του όσο θα ήταν στον ίδιο χώρο σήμερα π.χ. η χρήση εμφανούς μπετόν ή μεταλλικών επενδύσεων. Την εποχή εκείνη, η απουσία 'αρχιτεκτονικών επιτροπών' ή κανονισμών ταρίχευσης του κτιριακού παρελθόντος έκανε δυνατή την υπέρβαση των τριών κύριων χαρακτηριστικών της προγενέστερης αρχιτεκτονικής: της λιτότητας, του μινιμαλισμού και πάνω απ' όλα της δομικής αλήθειας.

Το κόστος αυτής της μεταμόρφωσης των θόλων σε παραλληλεπίπεδα φαίνεται ότι ξεπερνούσε τις δυνατότητες πολλών. Σε τέτοιες περιπτώσεις η σκηνογραφική λύση εφαρμόστηκε εν μέρει: αντί για ανύψωση όλης της περιμέτρου, 'ορθογωνοποιείται' μόνο η πρόσοψη με ένα τοίχο που κρύβει πίσω του τη πραγματική θολωτή κατασκευή. Ειδικά σε περιπτώσεις ναών, αυτός ο πρόσθετος ‘μαγικός’ τοίχος έχει τριγωνικό σχήμα, σαν νεοκλασσικό αέτωμα. Το μικρό πάχος αρκετών από τέτοιους αποσπασματικούς τοίχους που στέκουν ακόμη ‘κρύβοντας’ όψεις θόλων & σταυροθολίων δείχνει ότι η περιφρόνηση των καμπύλων μορφών συνεχίστηκε και μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1956, κατά τη σύγχρονη εποχή του τσιμεντόλιθου των 20cm.


Παλιές φτωχικές εφαρμογές της Νεοκλασσικής μόδας

Στις μέρες μας οι αξίες αντιστράφηκαν: τώρα οι 'παραδοσιακές' μορφές επέστρεψαν στη κορυφή του αρχιτεκτονικού λεξιλογίου, παίρνοντας εκδίκηση για τον μακρόχρονο παραγκωνισμό τους. Τώρα οι θόλοι είναι της μόδας και κατασκευάζονται από μπετόν πάνω σε υποστυλώματα και προβόλους, αντίθετα με κάθε έννοια στατικής αλήθειας. Οι πρόσθετοι τοίχοι στις προσόψεις δεν έχουν πια ορθογωνικό ή τριγωνικό σχήμα αλλά καμπύλο, μεταμορφώνοντας σκηνογραφικά τα οριζόντια δώματα σε δήθεν θόλους. Τώρα οι αψίδες υλοποιούνται ακόμη και με μοριοσανίδες συμπληρώνοντας 'νεοπαραδοσιακές' πέργκολες & τζαμαρίες, κατασκευές & υλικά που έχουν τόση σχέση με την φύση και το παρελθόν της Σαντορίνης όση και οι φοίνικες με την Αλάσκα.


Σύγχρονοι σκηνογραφικοί κανόνες (μόδα είναι και γυρίζει)



Από τις επισημάνσεις αυτές μπορούμε να εξάγουμε μερικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα:

1- Η ανάγκη οδήγησε στη λιτότητα και μέσω αυτής στην αλήθεια. Αυτά ήσαν τα θεμελιώδη γνωρίσματα της παραδοσιακής κτιριοδομίας κάτω από τα όποια επιφανειακά ιδιώματα.

2- Ο πλούτος έφερε τη μίμηση και αυτή τη δομική υποκρισία, η οποία με τη πάροδο του χρόνου εντάχθηκε στη 'παράδοση'.

3- Με ανάλογο τρόπο τα νέα υλικά και μέθοδοι κατασκευής επιτρέπουν μια νέα αρχιτεκτονική υποκρισία, αλλά με διαφορετικές επιδιώξεις: σήμερα ο στόχος είναι η ψευδαίσθηση του παλιού, ενώ στο παρελθόν ήταν η ψευδαίσθηση του καινούργιου.

4- Διαφορετικά είναι και τα κίνητρα της κάθε εποχής: παλιά ήταν η κοινωνική επίδειξη με την υιοθέτηση του Νεοκλασσικού νεωτερισμού, σήμερα είναι η έλξη που ασκεί επιλεκτικά το παρελθόν.

5- Είναι βέβαιο ότι, αν το σημερινό νομικό πλαίσιο που υποθάλπει τη νεοπαραδοσιακή σκηνογραφία υπήρχε και πριν από 100-150 χρόνια, τότε δεν θα είχαμε γνωρίσει τα καπετανόσπιτα μια και τα νεοκλασσικά στολίδια τους θα ήσαν 'ξένα προς τη τοπική παράδοση' και φυσικά απορριπτέα από κάθε ΣΧΟΠ και ΕΠΑΕ.

Το τελευταίο συμπέρασμα (που έχει να κάνει με τη σημερινή αρχιτεκτονική παραγωγή όχι μόνο στη Σαντορίνη αλλά και σε πολλά άλλα μέρη) φέρνει και μερικές άλλες σκέψεις στο μυαλό:

Πόσο άραγε θα διαρκέσει η ταρίχευση του αρχιτεκτονικού παρελθόντος που κυριαρχεί σήμερα; Μπορούμε να φανταστούμε ότι το 2100 θα έχουμε ακόμη δημόσιους θεματοφύλακες των δομικών μορφών του 1900 και ότι με τα μελλοντικά υλικά θα εξακολουθούμε να σκηνοθετούμε μια συγκεκριμένη φάση του αρχιτεκτονικού παρελθόντος;

Με την αλυσιδωτή μετατροπή της Σαντορίνης σε τουριστικό ‘λούνα-παρκ’, πληθαίνουν τα σημάδια μιας αύξουσας αρχιτεκτονικής σχιζοφρένειας. Βλέπουμε όλο και πιο πολλές κλιματιστικές μονάδες σε υπόσκαφα που είναι διάσημα για τη φυσική δροσιά τους το καλοκαίρι. Βλέπουμε τις πισίνες να συναγωνίζονται σε αριθμό τις στέρνες που κάποτε συντηρούσαν τη ζωή στο άνυδρο νησί. Βλέπουμε τα καλώδια της ΔΕΗ & του ΟΤΕ να απλώνονται σαν ιστός αράχνης στο νησί -που κάποτε δεν είχε καν καύσιμα για τη θέρμανση των σπιτιών- και να εξυπηρετούν νεοπαραδοσιακά 'roomς' από τσιμεντόλιθους. Βλέπουμε υπερσύγχρονα πλοία να φέρνουν επισκέπτες σε οικισμούς όπου επιβάλλονται με νόμο τα ξύλινα κουφώματα. Βλέπουμε πούλμαν να συνωθούνται σε 'γραφικά' δρομάκια και τεράστιες επιγραφές πάνω από 'παραδοσιακούς' θόλους.


Παραδοσιακές πινελιές

Τέτοιες αντιφάσεις είναι πολλές -και φυσικά δεν περιορίζονται στη Σαντορίνη αλλά αφθονούν σε όλο το τουριστικό σκηνικό της χώρας μας. Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι αναπόφευκτα:

• Ποιά ακριβώς στοιχεία του παρελθόντος έχουμε επιλέξει ως 'διατηρητέα παράδοση' και ποιοί 'ταγοί' μας ανέλαβαν την επιλογή και νομοθέτησαν λεπτομερώς τον κώνωπα καταπίνοντας την κάμηλο;

• Αν αφαιρέσουμε τη τουριστική εμπορευματοποίηση από τα κίνητρα επιβολής αυτής της Disneyland, ποιά πολιτισμική αξία έχει η ταρίχευση μερικών εικαστικών πτυχών του παρελθόντος και το πάγωμα της αρχιτεκτονικής εξέλιξης;

• Με τι πολιτιστικά εφόδια και κριτήρια ελέγχεται η διατήρηση της παράδοσης στη πράξη από τους αρμόδιους, και σε τι βαθμό ελέγχεται η ευθυκρισία τους;

• Αντί να μας ενδιαφέρει περισσότερο η επιδερμική αναπαραγωγή του παρελθόντος, μήπως θα ήταν πιο ουσιαστικός ο σεβασμός της βαθύτερης δομικής ηθικής των παλαιών κτισμάτων και οικισμών;
Για παράδειγμα, αντί να προβλέπει ο 'νομοθέτης' ακόμη και το πώς θα αναγράφεται η αρίθμηση των οικοδομών στους παραδοσιακούς οικισμούς (!), μήπως θα ήταν πιο ουσιώδες π.χ. να επιβάλλει τα επιφανειακά φέροντα στοιχεία αντί των γραμμικών;

Μήπως η ελαχιστοποίηση των λόγων F/V (περίβλημα προς όγκο) και A/F (ανοίγματα προς περίβλημα) είναι πιο κοντά στη κατασκευαστική λιτότητα & περιβαλλοντική σοφία του παρελθόντος απ’ ότι οι καμάρες ή οι ξύλινες πέργκολες;
Μήπως το κυρίαρχο σήμερα λευκό χρώμα ανταποκρίνεται περισσότερο στη βολή των σημερινών μπογιατζήδων παρά στις συνθήκες του παρελθόντος, τότε που προείχε η αποφυγή των πειρατών ή η κατασκευαστική οικονομία μέσω της σκόνης πολύχρωμων πετρωμάτων για τη μόνιμη ενσωμάτωση του χρώματος στην επιδερμίδα του σοβά; Το χρώμα είναι βασικό στοιχείο της λαϊκής έκφρασης σε κάθε χρόνο & τόπο, γι' αυτό και τα σπίτια δεν ακολουθούσαν διαφορετική αισθητική από τις πολύχρωμες φορεσιές & βάρκες, κάτι που είναι φανερό σήμερα σε χαλάσματα ή σε απομονωμένους οικισμούς μακριά από τη τρέχουσα 'λευκολατρεία'  (επιβεβλημένη με εγκύκλιο της δικτατορίας).

• Και τελικά το πιο ουσιαστικό ερώτημα: προέχει περισσότερο η διατήρηση ή η συνέχιση της παράδοσης;
Μήπως η τρέχουσα αρχιτεκτονική παραδοσιοπληξία απηχεί μια Ελλάδα που "ποτέ δεν πεθαίνει" γιατί είναι ήδη νεκρή, μια Ελλάδα που μένει πεισματικά προσκολλημένη στα 'ένδοξα φαντάσματα' του παρελθόντος επειδή αδυνατεί πλέον να προτείνει ένα νέο όραμα για το μέλλον -το οποίο τη τρομάζει περισσότερο απ' ότι την εμπνέει;

Ίσως κάποιος πει ότι η αρχιτεκτονική κάθε εποχής προσαρμόζεται στις εκάστοτε προτεραιότητες: παλιά η φύση, σήμερα ο τουρισμός. Όμως γιατί θα πρέπει οι σημερινές ανάγκες να καλύπτονται με καρικατούρες του χθες;

Τελικά μήπως η δημιουργική αισιοδοξία είναι ένα από τα ξεχασμένα θεμέλια της αρχιτεκτονικής & κοινωνικής εξελικτικής διαδικασίας του παρελθόντος;

Θάνος Ν. Στασινόπουλος, Αρχιτέκτων Μηχανικός Δρ. ΕΜΠ AAGradDipl.

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital