ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Η αρχιτεκτονική ως περιτύλιγμα

07 Απρίλιος, 2008

Η αρχιτεκτονική ως περιτύλιγμα

Σε αρκετά έντυπα τελευταία, βλέπουμε ολοένα και περισσότερο να παρουσιάζεται το αρχιτεκτονικό έργο ως «καταναλωτικό προϊόν». Φτάσαμε σε σημείο μάλιστα, να αναφερόμαστε στους αρχιτέκτονες λες και είναι μόδιστροι υψηλής ραπτικής που κατεβαίνουν στην αγορά να διαλαλήσουν τα άψογα εμπορεύματά τους με την «επώνυμη υπογραφή».

Του Τάση Παπαϊωάννου

Αλλά η αρχιτεκτονική δεν είναι η άκαρπη και αγχωτική αναζήτηση ενός νέου κάθε φορά στιλ, μιας μόδας που θα δημιουργήσει απλώς θόρυβο και θα στρέψει επάνω της τα φώτα της δημοσιότητας. Αναφερόμαστε στα κτήρια σαν να πρόκειται για ψυχρά και άψυχα γλυπτικά αντικείμενα που θεώνται μόνον απ' έξω και από μακριά, που απλώς εντυπωσιάζουν, και όχι ως χώρους ζωής μέσα στους οποίους γεννιούνται, ζούνε και πεθαίνουν άνθρωποι. Ετσι όμως -ίσως δίχως να το συνειδητοποιούμε- εκμηδενίζουμε τη σημαντική κοινωνική αποστολή της αρχιτεκτονικής, ευτελίζουμε το περιεχόμενό της, ακυρώνουμε τη διαχρονική της διάσταση, το διδακτικό της νόημα.

Η επεξεργασία του εξωτερικού ορίου του κτηρίου σε ό,τι αφορά τη σχέση του με το δημόσιο χώρο της πόλης και το ύπαιθρο ήταν ανέκαθεν χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής δημιουργίας. Καταφέραμε όμως να αποσυνδέσουμε την όψη από την οργανική σχέση που είχε πάντα με την κάτοψη και την τομή (ως κομμάτι μιας αδιάσπαστης ενότητας) και τη μετατρέψαμε σε «περιτύλιγμα» στο πλαίσιο ενός αχαλίνωτου φορμαλισμού. Γιατί, άλλο πράγμα είναι η νέα έκφραση του κτηρίου, που σημαίνει ριζικές αλλαγές στη συνθετική και κατασκευαστική του δομή και φυσικά στη διαμόρφωση του εξωτερικού του κελύφους (ένα σοβαρό ζήτημα που απασχολεί εδώ και δεκαετίες τους αρχιτέκτονες), και άλλο το ντύσιμο του κτηρίου απλώς με μια επένδυση, ενώ κατά τα άλλα παραμένει ένα αδιάφορο «κουτί»1.

Ετσι φανταζόμαστε, στ' αλήθεια, την αναβάθμιση της ελληνικής αρχιτεκτονικής; Με όρους τηλεοπτικού θεάματος και life style θα αλλάξει μια πόλη και η καθημερινότητα των πολιτών της; Από το αν π.χ. ένα «διάσημο αρχιτεκτονικό όνομα»... καταδεχτεί να χτίσει στην Αθήνα και όχι, λόγου χάριν, από τη γενικότερη αλλαγή νοοτροπίας των κατοίκων της;2 Θαρρείς και η αρχιτεκτονική είναι μία ακόμη υστερία, μια αγωνιώδης αναζήτηση θεαματικής πρωτοτυπίας που επιδιώκει απλώς τη γρήγορη και εφήμερη αναγνώριση της αγοράς. Τη φιγούρα! Να περιβληθεί με εκείνα τα φωτεινά λαμπιόνια που θα την κάνουν να ξεχωρίζει στη σκηνή των ΜΜΕ, μακριά από την αργή, δύσκολη και βασανιστική διαδικασία, τις καθημερινές χαρές και απογοητεύσεις, τις μικρές επιτυχίες, τις ματαιώσεις... το γόνιμο έδαφος, δηλαδή, κάθε δημιουργικής εργασίας.

Μα ακριβώς αυτή η περιλάλητη «αγορά» είναι υπεύθυνη για την απαξίωση της ελληνικής αρχιτεκτονικής και των θεσμών που την αφορούν. Μια αγορά επιθετική, ανεξέλεγκτη, αδηφάγα απέναντι σε μια Πολιτεία ανοχύρωτη, αλλά και ανίκανη ή απρόθυμη(;) να ελέγξει ακόμη και στο ελάχιστο την εφαρμογή των νόμων και των θεσμών. Ας αναφέρουμε, για παράδειγμα, την πλήρη ανυπαρξία αρχιτεκτονικών διαγωνισμών τα τελευταία χρόνια (χωρίς φυσικά ο θεσμός αυτός να επιβραβεύει πάντοτε και σε όλες τις περιπτώσεις την ποιοτική αρχιτεκτονική), με αποκορύφωμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, όπου η αρχιτεκτονική ήταν σκανδαλωδώς απούσα (ενώ αντιθέτως η μελετο-κατασκευή οργίαζε) και τον Calatrava να παρουσιάζεται στο τέλος ως κερασάκι στην τούρτα και άλλοθι της τραγικής αυτής απουσίας. Ας μη λησμονούμε, επίσης, το διωγμό και την απαξίωση που υφίσταται χρόνια τώρα η καλή αρχιτεκτονική στον τόπο μας και τη μοίρα που επιφυλάξαμε στα μοντέρνα εκείνα κτήρια που κοσμούσαν το σύγχρονο κτιριακό μας πολιτισμό.

Σήμερα, ένας ιδιωτικός φορέας, το ίδρυμα «Σταύρου Νιάρχου», επιλέγει την απ' ευθείας ανάθεση της Εθνικής Βιβλιοθήκης και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μαζί με τον ευρύτερο περιβάλλοντα χώρο, σε έναν πολύ σπουδαίο (αναμφίβολα) ξένο αρχιτέκτονα, τον Renzo Piano. Το έργο θα κατασκευαστεί, όπως είναι γνωστό, σε έκταση που διέθεσε το Ελληνικό Δημόσιο στην περιοχή του Φαληρικού Δέλτα. Τέτοιες σημαντικές πολιτιστικές λειτουργίες όμως, θα μπορούσαν να αλλάξουν το χαρακτήρα ολόκληρων περιοχών, κυρίως αυτών που είναι υποβαθμισμένες, και κριτήριο για τη χωροθέτησή τους, ιδιαίτερα στον ασφυκτικό ιστό της Αθήνας, δεν μπορεί να είναι βέβαια η ύπαρξη και μόνον ενός ελεύθερου υπαίθριου χώρου. Ισως θα έπρεπε να μας απασχολήσει ...λίγο περισσότερο αυτό το ζήτημα.

Καλοδεχούμενοι οι ξένοι αρχιτέκτονες, αλλά μήπως θα έπρεπε να προτιμηθεί η διαδικασία του διεθνούς διαγωνισμού, έτσι ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε όλους τους αρχιτέκτονες (και σε Ελληνες φυσικά) να πάρουν μέρος στη μελέτη ενός τόσο σημαντικού συγκροτήματος, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλα σχεδόν τα μέρη του κόσμου; Δυστυχώς, στη χώρα μας φαίνεται ότι το «ηχηρό όνομα», ο διεθνής αστέρας, τοποθετεί αυτομάτως το αρχιτεκτόνημα εκτός κριτικής. Σαν να υφίσταται ένας ιδιότυπος «πολιτιστικός ραγιαδισμός».

Από πότε βγάλαμε το συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει αξιόλογους αρχιτέκτονες; Πότε τους δώσαμε την ευκαιρία (ιδιαίτερα στους νέους) να υλοποιήσουν ελεύθεροι από δεσμεύσεις και σκοπιμότητες τις ιδέες τους; Ξεχάσαμε ξαφνικά ότι όλα τα έργα (μικρότερα ή μεγαλύτερα) χτίζονταν και συνεχίζουν να χτίζονται με την καταστροφική διαδικασία της μελετο-κατασκευής, μια διαδικασία που ακυρώνει και οδηγεί στο περιθώριο την καλή αρχιτεκτονική; Ας σταματήσουμε επιτέλους να κατηγορούμε συλλήβδην τους αρχιτέκτονες -λες και είναι οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι- για τη θλιβερή εικόνα που παρουσιάζουν οι περισσότερες πόλεις μας, τα κτήρια, οι υπαίθριοι χώροι, κι ας αναλογιστούμε ποιοι είναι οι πραγματικοί λόγοι αυτής της συνολικής αποτυχίας. Μήπως δειλιάζουμε να αντικρίσουμε το πραγματικό μας πρόσωπο; Γιατί η πόλη είναι ένας παλλόμενος ζωντανός οργανισμός, είμαστε εμείς οι ίδιοι, ο τρόπος που ζούμε και συμπεριφερόμαστε!

Και όπως σε όλους τους τομείς της τέχνης, της επιστήμης... του πολιτισμού ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός, έτσι και στην αρχιτεκτονική ό,τι λάμπει δεν είναι υποχρεωτικά και καλή αρχιτεκτονική. Αντιθέτως μάλιστα, τα σημαντικά και αξιόλογα αρχιτεκτονικά έργα (και όχι μόνον) γίνονται τις περισσότερες φορές στη «...σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού», μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και κάθε άθλιας επικαιρότητας. Γιατί δεν έχουμε φυσικά όλοι την ίδια άποψη για την αρχιτεκτονική, όπως δεν έχουμε για τη μουσική, τη ζωγραφική ...την πολιτική. Η αρχιτεκτονική προτείνει πρώτα απ' όλα τρόπο ζωής! Δεν είναι το ευχάριστο και χαζοχαρούμενο παιχνίδι αναζήτησης αισθητικών στιλ.

Θυμάμαι τον Αρη Κωνσταντινίδη να λέει: «Πες μου πώς χτίζεις, να σου πω ποιος είσαι»! Πράγματι, ο αρχιτέκτονας δεν έχει άλλο τρόπο να υποστηρίξει την άποψή του, παρά μόνο με την αρχιτεκτονική που κάνει. Γιατί, ο λόγος περί την αρχιτεκτονική απέχει πολύ από αυτό που είναι εν τέλει η καλή αρχιτεκτονική. Μόνο μέσα από τα κτήρια που σχεδιάζεις και χτίζεις μπορείς να διατυπώσεις τη δική σου προσωπική άποψη και βεβαίως να κριθείς γι' αυτήν. Μόνον έτσι συμμετέχεις ενεργά και ουσιαστικά στη δύσκολη συζήτηση για την αρχιτεκτονική και την πόλη, τα συμπεράσματα της οποίας κρίνονται (ευτυχώς) σε βάθος χρόνου μεγάλο.

Του ΤΑΣΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ - Καθ. Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ

(με την ευγενική παραχώρηση του συγγραφέα)

1. Βλ. «"Κουτιά" με χαρακτήρα και υπογραφή»

«Καθημερινή», 17/2/2008

2. Βλ. «Η Αθήνα αποκτά κτίρια υψηλού κύρους»

«Καθημερινή» 2/3/2008

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital