ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Από τα «εξοχικά σπίτια» στο Γκουγκενχάιμ

07 Αύγουστος, 2006

Από τα «εξοχικά σπίτια» στο Γκουγκενχάιμ

Ο μεγάλος αμερικανός αρχιτέκτονας Φρανκ Λόιντ Ράιτ, κατά πολλούς ένα από τα αδιαμφισβήτητα μέλη της «αγίας τριάδας» του μοντέρνου κινήματος (δίπλα στους Μις βαν ντερ Ρόε και Λε Κορμπυζιέ), ήταν μια μορφή ηγετική, ταλαντούχα, με αστείρευτη δυνατότητα ανανέωσης.

Του Μέμου Φιλιππίδη

Εχουμε αποκοπεί από κάτι γνώριμο είμαστε στο εσωτερικό της κατοικίας Ellis Brown House (1924) του διάσημου αμερικανού αρχιτέκτονα Φρανκ Λόιντ Ράιτ (1867-1959). Παρακολουθούμε τον πρωταγωνιστή, τον Χάρισον Φορντ, στην ταινία «Blade Runner» (1982). Πίσω του, δίπλα στη replicant Ρέιτσελ, τα αφηρημένα διακοσμητικά μοτίβα στους τσιμεντόλιθους επαναλαμβάνονται σε κάθε επιφάνεια τοίχου. Δεν μας είναι οικεία αυτή η αρχιτεκτονική, όσο και αν προσπαθήσουμε. Παραμένει ­ όπως τα υβρίδια και το μελλοντολογικό Λος Αντζελες της ταινίας ­ εξωτική, απόμακρη, «επική» και αυστηρά προσωπική. Αλλά την ίδια στιγμή και παρά τη διακοσμητικότητά της, διαθέτει αυστηρότητα, μονολιθικότητα, γοητεία. Εδώ ο Ράιτ, όπως και στις άλλες τρεις κατοικίες που σχεδίασε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '20 στο Λος Αντζελες, δεν επεδίωκε σχέσεις με την Ευρώπη. Το βλέμμα του εκινείτο αντιδιαμετρικά, στους προκολομβιανούς πολιτισμούς ­ και συχνά όπως θα δούμε, στην Ιαπωνία.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΕΝΩΤΙΚΩΝ (Unitarian Church) στο Γουισκόνσιν,
έργο του Φρανκ Λόιντ Ράιτ (1947).

Η πρώτη μας αυτή κινηματογραφική εμπειρία της αρχιτεκτονικής του, μιας άποψης «εξωτικής», έμελλε να επαληθευθεί από την πλειονότητα των υπόλοιπων έργων του. Την ίδια στιγμή δύσκολα θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει σημερινούς αρχιτέκτονες-διαδόχους της «κληρονομιάς» του Ράιτ (σε αντιπαράθεση με εκείνους του Μις βαν ντερ Ρόε και του Λε Κορμπυζιέ, που είναι αναρίθμητοι). Η αδιαμφισβήτητη θέση του Ράιτ στην ιστορία της αρχιτεκτονικής κρίθηκε πολύ περισσότερο από τη μοναδικότητα των έργων του. Στις εντυπωσιακά πολλές αναθέσεις του (1.141, από όπου έκτισε 532 έργα) κάθε φορά παρέκαμπτε τις συμβάσεις και ακολουθούσε μαχητικά μια δική του, προσωπική εκδοχή. Η αδιάκοπη πορεία του δημιουργικής ανανέωσης είχε στόχο μια αυθεντικά «αμερικανική» αρχιτεκτονική.

Η προσωπικότητα του Ράιτ ήταν και η ίδια μοναδικά φανταχτερή, με βαθιά αίσθηση της «προφητικής αποστολής» του. Εμπνεόταν, έλεγαν, από τη μητέρα του, την Αννα Ράιτ, η οποία από πολύ νωρίς κατηύθυνε το μέλλον του. Κρεμούσε πάνω από την κούνια του γκραβούρες γοτθικών εκκλησιών θέλοντας ο γιος της να γίνει αρχιτέκτονας. Του είχε πάρει και ένα σετ Froebel blocks, μια σειρά από απλά ξύλινα γεωμετρικά στερεά τα οποία έμελλε μεταγενέστερα να αποτελέσουν τρόπο σκέψης για τον ώριμο Ράιτ. Ο ίδιος αργότερα ομολογούσε: «Τα νηπιακά αυτά στερεά τα... παίζω ακόμη στα δάχτυλά μου». Ο πατέρας του, ο Γουίλιαμ Κέιρι Ράιτ, ήταν ιεροκήρυκας και μουσικός. Και τα έργα του Ράιτ αποπνέουν, θα έλεγε κανείς, μια θρησκευτική αύρα: με επιγραφές να νουθετούν σε σπίτια, δημόσιους χώρους λατρείας και εργασίας, αλλά και πολύχρωμα βιτρό να ρίχνουν σκιές στο εσωτερικό των σπιτιών του, σαν αυτά που βλέπουμε στις εκκλησίες. Η αγάπη πάντως που δεν θα έχανε ποτέ ήταν εκείνη που έτρεφε για τη φύση και τον αγροτικό τρόπο ζωής ­ τα πρώτα 20 χρόνια του ο Ράιτ έμενε στο Νοτιοδυτικό Γουισκόνσιν, όπου πολλά από τα καλοκαίρια τα περνούσε στη φάρμα του θείου του. Υστερα από μια σύντομη «θητεία» του σε σχολή πολιτικών μηχανικών, ο εικοσάχρονος Ράιτ (το 1887) μετακόμισε στο Σικάγο, όπου δούλεψε αρχικά για τον Τζόζεφ Λάιμαν Σίλσμπι και κατόπιν για τον Λιούις Σάλιβαν, που ήταν και ο γνωστότερος αμερικανός αρχιτέκτονας της εποχής. Υστερα από έξι χρόνια και αφού είχε γίνει υπεύθυνος για όλα τα σπίτια του γραφείου Σάλιβαν, έφυγε για να ανοίξει το δικό του γραφείο (1893) στο Οακ Παρκ του Σικάγου.

ΤΟ «FALLINGWATER», ΑΠΟ ΤΑ ΠΙΟ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΑ ΔΕΙΓΜΑΤΑ αρχιτεκτονικής του Ράιτ. Το σπίτι χτίστηκε πριν από 50 χρόνια στην Πενσυλβανία, πάνω από έναν γκρεμό. Εχει θέα στις πλαγιές του λόφου και στους άγριους θάμνους από ροδόδεντρα.

Το ρυάκι και οι μικροί καταρράκτες τρέχουν ακριβώς κάτω από το σπίτι (στη φωτογραφία η βόρεια όψη του κτίσματος)

Εκεί ανέπτυξε πληρέστερα όλο το ταλέντο του στον σχεδιασμό κατοικιών. Προτού φθάσουμε στις κατοικίες της δεκαετίας του '20 ­ από όπου και το «εξωτικό» φόντο της ταινίας «Blade Runner» ­ μια άλλη σημαντική ενότητα έργων είχε ήδη αναπτυχθεί: τα έργα του Ράιτ από την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα αποτέλεσαν τα περίφημα «Εξοχικά σπίτια» (το Prairie style). Το στυλ αυτό (κορυφαίο δείγμα του η κατοικία «Ρόμπι» το 1908 στο Σικάγο) διέθετε ελεύθερη κάτοψη στο ισόγειο με έμφαση στην οριζόντια διάσταση, χαμηλές στέγες με μικρή κλίση, χαμηλούς περιμετρικούς τοίχους σε αντίστιξη με τις κατακόρυφες ορθογώνιες καμινάδες και τους εσωτερικούς χώρους διπλού ύψους.

Απορρίπτοντας τη συμβατική άποψη ότι τα δωμάτια είναι ξεχωριστά κλειστά κουτιά ο Ράιτ σχεδίαζε ανοιχτούς, ρευστούς χώρους σε κατοικίες που έπαιρναν τη διάταξη ελεύθερων πτερύγων διατηρώντας σταθερό πυρήνα τους το τζάκι. Η κεντρική συνεισφορά του, η «οργανική αρχιτεκτονική», είχε εδώ δώσει τα πρώτα της δείγματα: φυσικά υλικά, άμεσα συσχετισμένα με την εκάστοτε περιοχή, φεγγίτες και τοίχοι με πολλά παράθυρα για να αγκαλιάζεται το φυσικό περιβάλλον, κτιριακή διάταξη που απλωνόταν σαν ρίζες δέντρου προς διαφορετικές κατευθύνσεις και (ασφυκτική) ενότητα του κτιρίου με την επίπλωση, που σχεδίαζε εξ ολοκλήρου ο Ράιτ. Και ήδη από αυτή τη δεκαετία η ιδιοσυγκρασία του ανέπτυσσε σχέσεις με την ιαπωνική αρχιτεκτονική. Ο ίδιος συνέλεγε φανατικά γιαπωνέζικες γκραβούρες.

ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ S. C. JOHNSON & SON ΣΤΟ ΓΟΥΙΝΣΚΟΝΣΙΝ (1936) Ο Ράιτ είχε χαρακτηρίσει τα αρχιτεκτονικά σχέδια του βιομηχανικού αυτού κτιρίου «μια μεγάλη απλότητα».

Το 1893 είδε τους ιαπωνικούς ναούς που είχαν κατασκευασθεί για τη Διεθνή Εκθεση του Σικάγου. Η επιρροή τους θα ήταν καθοριστικότατη για το έργο του: η προεξοχή των μεγάλων γείσων της στέγης έξω από τους χώρους της κατοικίας, η υποδιαίρεση του εσωτερικού με πετάσματα και όχι με τοίχους, ο τονισμός του ξύλινου σκελετού στους εξωτερικούς τοίχους. Ο Ράιτ άρχισε να επισκέπτεται την Ιαπωνία το 1905 και, διόλου τυχαία, μια από τις μεγαλύτερες αναθέσεις του ήρθε από εκεί, το Imperial Hotel (1913-22).

Το μεγάλο, μνημειακό ξενοδοχείο που σχεδίασε δέχθηκε αρχικά κριτική, αλλά όταν αποτέλεσε ένα από τα ελάχιστα κτίρια που έμειναν όρθια μετά τον μεγάλο καταστρεπτικό σεισμό του Τόκιο (τον περιβόητο «Kanto» του 1923), τότε όλοι τον αποδέχθηκαν με δέος. Ο Ράιτ είχε αποφασίσει να μη βυθίσει τα θεμέλια μέσα στο ασταθές υπέδαφος, αλλά στήριξε το ξενοδοχείο σε μια ελαστικά αιωρούμενη βάση. Ενόσω σχεδίαζε το Imperial Hotel ο Ράιτ απομακρύνθηκε από την οικογένειά του στο Οακ Παρκ (είχε νυμφευθεί την Κάθριν Τόμπιν και είχαν αποκτήσει έξι παιδιά) και ολοκλήρωσε το σπίτι του στην εξοχή, στο Spring Green του Γουισκόνσιν. Το σπίτι αυτό, σχεδιασμένο για την ερωμένη του Μάμα Τσένι ­ η οποία, όπως και ο Ράιτ, ήταν ακόμη παντρεμένη ­, θα καιγόταν δύο φορές και κάθε φορά ο ίδιος θα το ξανάχτιζε. Εδώ η Τσένι δολοφονήθηκε με τραγικό τρόπο από έναν ψυχασθενή υπηρέτη ο οποίος έκαψε όλο το κτίριο, σε αυτό το σπίτι ο Ράιτ νυμφεύθηκε και μια τρίτη γυναίκα, την Ολιβάνα Μιλάνοφ.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΕ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΛΕΨΕ Το καθιστικό του «Fallingwater», του «σπιτιού πάνω στους καταρράκτες», που σχεδίασε και... ζήλεψε ο ίδιος ο αρχιτέκτονάς του. «Είναι μια από τις μεγαλύτερες ευλογίες που μπορεί να δει κανείς πάνω στη γη... Τίποτε δεν συγκρίνεται με τον συντονισμό, την έκφραση της γαλήνης, όπου το δάσος και το ρυάκι συνδυάζονται τόσο ήσυχα με τα στοιχεία της κατασκευής... Ο καθένας θα μπορούσε να χτίσει ένα μεγάλο σπίτι για έναν πλούσιο. Το να σχεδιάσεις ένα όμορφο σπίτι για έναν μικρομεσαίο όμως, ε, αυτό δείχνει την αξία του αρχιτέκτονα!» έλεγε.

Το 1938 οι βαρείς χειμώνες έκαναν τον Ράιτ να μετακομίσει μαζί με την οικογένειά του στο Φοίνιξ της Αριζόνας, όπου έχτισε το Taliesin West ­ εκεί πέρασε και τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής του. Ηδη από το 1932 είχε ανοίξει το σπίτι του σε νέους αρχιτέκτονες για να μελετήσουν μαζί του, δημιουργώντας την υποτροφία Taliesin. Το δημιουργικό ταλέντο του δεν περιοριζόταν στην αρχιτεκτονική: σχεδίαζε έπιπλα, υφάσματα, κρύσταλλα, λάμπες, σερβίτσια και ασημικά, ήταν ένας παραγωγικός συγγραφέας, δάσκαλος και φιλόσοφος. Ενας κοινωνικός και φλύαρος τύπος γυναικοκατακτητή, ο οποίος διέθετε βαθιά συναίσθηση της αξίας του και περιτριγυριζόταν από μαθητές-ακολούθους που έχτιζαν και επεξέτειναν τα σπίτια του, έκαναν δουλειές του σπιτιού και τραγουδούσαν στη χορωδία του Ταλίεσεν με ανταλλαγή μια θέση δίπλα στον γκουρού της αρχιτεκτονικής. Ο ίδιος δήλωνε: «Λένε ότι είμαι ο καλύτερος αρχιτέκτονας του κόσμου... Ποιος άλλος υπάρχει; Αν η αρχιτεκτονική είναι αυτό που εγώ πιστεύω, τότε δεν έχει υπάρξει άλλος αρχιτέκτονας».

Στο τέλος της δεκαετίας του '30 ο Ράιτ βρέθηκε αντιμέτωπος με τα κρυστάλλινα κτίρια που γέμιζαν τις πόλεις, σχεδιασμένα από τον Βάλτερ Γκρόπιους και τον Μις βαν ντερ Ρόε. Ελεγε υποτιμητικά ότι οι Ευρωπαίοι μετατρέπουν το Μανχάταν σε «μια πελώρια φυλακή με γυάλινες προσόψεις...». Ο Ράιτ, παρά το μεγάλο ταλέντο του, είχε κάπως περιθωριοποιηθεί ­ οι αποκλίσεις του από το διεθνές κίνημα του μοντερνισμού ήταν εμφανείς: το μπετόν του δεν έπαιρνε ποτέ τα ορθογώνια αυστηρά περιγράμματα του Λε Κορμπυζιέ, κάθε ακμή του Ράιτ καμπυλωνόταν. Ο Ράιτ είχε επίσης ευχέρεια με τα τριγωνικά σχήματα ­ σίγουρα ανάθεμα για τους άλλους δύο πρωτεργάτες του μοντέρνου κινήματος (για τον Μις βαν ντερ Ρόε και τον Λε Κορμπυζιέ) ­ και έδωσε πολλά δείγματα κτιρίων με μυτερούς γυάλινους όγκους να ξεπροβάλλουν κάτω από βαθιά γείσα. Επιπροσθέτως, τη δεκαετία του '30 που τα λευκά κουτιά του μοντερνισμού στην Ευρώπη, ο Ράιτ στην Καλιφόρνια γινόταν γοτθικά διακοσμητικός και πολύπλοκος. Αλλά και πάλι το καλύτερο δημιουργικό του στάδιο ήταν ακόμη μπροστά του...



Ο ΦΡΑΝΚ ΛΟΪΝΤ ΡΑΪΤ και ο βιομήχανος Χέρμπερτ Τζόνσον (αριστερά) επισκέπτονται την υπό κατασκευήν μονάδα. Πίσω τους διακρίνεται η δοκιμαστική κολόνα η οποία... έπεισε τελικά τη Βιομηχανική Επιτροπή του Γουισκόνσιν να δώσει άδεια για το κτίριο.



Το σπίτι στον καταρράκτη, η κατοικία Kaufmann (1935), ίσως αφομοίωσε περισσότερο από κάθε άλλο έργο του τις ευρωπαϊκές αρχές του κινήματος De Stijl. Ο καταρράκτης τρέχει δίπλα και κάτω από αυτό το σπίτι, ενώ από τους κατακόρυφους πέτρινους όγκους του βγαίνουν μπετονένιοι πρόβολοι που εκτείνονται ελεύθερα στο τοπίο. Η φύση εισέρχεται μέσα στο σπίτι (συχνά κυριολεκτικά: το ρυάκι φουσκώνει και το σπίτι πλημμυρίζει) με τους τοίχους και τα πατώματα φτιαγμένα από την τοπική πέτρα και βράχους να αναδύονται (αντί για φλοκάτες) με φυσικότητα από κάτω.

Στο κτίριο Johnson Wax (1936) στο Racine του Γουισκόνσιν, η οργανική μεταφορά έφθασε σε αποθέωση την κατασκευαστική φαντασία του Ράιτ: ο ενιαίος χώρος εργασίας πήρε τη μορφή ενός «δάσους» υποστυλωμάτων με σχήμα μανιταριών. Μια μεμβράνη γυάλινων σωλήνων διαθλούσε μαγικά το φως στην οροφή, σαν να κοιτάς τον ουρανό από τον πυθμένα ενός ενυδρείου. Ακολούθησε το μεγάλο αριστούργημα του Ράιτ, το Μουσείο Γκουγκενχάιμ (1943-59) στη Νέα Υόρκη, που δεν πρόλαβε να δει ολοκληρωμένο, αφού ο ίδιος πέθανε έξι μήνες προτού ανοίξει.

ΤΑ ΜΥΚΗΤΟΕΙΔΗ ΥΠΟΣΤΥΛΩΜΑΤΑ του μεγάλου εργαστηρίου της μονάδας S. C. JOHNSON & SON. Η Βιομηχανική Επιτροπή του Γουισκόνσιν έκρινε ότι αυτές οι δενδρόμορφες κολόνες από μπετόν αρμέ ενισχυμένες με ατσάλι ήταν αδύνατον να συγκρατήσουν 12 τόνους η καθεμιά, όπως υπολόγιζε ο Ράιτ. Ετσι για να δοθεί η άδεια ο αρχιτέκτονας αναγκάστηκε να αποδείξει του λόγου του το αληθές με μια δοκιμαστική κολόνα την οποία στη συνέχεια γκρέμισε.

Αιρετικό για μουσείο, με πηγή έμπνευσης ένα άλλο έργο του όπου τα αυτοκίνητα κατέβαιναν μιαν αντίστοιχα κυκλική ράμπα, το Γκουγκενχάιμ χαρακτηριζόταν από μια σπειροειδή ράμπα κάτω από τη θολωτή γυάλινη οροφή. Η ιδέα αυτή ενός «συνεχόμενου ορόφου» έμελλε να είναι σημαδιακή, συγγενική με τις ράμπες του Λε Κορμπυζιέ, ενώ σήμερα έχει αναδειχθεί κεντρικό μοτίβο της ολλανδικής αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας (Ρεμ Κούλχας, MVRDV).

Την ίδια περίπου εποχή με το Μουσείο Γκουγκενχάιμ ολοκληρώθηκε και το Marin County (1957), ένα κτίριο που διατηρούσε την ίδια απλότητα και αρμονία στις γραμμές του. Μπετονένιο, με απαλές καμπύλες στα αίθρια, γοητεύει με τις αεροδυναμικές γραμμές του. Αγαπητό επίσης για τις γενναιόδωρες δόσεις φουτουρισμού του Ράιτ, το κτίριο αυτό γίνεται τόπος δράσης για την ταινία «Gatacca» (1997). Τις κυλιόμενες σκάλες του Marin County είναι που οι κοστουμαρισμένοι «εκλεκτοί» γενετικά επιστήμονες ανεβαίνουν αθόρυβα. Η Ούμα Θέρμαν και ο Ιθαν Χοκ, οι πρωταγωνιστές της ταινίας, εργάζονται μέσα στους αεροδυναμικούς χώρους του κέντρου και παρακολουθούν από τον μεγάλο θολωτό φεγγίτη τις εκτοξεύσεις στο Διάστημα...

Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ «WINGSPREAD» ΣΤΟ ΓΟΥΙΣΚΟΝΣΙΝ (1937). Ο Ράιτ βάφτισε το σπίτι που σχεδίασε για τον βιομήχανο Τζόνσον «άπλωμα φτερούγας». Το κτίσμα του απλώνεται σε μια άδενδρη τεράστια έκταση επίπεδου αγροκτήματος. Το καθιστικό του φτιάχτηκε έτσι ώστε να θυμίζει τριώροφη ινδιάνικη καλύβα. Στη φωτογραφία η μεγάλη αίθουσα με τους φεγγίτες και το τζάκι. Δεξιά, ο χώρος «βλέπει» προς τη βιβλιοθήκη και αριστερά, στην οικογενειακή περιοχή.

Υπέρμετρα αγαπητός στο αμερικανικό κοινό, που τον ανέδειξε ήρωα (λέγεται ότι το μυθιστόρημα «Fountainhaid» της Αϊν Ραντ είναι βασισμένο στη ζωή του), ο Ράιτ γνώριζε να προβάλλει τα κτίριά του στο μέλλον ξεπερνώντας τις δεσμεύσεις της εποχής του.

ΜΕΜΟΣ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ

* Φωτογραφικό υλικό για την εικονογράφηση της έκδοσης χρησιμοποιήθηκε από τις μονογραφίες «Frank Lloyd Wright: Τα καλύτερα έργα του», επιμ. Πάνος Ι. Κοσμόπουλος (Εκδόσεις Μαλλιάρης-Παιδεία, 1998), «The California Architecture of Frank Lloyd Wright» (San Francisco: Chronicle Books, 1988) και «Frank Lloyd Wright: Recollections by those who knew him», Edgar Tafel (ed.) (New York: Dover Publications, 1993), οι οποίες διατίθενται από το βιβλιοπωλείο Παπασωτηρίου (Στουρνάρη 35 και Τζωρτζ, Αθήνα, τηλ. 010 3809.821).

ΤΟ ΒΗΜΑ , 10-02-2002
Κωδικός άρθρου: B13488Y021

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital