ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ
13 Ιανουάριος, 2010
Η αρχιτεκτονική ως πολιτιστικό αγαθό. Η αρχιτεκτονική πραγματικότητα στην Ελλάδα του 2008
Το κείμενο του αρχιτέκτονα Νίκου Καλογήρου, περιλαμβάνεται στην ειδική έκδοση που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της 'Εβδομάδας Αρχιτεκτονικής 2008 με θέμα: H Αρχιτεκτονική ως πολιτιστικό αγαθό μέσα από την αρχιτεκτονική πραγματικότητα στην Ελλάδα του 2008.
Έχει μεταλλαχθεί η Ελληνική Κοινωνία τα τελευταία χρόνια, επιζητεί ο πολίτης καλύτερη Αρχιτεκτονική ή έστω απλά Αρχιτεκτονική και όχι το σχεδιασμό της οικείας του από κάποιον Μηχανικό;
Ποιος είναι ο ρόλος του Αρχιτέκτονα στη σημερινή κατασκευαστική πραγματικότητα;
Είναι ο ρόλος του Αρχιτέκτονα καθαρά σχεδιαστικός ή οφείλει μέσα από την πολυσχιδή προσωπικότητα του να παρέμβει και να συμβάλλει καθοριστικά στην ευρύτερη παίδευση της κοινωνίας;
Σε αντίθεση με τις καθοριστικές δεκαετίες του θαύματος του ‘ΕΟΤ’ και των μοναδικών σχολικών κτιρίων ποια είναι σήμερα η παραγόμενη ‘δημόσια’ αρχιτεκτονική;
Αποτελεί η βιώσιμη Αρχιτεκτονική λύση στη διαρκώς διογκούμενη περιβαλλοντική καταστροφή και πώς μπορεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα;
Ο απαρχαιωμένος ΓΟΚ είναι σε θέση να διαχειριστεί τις νέες οδηγίες για την ενεργειακή ταυτότητα;
Ποια είναι η πραγματική σχεδιαστική ελευθερία του Αρχιτέκτονα μέσα σε τόσο περιορισμένους οικοδομικούς κανονισμούς και την εργολαβομηχανικίστικη νοοτροπία της πλειοψηφίας των πολιτών;
Οι αρχιτέκτονες κλήθηκαν να αναπτύξουν το θέμα κυρίως από τη σκοπιά του ελεύθερου επαγγελματία που ασκεί το επάγγελμα τις τελευταίες δεκαετίες και δευτερευόντως μέσα από τις πολύ σημαντικές παράλληλες δραστηριότητες τους στον εκπαιδευτικό, δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.
Ακολουθεί η περίληψη της ομιλίας (& βίντεο) του Νίκου Καλογήρου, αρχιτέκτονα –Πρόεδρο τμήματος Αρχιτεκτόνων Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ.
*Πρωτότυπα (και ανέκδοτα) κείμενα των υπόλοιπων ομιλητών της κεντρικής εκδήλωσης της 'Εβδομάδας Αρχιτεκτονικής 2008' υπάρχουν στην ειδική έκδοση που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της Εβδομάδας Αρχιτεκτονικής.
Η αρχιτεκτονική ως πολιτιστικό αγαθό. Η αρχιτεκτονική πραγματικότητα στην Ελλάδα του 2008
Οι αλλαγές που αποτυπώνονται στην πρόσφατη αρχιτεκτονική πραγματικότητα είναι εμφανείς στο πεδίο της σύλληψης και της πρακτικής. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία της επικοινωνίας, της σχεδίασης και της υλοποίησης έχουν διευκολύνει τη διάδοση των νέων δεδομένων σε παγκόσμια κλίμακα. Η περισσότερο ορατή εξέλιξη είναι η μαζική χρήση των υπολογιστών στη σχεδίαση ακόμη και των πιο συμβατικών κτιρίων, καθώς αυτή επιτρέπει τη γρήγορη διεκπεραίωση, διευκολύνει τις ενδεχόμενες αλλαγές και παρέχει με τις φωτορεαλιστικές απεικονίσεις μία πειστική και κατανοητή προβολή των μελλοντικών υλοποιήσεων. Η περαιτέρω αξιοποίηση των υπολογιστών ως εργαλείων που διευκολύνουν τη συνθετική διαδικασία παρέχει νέες δυνατότητες. Αυτές διευρύνουν το πεδίο της δημιουργίας οδηγώντας ωστόσο συχνά σε έναν ανταγωνισμό υπερέκφρασης ιδιαίτερα μεταξύ των επωνύμων αστέρων της διεθνούς αρχιτεκτονικής σκηνής. Η υλοποίηση αυτών των εξαιρετικά πολύπλοκων σχεδιασμών προϋποθέτει επίσης την αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας. Η βιομηχανική τυποποίηση που αποτελούσε ένα από τα οράματα του μοντερνισμού αντικαθίσταται από τη δυνατότητα πολλαπλών συνδυασμών στο δομικό σκελετό και στις επιφάνειες των αρχιτεκτονικών έργων. Έτσι το συμβατικό εργοτάξιο μετασχηματίζεται σε πεδίο συναρμολόγησης στοιχείων τα οποία παράγονται από έξυπνα ρομπότ ελεγχόμενα από υπολογιστές με τεχνικές που παραπέμπουν περισσότερο σε ναυπηγεία.
Ωστόσο οι σημαντικότεροι μετασχηματισμοί στην προσέγγιση της αρχιτεκτονικής σύνθεσης συνδέονται, κατά την άποψή μου, με τις σύγχρονες πολιτισμικές εξελίξεις. Η αρχιτεκτονική ως συνδυασμός τέχνης και οικοδόμησης κελυφών που στεγάζουν δραστηριότητες, παρακολουθεί τους γενικότερους προβληματισμούς των εικαστικών προσεγγίσεων και των φιλοσοφικών στοχασμών της εποχής μας. Σε συνδυασμό με τις νέες τεχνολογικές δυνατότητες στη σχεδίαση και την εφαρμογή που προαναφέρθηκαν ανοίγονται νέες πρωτόγνωρες δυνατότητες. Η αποδοχή από το ευρύτερο κοινό απαιτεί κατάλληλη παιδεία και ένα ανοικτό κοσμοπολιτικό πνεύμα. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν είναι αυτονόητες. Έτσι ένα παράδοξο της εποχής μας προκύπτει από τη συνύπαρξη δύο φαινομενικά αντίρροπων τάσεων που κινούνται μεταξύ της άνευ όρων υιοθέτησης της αναπόφευκτης παγκοσμιοποίησης και της φονταμενταλιστικής αντίθεσης που εστιάζεται στα δεδομένα μίας συχνά απροσδιόριστης τοπικότητας. Η ενοποίηση που επιβάλλει η παγκοσμιότητα της αρχιτεκτονικής σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό της γεωγραφικής και ιστορικής ιδιαιτερότητας εμπεριέχει ενδιαφέρουσες προοπτικές διαλεκτικής σύνθεσης που δεν φαίνονται σήμερα να αξιοποιούνται επαρκώς, τουλάχιστον σε ότι αφορά την ελληνική πραγματικότητα.
Μία εναλλακτική οπτική που αποκτά βαθμιαία γενικότερη απήχηση είναι η περιβαλλοντική διάσταση του σχεδιασμού. Η παγκόσμια ενεργειακή κρίση και οι κλιματικές μεταβολές από τις ανθρώπινες δραστηριότητες καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για άμεση εφαρμογή μέτρων στην κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης. Το θέμα του περιβαλλοντικού σχεδιασμού είναι κατά την άποψή μου ευρύτερο από την εξοικονόμηση ενέργειας με την κατάλληλη διαμόρφωση των κελυφών των κτιρίων και γενικότερα των αστικών διατάξεων και ανοικτών χώρων. Η χρήση τοπικών και φιλικών υλικών, η ενσωματωμένη ενέργεια για την παραγωγή τους, τη μεταφορά και την ανακύκλωσή τους, η διασπορά των χρήσεων, η πυκνότητα της δόμησης, η τοπογραφική ένταξη είναι ορισμένες κρίσιμες παράμετροι που αποτελούν προϋποθέσεις μίας δόμησης φιλικής προς το περιβάλλον. Η υιοθέτηση αυτών των στόχων μπορεί να συμβάλλει στον εμπλουτισμό της σημερινής αρχιτεκτονικής έκφρασης και στην προσαρμογή της με ένα σύγχρονο τρόπο στις γεωγραφικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες κάθε τόπου.
Σε σχέση με τα παραπάνω η ελληνική πραγματικότητα δεν δικαιολογεί υπέρμετρες φιλοδοξίες. Είναι γεγονός ότι απελευθερωμένη από μακρόχρονες εξαρτήσεις και συμβατικές προσεγγίσεις η πρόσφατη επώνυμη ελληνική αρχιτεκτονική υιοθετεί το λεξιλόγιο ενός ήπιου ανανεωμένου μοντερνισμού χωρίς τις ακρότητες αλλά και την πειραματική διάθεση που χαρακτηρίζουν τη διεθνή σκηνή. Η καταρχήν αφαιρετική αυτή προσέγγιση επιβαρύνεται με αρκετά επιφανειακά στοιχεία που ανταποκρίνονται στο σύγχρονο τρόπο ζωής και της μόδας όπως διαχέεται από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας σ΄ένα περιορισμένο προς το παρόν ενημερωμένο κοινό.
Το γενικότερο πλαίσιο μέσα στο οποίο εξασκείται το ελεύθερο επάγγελμα του αρχιτέκτονα είναι ωστόσο ασφυκτικό. Στις κεντρικές περιοχές και στις επεκτάσεις των πολεοδομικών σχεδίων κυριαρχεί το ισοπεδωτικό πρότυπο της αστικής πολυκατοικίας με ενιαίους όγκους χωρίς εξάρσεις. Η αγωνιώδης προσπάθεια εξωτερικής διακόσμησης με ετερόκλητα συντηρητικά μορφολογικά στοιχεία που ανταποκρίνονται στις επιπόλαιες απαιτήσεις του συρμού, δεν μπορεί να συγκαλύψει τη συμβατική τυποποίηση ενός προϊόντος: εδώ η ικανότητα του αρχιτέκτονα κρίνεται ουσιαστικά από χειρισμούς που εξαντλούν τις δυνατότητες και τα «παράθυρα» τα οποία παρέχονται από τις πολεοδομικές διατάξεις για τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση του γηπέδου με την ενσωμάτωση βοηθητικών, ημιυπόγειων, ημιυπαίθριων και στεγασμένων χώρων. Αντίστοιχη και περισσότερο προβληματική είναι η εικόνα στις «εκτός σχεδίου» περιοχές όπου ανοικοδομούνται χωρίς πρόγραμμα οικιστικά συγκροτήματα, εμπορικά κέντρα, χώροι ψυχαγωγίας, γραφεία και βιομηχανικά υπόστεγα. Η άμορφη περιφέρεια και η κατακερματισμένη ύπαιθρος δυσχεραίνουν τις άτολμες απόπειρες για τη δημιουργία σημαντικών έργων υποδομής και αποθαρρύνουν τις ελάχιστες πρωτοβουλίες για σημαντικές επενδύσεις στη δόμηση. Η σπανιότητα κατάλληλων γηπέδων και η γενική απαγόρευση των υψηλών κτιρίων ευνοούν ουσιαστικά μόνο την ευέλικτη μικρομεσαία εργολαβική δραστηριότητα και την αντίστοιχη της αρχιτεκτονική διευθέτηση. Έτσι η αναμφισβήτητη δυναμικότητα του κατασκευαστικού τομέα στην Ελλάδα δεν οδηγείται προς την κατεύθυνση της μελέτης και την υλοποίησης αξιόλογων έργων δημόσιας ή ιδιωτικής πρωτοβουλίας που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως καταλύτες για τη σύγχρονη αρχιτεκτονική δημιουργία.
Στο πλαίσιο αυτό ο ρόλος της παιδείας με την ευρύτερη έννοια της είναι σημαντικός. Τα πολυάριθμα πλέον τμήματα αρχιτεκτόνων στις μεγάλες πόλεις και την περιφέρεια πρέπει να λειτουργήσουν ως φυτώρια και κέντρα διδασκαλίας και έρευνας, ενθαρρύνοντας την κινητικότητα και τη συνεργασία φοιτητών και διδασκόντων στον εκπαιδευτικό χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ παράλληλα οφείλουν να διαμορφώσουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους. Το άνοιγμα προς την κοινωνία σε συνεργασία με τους συλλόγους, τους φορείς των τεχνικών και τα σημαντικά πολιτισμικά ιδρύματα μπορεί να συμβάλλει στη διάδοση και την αποδοχή της αρχιτεκτονικής ως σημαντικής συνιστώσας του σύγχρονου πολιτισμού.
Νίκος Καλογήρου
Πρόεδρος τμήματος Αρχιτεκτόνων Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ
Σχετικές Δημοσιεύσεις:
- Η Αρχιτεκτονική ως πολιτιστικό αγαθό. ( 26 Ιούνιος, 2010 )