ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ
07 Απρίλιος, 2017
Το υποβαθμισμένο αστικό και περιαστικό τοπίο και η ανάκτησή του
Παράδειγμα εφαρμογής στην πόλη της Θεσσαλονίκης
Ε. Παπαλιούρα, Αρχιτέκτων Μηχανικός (Α.Π.Θ.) – Αρχιτέκτων Τοπίου (Edinburgh College of Art, U.K.)
Αντί προλόγου
Η εργασία βασίζεται σε ένα δίπολο. Από τη μία πλευρά ο προβληματισμός για την κοινωνική και ουσιαστική ‘συρρίκνωση’ του δημόσιου χώρου στις σύγχρονες πόλεις. Από την άλλη πλευρά, η ανάκτηση υποβαθμισμένων αστικών και περιαστικών τοπίων, τόσο σε διεθνές επίπεδο όσο και στον ελληνικό χώρο. Το παράδειγμα εφαρμογής στην πόλη της Θεσσαλονίκης, παρατίθεται αναλυτικά και αποδεικνύει ότι είναι εφικτή η αξιοποίηση των εγκαταλειμμένων και κακοποιημένων περιοχών, με κύριο σκοπό την εξασφάλιση μεγαλύτερου ποσοστού πρασίνου ανά κάτοικο, γεγονός που οδηγεί στη βελτίωση της ποιότητας ζωής μας, τόσο στην οικολογική και αισθητική, όσο και στην κοινωνικο-πολιτισμική διάστασή της.
Υπόθεση εργασίας
Ο δημόσιος χώρος
Στις σύγχρονες πόλεις, ο ελεύθερος χώρος απειλείται. Ο πολυδιάστατος χαρακτήρας των δημόσιων χώρων συρρικνώνεται και σταδιακά χάνει την κοινωνική του ταυτότητα. Ο δημόσιος χώρος βρίσκεται υπό τον κίνδυνο μίας διαρκούς κατάληψης. Αυτή η συρρίκνωσή του, η επιθυμία για γρήγορη κατοίκηση σε ότι έχει απομείνει ακόμη άδειο, χωρίς να νοιάζεται κανείς για την ‘αισθητική’ και τις συνέπειες, είναι ένα γενικότερο θέμα κουλτούρας, που δεν οφείλεται μόνο στην απουσία επαρκούς σχεδιασμού και εφαρμογής ρυθμιστικών προγραμμάτων.
Τα αστικά «κενά»
Η έντονη έλλειψη ανοικτών χώρων, μέσα στον αστικό ιστό, καθιστά επιτακτική την ανάγκη δημιουργίας ή εύρεσης περιοχών με ανάλογες φυσικές και κοινωνικές διαστάσεις. Χρειαζόμαστε ελεύθερο χώρο για περίπατο, περισυλλογή, παιχνίδι. Γιατί όμως ανάκτηση υποβαθμισμένων τοποθεσιών; Γιατί, σύμφωνα με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα των πόλεων, υπάρχει ένας αξιοσημείωτος αριθμός ανεκμετάλλευτων, ‘κενών’ από χρήση χώρων, οι οποίοι έχουν εγκαταλειφθεί για διάφορους λόγους, όπως αλλαγή χρήσης, υπερεκμετάλλευση, περιθωριοποίηση, και παραμένουν αχρησιμοποίητοι, προκαλώντας χωρική ασυνέχεια. Αυτά τα τμήματα είναι αστικές περιοχές οι οποίες δημιουργήθηκαν από παλιά, λόγω της συνεχούς ανάπτυξης των αστικών κέντρων – προάστια, βιομηχανικές συνοικίες,
περιοχές στρατιωτικές που εγκαταλείφθηκαν και βρίσκονται ανάμεσα στην ιστορική και τη διάχυτη πόλη. Διαμορφώθηκαν γύρω από μικτές χαράξεις – παλιές αγροτικές δομές και νέα έργα υποδομής και σήμερα παρεμβάλλονται ανάμεσα στα αστικά κέντρα και στις επεκτάσεις των πόλεων, προβάλλοντας μία εικόνα του παρελθόντος σε αντίθεση με τον νέο δομημένο χώρο, που διαμορφώθηκε χάριν νέων αναγκών. Σε συνδυασμό με τα γνωστά προβλήματα της διογκούμενης αστυφιλίας, της ερήμωσης της υπαίθρου, της ραγδαίας εξέλιξης της τεχνολογίας, της μαζικοποίησης του τουρισμού και της έντασης των μεταφορών και της τηλεπικοινωνίας, ο ρόλος της πόλης έχει ανάγκη από επαναπροσδιορισμό. Το νέο πρόσωπο της πόλης (place branding) ορίζεται μέσα από θέματα κατοχύρωσης του δημόσιου χώρου, εξασφάλισης ποιότητας διαβίωσης μέσα στον αστικό ιστό, αλλά και στην περιφέρεια δεδομένου ότι πλέον τα όρια μίας πόλης είναι ασαφή και συνεχώς μεταβαλλόμενα.
Το ευρύτερο πλαίσιο και ο σκοπός
Αρχικά, θα αναφερθεί η εξέλιξη της αντιμετώπισης του ζητήματος της υποβάθμισης του αστικού τοπίου διαμέσου της κριτικής θεώρησης υλοποιημένων έργων ανάκτησης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, με σκοπό να στηθεί το γενικότερο πλαίσιο σχετικά με το τι γίνεται σήμερα, όσον αφορά στην επίλυση του προβλήματος της σταδιακής εξαφάνισης του δημόσιου χώρου. Βασικός σκοπός της διερεύνησης, σε επίπεδο πρότασης, είναι η εξαγωγή ενδεικτικών συμπερασμάτων και σχεδιαστικών αρχών σχετικά με τους τρόπους προσέγγισης του προβλήματος της ανάκτησης του κακοποιημένου αστικού χώρου, προσαρμοσμένους στην τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα, χωρίς στείρα προσκόλληση σε παρωχημένα στερεότυπα και μοντέλα σχεδιασμού, που οδηγούν στην επανάληψη χωρίς σεβασμό στο πνεύμα του τόπου.
Η ανάλυση και η προσέγγιση
Η ανάλυση του τοπίου αποτελεί μέρος της διαδικασίας του σχεδιασμού και είναι άμεσα συσχετισμένη με το στόχο της εν λόγω επέμβασης. Μέσα από τη συλλογή πληροφοριών και τη λεπτομερή καταγραφή των συνθηκών και παραγόντων που διαμορφώνουν το κάθε τοπίο, συγκεκριμενοποιείται το κρυμμένο δυναμικό του και μορφοποιούνται οι δυνατότητες εξέλιξής του. Υπάρχουν διάφορες μονομερείς αναλύσεις, όπως η οικολογική ανάλυση, η οπτική ανάλυση, που έχει άμεση σχέση με την αντίληψη του τοπίου, η κοινωνικο-οικονομική ανάλυση θεωρεί, ότι το τοπίο είναι ένα κοινωνικό αποτέλεσμα μίας σειράς οικονομικών εξελίξεων, η προσέγγιση από γεωγραφικό πρίσμα κτλ. Σε αντιπαράθεση με τα παραπάνω, η κοινωνικο-οικονομική, οικολογική και αντιληπτική προσέγγιση, δηλώνει ταυτόχρονη κοινωνικο-οικολογική ανάγνωση, αντίληψη και κατανόηση του τοπίου, με ιδιαίτερη έμφαση στην ιστορία του. Πιο συγκεκριμένα, αναλύεται η σχέση τόπου – χρόνου και δίνεται προτεραιότητα στη συλλογική χρήση του χώρου, όπως επίσης και στους ανθρώπους που θα χρησιμοποιούν, καθημερινά ή περιστασιακά το εν λόγω τοπίο. Σημαντικό ρόλο παίζουν οι σχέσεις των κοινωνικών ομάδων με το τοπίο και ο βασικός στόχος της κοινωνικής επέμβασης, ο οποίος επηρεάζει άμεσα την ανάλυση του τοπίου και κατ’ επέκταση την προσέγγισή του.
Ανακεφαλαιώνοντας
Οι εναπομείναντες ‘πράσινοι’, ανοικτοί, ελεύθεροι χώροι εγκαταλείπονται στη φθορά του χρόνου και σιγά σιγά απολύουν την ιδιότητά τους ως χώροι ανταλλαγής εμπειριών και συλλογικής επαφής. Σε αντιπαράθεση με τα παραπάνω υπάρχει πληθώρα τοποθεσιών διασκορπισμένων μέσα στο πλέγμα του αστικού τοπίου, οι οποίες φέρουν ίχνη είτε εγκατάλειψης είτε ακατάλληλης χρήσης. Το ισχυρό αυτό δίπολο αναζήτησης ελεύθερων, ευέλικτων χώρων και ύπαρξης ανεκμετάλλευτων αστικών τμημάτων, αποτελεί την αφετηρία του προβληματισμού γύρω από τα κρίσιμα, σήμερα, ζητήματα της χωρικής ανάπτυξης των πόλεων. Η μονομερής αντιμετώπιση του καίριου ζητήματος του δημόσιου χώρου βάσει μόνο οικονομικών παραμέτρων οδηγεί σε αδιέξοδες λύσεις χωρίς κοινωνικές, περιβαλλοντικές και αισθητικές διαστάσεις. Αγνοούνται συστηματικά και επικίνδυνα η ιστορική ταυτότητα, το οικολογικό υπόβαθρο και η αντιληπτική ποιότητα των ελάχιστων εναπομείναντων ελεύθερων χώρων, ενώ ταυτοχρόνως οι αξίες του εκάστοτε τόπου ‘εξαργυρώνονται’ και ερμηνεύονται αποκλειστικά ως ποσοτικά και οικονομικά χαρακτηριστικά, χωρίς συνολικό σχεδιασμό και στρατηγικές ανάπτυξης, οι οποίες να εντάσσεται μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αειφορίας.
Διερεύνηση μεγάλων έργων ανάκτησης τοπίου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και εγκαταλειμμένων τοποθεσιών στην πόλη της Θεσσαλονίκης
Parc de Loisirs – Bois le Roi, Παρίσι, Γαλλία, 1978-1981 (Gilles Vexlard)
Το Bois le Roi, Base de plein air et de loisirs, του αρχιτέκτονα τοπίου Gilles Vexlard, μελέτη 1978 (εικόνα 1) αποτελεί τυπικό παράδειγμα ανάλυσης της τοποθεσίας και σύνθεσης σε ένα σύγχρονο έργο τέχνης. Παλιό χαλικορυχείο Β. Α. του δάσους του Fontainebleau, με το ίχνος μόνο του Σηκουάνα ανάμεσα στις επιχώσεις της παλιάς εκμετάλλευσης και απρόσιτα εγκλωβισμένη έκταση νερού στην εκσκαφή, μεταμορφώνεται με τη μελέτη-εκτέλεση του έργου 30 εκταρίων, σε χώρο υποδοχής αυθόρμητων και οργανωμένων συλλογικών δραστηριοτήτων (εικόνα 2).
1. Σχέδιο Πρότασης για το Parc de Loisirs – Bois le Roi.
2. Αυθόρμητες δραστηριότητες στο πάρκο.
Parc de la Villette, Παρίσι, Γαλλία, 1983-1987 (Βernard Τschumi)
Το Parc de la Villette, 35 εκτάρια, σχέδιο και έργο του Bernard Tschumi, συγκαταλέγεται ανάμεσα στα γνωστότερα δείγματα ντεκονστρουκτιβιστικής αρχιτεκτονικής τοπίου. Η αποδόμηση και το αυτοπροσδιοριζόμενο που χαρακτηρίζουν το έργο, δηλώνονται στις θεωρητικές προθέσεις του δημιουργού ως υπέρθεση τριών αυτόνομων οργανωτικών συστημάτων (εικόνα 3): τα σημεία ή τρέλες, follies (εικόνα 4), οι γραμμές και οι επιφάνειες. Αυτά αντιστοιχούν στα συστήματα: αντικείμενα, κινήσεις και χώροι (εικόνες 5 και 6).
3. Η υπέρθεση των τριών οργανωτικών συστημάτων.
4. Οι τρέλες.
5. Σημερινή εικόνα.
6. Σχεδιάγραμμα του πάρκου.
Αγία Βαρβάρα, Δράμα, Β. Ελλάδα, 1984-86 (Μίμης Φατούρος – Μαίρη Ανανιάδου-Τζημοπούλου)
Ως πολιτισμικό τοπίο σε μία φυσική περιοχή ενσωματωμένη στο κέντρο της πόλης, σχεδιάστηκε το αστικό τοπίο της Αγίας Βαρβάρας, 8.000 τ.μ. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στα σύγχρονα τοπία ανά τον κόσμο. Η πρόταση διαμόρφωσης (εικόνα 7) περιλαμβάνει τον σχεδιασμό της αστικής πλατείας, της περιοχής των μύλων, της λίμνης – γειτονιάς - παιδότοπου, του χώρου εκδηλώσεων, των εργαστηρίων για τους καλλιτέχνες και της γκρεμισμένης καπναποθήκης, η οποία μετατράπηκε σε υπαίθριο θέατρο (εικόνα 8).
7. Σχέδιο Πρότασης.
8. Σημερινή εικόνα.
El Parc de la Creueta del Coll, Βαρκελώνη, Ισπανία, 1992 (Josep Martorell, David Mackay)
Το αστικό πάρκο de la Creueta del Coll είναι χωροθετημένο στο κέντρο της γειτονιάς Coll της Βαρκελώνης και αποτελεί το ιστορικό ίχνος ενός παλιού λατομείου εξόρυξης πέτρας. Οι συνθετικές αρχές περιλαμβάνουν την εύκολη πρόσβαση, τη δημιουργία μίας τεχνητής λίμνης (εικόνα 9), την τοποθέτηση ενός γιγαντιαίου αιωρούμενου γλυπτού (εικόνα 10) και το σχεδιασμό μίας πλατείας με κυκλικό σχήμα και φοίνικες φυτεμένους βάσει κανάβου. Νέες φόρμες και χρήσεις εισβάλλουν και ενσωματώνονται στην εσοχή του λατομείου δημιουργώντας έναν προστατευόμενο χώρο για περισυλλογή, περίπατο, απόλαυση και παιχνίδι (εικόνες 11 και 12).
9. Η τεχνητή λίμνη.
10. Το γιγαντιαίο αιωρούμενο γλυπτό.
11. Κολύμβηση από τον Μάιο ως τον Οκτώβριο.
12. Σημερινή εικόνα.
El Parc del Clot, Βαρκελώνη, Ισπανία, 1992 (Dani Freixes, Vicente Miranda)
Το πάρκο del Clot βρίσκεται σε μία πρώην βιομηχανική περιοχή, σε προάστιο της πόλης της Βαρκελώνης. Σήμερα, ο ευρύτερος αστικός ιστός αποτελείται κυρίως από κατοικίες. Η τοποθεσία έχει ίχνη σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων, οι οποίες ενσωματώθηκαν επιτυχώς στην πρόταση διαμόρφωσης. Η αρχή της επέμβασης είναι η εναπόθεση διαδοχικών χωρικών συστημάτων, καθένα από τα οποία αντιπροσωπεύει μία χρονική περίοδο του χώρου (εικόνα 13). Τα απομεινάρια της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής του χθες συνυπάρχουν με το έργο τέχνης του σήμερα (εικόνα 14). Βασικός στόχος είναι η χωρική συνέχεια με το περιβάλλον αστικό πλέγμα των γειτονιών. Τα υλικά πλακόστρωσης του πάρκου διαχέονται στο ευρύτερο περιβάλλον και η περίμετρός του είναι ευέλικτη, αποτελούμενη από φυτικές μάζες.
13. Επιτυχής ενσωμάτωση υφιστάμενης βλάστησης.
14. Τα απομεινάρια του χθες συνυπάρχουν με το έργο τέχνης.
Emscher Park, Duisburg-Nord Landscape Park, Duisburg, Γερμανία, 1991 (Peter Latz)
Το Duisburg-Nord Landscape Park είναι ένας πολυδιάστατος χώρος, ο οποίος αντικατοπτρίζει την ιστορική μνήμη της περιοχής. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα ‘μετα-βιομηχανικά’ πάρκα, γιατί ενσωματώνει στο σχεδιασμό του μία πρωτοποριακή προσέγγιση και σαφείς οργανωτικές αρχές. Η αειφορία, ως κατευθυντήρια σχεδιαστική άποψη, η ανακύκλωση των υλικών, η ανάδειξη του υποβαθμισμένου υγρού στοιχείου είναι μερικά από τα ισχυρά σημεία της πρότασης. Οι νέες χρήσεις των εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντα χώρου είναι ήπιας μορφής και περιλαμβάνουν φιλοξενία πολιτιστικών εκδηλώσεων (εικόνα 15), οργανωμένων και αυθόρμητων, περιπάτους στους διαμορφωμένους κήπους με την αυτοφυή βλάστηση (εικόνες 16 και 17), εκπαιδευτικές διαδρομές με αντικείμενο την ιστορία της βιομηχανίας σε συνδυασμό με τη σύγχρονη τέχνη (εικόνα 18) και τη βοτανική, αναρρίχηση σε υπάρχουσες βιομηχανικές κατασκευές και καταδύσεις στους ειδικά διαμορφωμένους κλιβάνους.
15. Φιλοξενία πολιτιστικών εκδηλώσεων.
16. Διαμορφωμένοι κήποι με την αυτοφυή βλάστηση.
17. Συνύπαρξη κατασκευών και φυτικής μάζας.
18. Ιστορία του τόπου και σύγχρονη τέχνη.
Το παράδειγμα εφαρμογής (case study) στην πόλη της Θεσσαλονίκης
Η περίπτωση της Θεσσαλονίκης είναι μία τυπική περίπτωση μεσογειακής πόλης με τα συνηθισμένα προβλήματα υπερδόμησης του αστικού ιστού και σχεδόν ανύπαρκτης παρουσίας οργανωμένου δικτύου υπαίθριων χώρων. Η ανάπτυξη της πόλης ‘αυθαίρετα’, και η μη αντιμετώπιση του αστικού πλέγματος σαν ένα ενιαίο σύνολο δημιούργησε και δημιουργεί συνεχώς προβλήματα. Το ποσοστό ελεύθερων και πράσινων χώρων είναι πολύ χαμηλό. Ο μέσος όρος για το Πολεοδομικό Συγκρότημα της Θεσσαλονίκης είναι 2.73 μ2/κάτοικο, ενώ ο χαμηλότερος παραδεκτός δείκτης είναι 10 μ2/κάτοικο, μέσα στην πόλη και 10-20 μ2/κάτοικο περιαστικά. Η Θεσσαλονίκη σήμερα καλύπτεται κατά 77% από κτίρια, κατά 19% από ασφαλτοστρωμένους δρόμους και μόλις ένα 4% αποτελείται από πράσινο και ελεύθερους χώρους. Οι ανοικτοί χώροι και οι εκτάσεις πράσινου έχουν μειωθεί κατά 20% από το 1979 μέχρι σήμερα. Μέσα στα χρόνια αυτά, οι περισσότεροι ελεύθεροι χώροι οικοδομήθηκαν ή μετατράπηκαν σε χώρους στάθμευσης, με αποτέλεσμα σήμερα, στη Θεσσαλονίκη υποπολλαπλασιάστηκε η αναλογία έκτασης πράσινου ανά κάτοικο από το κατώτατο διεθνώς παραδεκτό όριο. Στην ήδη επιβαρημένη κατάσταση προστέθηκε η τρομερή καταστροφή που υπέστη το περιαστικό δάσος του Σέιχ Σου, το 1997, καθώς κάηκε το 55% της έκτασής του, συνολικά 16.640 τετραγωνικά μέτρα.
Αυτό το ποσοστό μπορεί να αυξηθεί ως 5.53 μ2/κάτοικο, αν διαμορφωθούν κατάλληλα οι χώροι για τους οποίους υπάρχει άμεσα η δυνατότητα ανάδειξης και αξιοποίησης, δηλαδή για τοποθεσίες εγκαταλελειμμένες και κακοποιημένες, με αποτέλεσμα τη βελτίωση του περιβάλλοντος της πόλης και της ποιότητας της ζωής των κατοίκων της. Είναι πλέον κοινώς αποδεκτό ότι τα προβλήματα που προέκυψαν από την παραγωγή του δομημένου περιβάλλοντος στις ελληνικές πόλεις, ιδίως τα μεταπολεμικά χρόνια, με το γνωστό στρεβλό μοντέλο αστικής δόμησης και την έλλειψη δημόσιων ανοικτών χώρων επέδρασαν αρνητικά στη συνείδηση των κατοίκων σε αντίθεση με την οικειότητα της παλιάς γειτονιάς και των μονοκατοικιών.
Έρευνα και καταγραφή των εγκαταλειμμένων τοποθεσιών στην πόλη της Θεσσαλονίκης
Με την ανάκτηση των στρατοπέδων, των βιομηχανικών τοποθεσιών, των ρεμάτων, των λατομείων και των αστικών «ασυνεχειών» και τη μετατροπή τους σε χώρους ελεύθερους, πράσινους, ζωτικούς είναι δυνατόν το ποσοστό πρασίνου ανά κάτοικο να αυξηθεί σημαντικά.
Στρατόπεδα στο Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης
Ζιάκα – Μενεμένη
Μεγάλου Αλεξάνδρου– Αμπελόκηποι
Παπακυριαζή – Εύοσμος
Παύλου Μελά – Πολίχνη / Σταυρούπολη – 800 στρέμ.
Καρατάσιου – Πολίχνη – 600 στρέμ.
Μυστακίδη
Κώττα (πρώην 424 Γ.Ν.Σ.)
Πεδίον Άρεως (Γ΄ Σώμα Στρατού) – Συνοικισμός Δόξης
Φαρμάκη - Ντεπώ
Νταλίπη – Καλαμαριά
Κόδρα – Καλαμαριά
Μέσα στην πόλη οι ελεύθερες δημόσιες εκτάσεις είναι ελάχιστες και οι ελπίδες για ανάσες στο πυκνοδομημένο περιβάλλον επικεντρώνονται στην αξιοποίηση των 1.700 στρ. των 11 στρατοπέδων του πολεοδομικού συγκροτήματος, αξίας 235 δις. Τα στρατόπεδα, τα οποία ως επί το πλείστον είναι αδόμητα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν έτσι ώστε να αυξηθούν σημαντικό οι ελεύθεροι χώροι εντός του πυκνοδομημένου αστικού ιστού (εικόνα 19). Όλοι οι χώροι των στρατοπέδων πρέπει να εξα¬σφαλίζουν ελεύθερους χώρους για τους πολίτες και να δοθεί η δυνατότητα στα υπάρχοντα σήμερα κτίρια να εγκατασταθούν κοινωφελείς χρήσεις (εικόνα 20).
19. Το Δυτικό Τόξο.
20. Πρόταση για το στρ. Μ. Αλεξάνδρου (Finn Geipel, 2002).
‘Αστικοί μετασχηματισμοί για ένα πάρκο της πόλης–Στρατόπεδο Φαρμάκη’, Δήμος Θεσσαλονίκης, Ελλάδα, 1998 (Ευδοξία Παπαλιούρα - Διπλωματική Εργασία, Α.Π.Θ.)
Το θέμα της διπλωματικής εργασίας είναι η δημιουργία ενός αστικού πάρκου στην περιοχή του ιστορικού χώρου της Villa Allatini και του παλιού στρατοπέδου Φαρμάκη (εικόνα 21). Η έντονη έλλειψη υπαίθριων χώρων αναψυχής και πολιτισμού έδωσε το έναυσμα για την πρόταση διαμόρφωσης της τοποθεσίας (εικόνα 22) σε χώρο συλλογικό, με κοινωνική διάσταση μέσω της ανάκτησης του εγκαταλειμμένου στρατοπέδου. Στα πλαίσια της αξιοποίησης του τόπου, επανερμηνεύονται τα χωρικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά του και ανασχεδιάζονται διαμέσου της εισαγωγής νέων λειτουργιών (εικόνες 23 και 24), με σκοπό να ξανακερδίσει η πόλη έναν χώρο ζωντανό, ενταγμένο δυναμικά μέσα στον αστικό ιστό και προσαρμοσμένο στις τρέχουσες ανάγκες συλλογικότητας του κοινωνικού συνόλου.
21. Το στρατόπεδο Φαρμάκη.
22. Πρόταση.
23. Εκθεσιακοί χώροι.
24. Άτυπη αμφιθεατρική διάταξη.
Βιομηχανικές εγκαταστάσεις
Κεραμοποιείο Αλλατίνη – Περιοχή Νέας Ελβετίας
Μύλοι Αλλατίνη – Περιοχή Νέας Ελβετίας
Υφαντουργείο Πιερράκου - Αμπελόκηποι
Κεραμοποιείο Φιλίππου - Αμπελόκηποι
Βυρσοδεψείο – Οδός Αρκαδίου – Αμπελόκηποι
Εργοστάσιο Σπορέλαιου - Οδός Αλκιβιάδου – Αμπελόκηποι
Μύλος Βαλτσάνη – Περιοχή Λαχανόκηποι
Αλευρόμυλοι Μπάλτα – Οδός Βίτσι με Μοναστηρίου
ΥΦΑΝΕΤ – Οδός Παπάφη
Το κρυμμένο δυναμικό που εμπεριέχει ο συνδυασμός της ιστορικής μνήμης (εικόνα 25), της αρχιτεκτονικής και βιομηχανικής κληρονομιάς με τον πλούτο της βλάστησης και του νερού, καθιστά επιτακτική την ανάγκη ανάκτησης βασιζόμενης σε κοινωνικές και πολιτισμικές αξίες. Ως σημαντικότεροι λόγοι επανάχρησης, που συσχετίζουν τη βιομηχανική εγκατάσταση με την πόλη, μπορούν να θεωρηθούν οι παρακάτω:
• η αναγκαιότητα συνάρτησής τους με το μέλλον της πόλης με όρους συνέχειας χώρου και χρόνου.
• η λειτουργία τους ως ‘χρυσών εφεδρειών’ στην αναζήτηση καλύτερης ποιότητας ζωής μέσα από την αναδιάρθρωση του αστικού και κτιριακού αποθέματος.
• η δυνατότητά τους να εξυπηρετήσουν ένα ευρύ φάσμα νέων αναγκών λόγω της τυπολογικής τους ευελιξίας
• η πολυσήμαντη πολιτισμική αξία τους με την υλική και συμβολική της υπόσταση.
• η ανάγκη γνωριμίας με παρωχημένους και ταυτόχρονα επίκαιρους τρόπους παραγωγής και έκφρασης.
Υπάρχουν ήδη κάποια επιτυχημένα παραδείγματα στον ελληνικό χώρο. Όπως καταρχήν το Τεχνολογικό – Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου. Το 1991 το Ε.Μ.Π. πρότεινε στην Πολιτεία να αγορασθούν οι εγκαταστάσεις της Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου – η οποία είχε κλείσει το 1989 – και να παραχωρηθούν στο Πολυτεχνείο, με σκοπό στο συγκεκριμένο χώρο να ιδρυθεί πάρκο και μουσείο τεχνολογίας. Ένα δεύτερο αξιοσημείωτο παράδειγμα είναι η μετατροπή του Μύλου του Μάρκου σε Βυζαντινό Μουσείο και η επανάχρηση των υδροκίνητων εγκαταστάσεων των αρχών του 20ού αιώνα, στη Βέροια.
Μία γενική αρχή, που θα μπορούσε να διέπει τη σχέση των εγκαταλειμμένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων (εικόνα 26) με την πόλη, είναι η άρθρωση της νέας χρήσης στις ανάγκες της αστικής περιοχής και των δυνατοτήτων των εγκαταστάσεων, με διαφοροποίηση των χρήσεων και πέραν των πολιτιστικών και προσεκτική χωροθέτηση των ‘θεματικών μουσείων’, εμβέλειας πόλης ή και περιφέρειας.
25. Το εργοστάσιο ΥΦΑΝΕΤ τον 20ο αιώνα.
26. Το εργοστάσιο ΥΦΑΝΕΤ τον 21ο αιώνα.
‘Μύλοι Αλλατίνη - Πολυλειτουργικό πάρκο υπερτοπικής σημασίας’, 2000 (Ευδοξία Παπαλιούρα - Διπλωματική Εργασία Μεταπτυχιακού, E.C.A.)
Στην εν λόγω πρόταση επανασχεδιασμού ενός ιστορικά φορτισμένου χώρου (Μύλοι Αλλατίνη, εικόνα 27), και ανάκτησης της τοποθεσίας, με σκοπό την απόδοσή της στο κοινωνικό σύνολο, συνυπάρχουν και οι τρεις βασικές παράμετροι ανάλυσης και σχεδιασμού, η κοινωνική-ιστορική ταυτότητα, η οικολογική διάσταση και η χωρική-αντιληπτική πραγματικότητα. Και οι τρεις αρχές ανάλυσης της τοποθεσίας επηρεάζονται άμεσα, εξελίσσονται, διαμορφώνονται. Τα χωρικά χαρακτηριστικά του τόπου αλλάζουν και ενισχύονται. Ο χώρος της πρώην βιομηχανίας μετατρέπεται από κατακερματισμένο τοπίο, αποκομμένο και απομονωμένο σε ζωτικό κομμάτι του αστικού ιστού με σαφή πλέον λειτουργικό χαρακτήρα και νέο πολεοδομικό και χωροταξικό ρόλο (εικόνα 28). Η τοποθεσία αποκτά καινούρια αντιληπτική ποιότητα, νέα αισθητική και επαναφέρει την έννοια του τόπου. Όσον αφορά στην κοινωνική διάσταση του χώρου, το τοπίο μεταμορφώνεται σε ένα τόπο ευέλικτο και δεκτικό σε αυθόρμητες συλλογικές δραστηριότητες. Επανερμηνέυεται η ιστορική ταυτότητα της τοποθεσίας μέσα από την ενίσχυση του κρυμμένου δυναμικού, η οποία οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου τύπου αστικού δημόσιου χώρου. Τέλος, ο οικολογικός χαρακτήρας της τοποθεσίας αναδεικνύεται και ισχυροποιείται. Τα υφιστάμενα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, η τοπογραφία, η υπάρχουσα φυτική μάζα, το εν δυνάμει οικοσύστημα, το μικροκλίμα του χώρου επαναπροσδιορίζονται, δημιουργώντας ένα νέο τοπίο, το οποίο επαναφέρει την έννοια της φύσης μέσα στον ασφυκτικά δομημένο αστικό ιστό. Το πράσινο ενισχύεται προσφέροντας με αυτόν τον τρόπο ένα πολύ σημαντικό περιβαλλοντικό όφελος στην πόλη με τη μείωση του ποσοστού της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και του φαινομένου της θερμικής νησίδας.
27. Οι Μύλοι Αλλατίνη σήμερα.
28. Πρόταση διαμόρφωσης.
Ρέματα
Ρέμα Κεραμοποιείου Αλλατίνη – Περιοχή Νέας Ελβετίας
Περιφερειακή τάφρος – Οδός Δημ. Τσέλιου
Ρέμα Αιάκου – τέμνει την Αναξίμανδρου
Ρέμα Πολυγνώτου – Κάτω Τούμπα - ενώνεται με το ρέμα Αιάκου
Ρέμα Κωνσταντινίδη – Άνω Τούμπα – Οδός Ορτανσίας – κοντά στο λοφίσκο
Ρέμα Καυτατζόγλου – Τριανδρία
Ένα ρέμα – 40 Εκκλησίες – καταλήγει στη Δ.Ε.Θ.
Ένα ρέμα – 40 Εκκλησίες – τέμνει την Αγίου Δημητρίου
Ένα ρέμα στην περιοχή Ευαγγελίστριας
Ένα ρέμα στην περιοχή Απ. Παύλου
Ένα ρέμα στην περιοχή Ροδοχώρι – Οδός Ρήγα Φεραίου
Ένα ρέμα που διαχωρίζει Ηλιούπολη – Σταυρούπολη
Ένα ρέμα που διακλαδίζεται στην Ακριτών και στην Λεωφ. 26 Οκτωβρίου
Η ενίσχυση της περιφερειακής τάφρου και η δημιουργία πρόσθετων αντιπλημμυρικών έργων, ανατολικά της Θεσσαλονίκης, αλλά και στη δυτική πλευρά της πόλης, όπου βρίσκεται η κοίτη του Δενδροπόταμου, είναι τα άμεσα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να οχυρωθεί η Θεσσαλονίκη από τις πλημμύρες.
Το γεγονός ότι στη Θεσσαλονίκη, τα περισσότερα από τα γνωστά ρέματα έχουν διευθετηθεί, δε σημαίνει ότι αντιμετωπίζεται αποτε¬λεσματικά το ενδεχόμενο των πλημμύρων. Παρεμβάσεις, λοιπόν είναι αναγκαίες σε ρέματα που έχουν διευθετηθεί με κλειστούς αγωγούς, που όμως δεν επιτρέ¬πουν την αποθήκευση υδάτων σε περιπτώσεις πλημμυρικών παροχών, ενώ έρ¬γα πρέπει να γίνουν και στις ανοικτές κοίτες των ρεμάτων (εικόνες 29 και 30), που παρουσιάζουν έντονες επιχωματώσεις, μπαζώματα, αυθαίρετα κτίσματα κ.α. Απαιτούνται λύσεις ολοκληρωμένων επεμβάσεων για τη διαχείριση των ρεμάτων και των παραρεμάτιων ζωνών, ούτως ώστε να ενταχθούν σε ένα δίκτυο ελεύθερων χώρων.
29. Ρέμα Κωνσταντινίδη.
30. Ρέμα Πολυγνώτου.
Λατομεία
Λατομείο – Τριανδρία
Λατομείο – Ασβεστοχώρι
Λατομείο – Εξοχή
Η κατάσταση των λατομείων σήμερα έχει ως εξής: το Νομαρχιακό Συμβούλιο που συνεδρίασε στις 01-10-2001, με ομόφωνη απόφασή του απέρριψε τις μελέτες αποκατάστασης του περιβάλλοντος των λατομικών επιχειρήσεων ΚΥΨΕΛΗ και ΝΙΚΗ αντίστοιχα στο Ασβεστοχώρι και την Εξοχή, του Δήμου Πυλαίας - Χορτιάτη που εδώ και δέκα χρόνια λειτουργούν παράνομα, χωρίς άδειες λειτουργίας και χωρίς συμβόλαια μίσθωσης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διαμόρφωση του λατομείου Τριανδρίας, το οποίο μετατράπηκε σε ανοιχτό θέατρο (εικόνα 31). Σε αντίστιξη, υπάρχουν προτάσεις διαμόρφωσης (εικόνα 32), οι οποίες αφουγκράζονται το πνεύμα του τόπου (genius loci, Alexander Pope).
31. Λατομείο Τριανδρίας – Θέατρο Γης.
32. Πρόταση διαμόρφωσης (διπλωματική Αν. Παπαδοπούλου).
Αστικές «ασυνέχειες»
Οι αστικές «ασυνέχειες» είναι οι ενδιάμεσοι χώροι της πόλης: οι χώροι εκείνοι, που για διάφορους λόγους, οι οποίοι σχετίζονται με τις ιδιόμορφες συνθήκες ανάπτυξης των ελληνικών πόλεων, βρίσκονται σήμερα σε μία λανθάνουσα κατάσταση μεταβατικότητας, εκκρεμότητας, μη-ιεράρχησης ή και ξενότητας ως προς τις χρήσεις και τις λειτουργίες, τις μορφές, την αστική τοπιογραφία, τον ιστορικό και ψυχολογικό χρόνο. Μπορούν να εντοπιστούν και να αποκρυπτογραφηθούν τα σημεία που προσφέρονται για ανασύνθεση και αλλαγή, σε συνδυασμό με τις επιτόπιες συνθήκες και επινοώντας έναν σχεδιασμό, που άλλοτε θα οργανώνει το τυχαίο ή συμπτωματικό και άλλοτε θα αναδεικνύει την κρυμμένη εγγενή δυναμική, που συχνά υποβόσκει στο δομημένο, αστικό περιβάλλον.
«Κήπος τσέπης», 2012 (Ευδοξία Παπαλιούρα – Α΄ Βραβείο σε Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό του Τ.Ε.Ε.)
Η σημερινή εικόνα του επιλεγμένου οικοπέδου (εικόνα 33) περιγράφεται με τρεις λέξεις, εγκατάλειψη, απορρίμματα και έντονη φυτική μάζα. Δυστυχώς, η ύπαρξη αχρησιμοποίητων ‘αστικών θραυσμάτων’ είναι συχνό φαινόμενο στο πλέγμα της πόλης της Θεσσαλονίκης. Όλοι αυτοί οι εν δυνάμει ελεύθεροι – πράσινοι χώροι έχουν έντονο κρυμμένο δυναμικό, το οποίο περιμένει να εκραγεί. Η βασική ιδέα είναι η δημιουργία ενός μικρού κήπου, ενός κήπου ‘τσέπης’ (με σαφή αναφορά στα Pocket parks, εικόνα 34) ανοικτού σε όλους (περίοικους και περαστικούς), αλλά συγχρόνως κρυμμένος, σαν μία προστατευμένη φωλιά, μια πράσινη αστική εσοχή. Ο σκοπός του σχεδιασμού είναι να αποτελέσει ο εν λόγω χώρος ένα αναπάντεχο σημείο στάσης στη διαδρομή της οδού Δελφών (εικόνες 35 και 36), μία πράσινη ‘σφήνα’ ανάπαυσης – περισυλλογής μέσα στο δομημένο περιβάλλων του οικοδομικού τετραγώνου. Ένας διερχόμενος θα μπορούσε να αντιληφθεί το σχεδιασμένο ελεύθερο χώρο ως προέκταση της υφιστάμενης στάσης λεωφορείου, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα, δηλαδή ως χώρο αναμονής ή ξεκούρασης. Ενώ κάποιος περίοικος θα είχε τη δυνατότητα να διαβάσει ένα βιβλίο ή να βγάλει το σκύλο του βόλτα.
33. Αλάνα επί της οδού Δελφών.
34. Pocket parks.
35. Κήπος τσέπης – Λύση Α΄.
36. Κήπος τσέπης – Λύση Β΄.
Συμπέρασμα
Εν τέλει, και αυτό είναι ευρέως αποδεκτό, η αναθεώρηση της σχέσης μας με την πόλη, θα μπορέσει να συμβεί ακριβώς μέσα από μία καινούρια συλλογική συνείδηση για τον αστικό χώρο, μέσα από μία οπτική ‘ανάκτησης – παρέμβασης – αλλαγής’ και μέσα από την οικειοποίηση με την έννοια της πόλης, τη μορφολογία της και το ιστορικό της βάθος.
Βασικές αρχές της κριτικής προσέγγισης για την αναθεώρηση της σχέσης μας με την πόλη, είναι: η απόλαυση, όχι η κατανάλωση / η αειφορία, όχι η άκαμπτη φυσιολατρία / η μνήμη, όχι η στείρα μνημειακότητα.
Ο επανασχεδιασμός ενός αστικού χώρου και η απόδοσή του ξανά στο κοινωνικό σύνολο, συνεπάγεται ταυτόχρονες επιπτώσεις σε όλες τις διαστάσεις της αναπτυξιακής διαδικασίας:
• Χωρικά, το άμεσο τοπίο αλλάζει, μεταμορφώνεται ουσιαστικά και η τοποθεσία αποκτά μία νέα σχέση διαλόγου με την περιβάλλουσα δομημένη περιοχή και με τον ευρύτερο αστικό ιστό.
• Κοινωνικά, η αλλαγή της χρήσης επιδρά θετικά στο κοινωνικό σύνολο προσδίδοντας εξωστρέφεια στην τοποθεσία και προσφέροντας την ευκαιρία στους περίοικους να απολαύσουν το αποκλεισμένο, μέχρι στιγμής, τοπίο και να αποκτήσουν μία νέα διαδραστική σχέση μαζί του. Ανάλογα με την κλίμακα της επέμβασης, το διαμορφωμένο τοπίο μπορεί να έχει εμβέλεια πάρκου γειτονιάς ή πάρκου πόλης, με τις αντίστοιχες πολιτισμικές διαστάσεις.
• Σε περιβαλλοντικό επίπεδο, οι διαμορφώσεις τοπίου οδηγούν στην αύξηση του αστικού πρασίνου, στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της μέσης θερμοκρασίας του αστικού περιβάλλοντος, στη βελτίωση του τοπικού μικροκλίματος και σε ευρύτερο επίπεδο αλλάζει η συνολική αντιληπτική εικόνα της πόλης.
Το ζητούμενο είναι οι υφιστάμενες αστικές αξίες, που διαθέτουν μία δυναμική κοινωνικής και πολιτιστικής μνήμης να ενσωματωθούν με τις νέες αξίες, οι οποίες απορρέουν από τις σύγχρονες ανάγκες και από την τρέχουσα εξέλιξη του τρόπου ζωής στα αστικά κέντρα.
Βιβλιογραφία
1. Ανανιάδου-Τζημοπούλου Μαίρη, Ζαχαριάδου – Τσόκου Ν., ‘Ελεύθεροι χώροι και πράσινο στη Θεσσαλονίκη’, Συντονιστική Επιτροπή Επιστημονικών Συλλόγων, Θεσσαλονίκη, 1979.
2. Ανανιάδου-Τζημοπούλου Μαίρη, ‘Η Ανάλυση του Τοπίου στο Σχεδιασμό’, Συμβολή στην έρευνα της Αρχιτεκτονικής Τοπίου, Διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη, 1982.
3. Ανανιάδου-Τζημοπούλου Μαίρη, ‘Αρχιτεκτονική Τοπίου. Θεωρία. Κριτική’, Σημειώσεις για το Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, Αρχιτεκτονικής Τοπίου Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, 2003.
4. Appleton J. H., ‘The experience of Landscape’, John Wiley and Sons, London and NY, 1975.
5. Binney M., Machin F., Powell K., ‘Bright Future – the re-use of industrial buildings – save Britain’s Heritage’, Ward Lock Ltd. Villiers House, London, 1991.
6. Birksted Jan, ‘Relating architecture to landscape’, E & FN SPON, London, 1999.
7. Bohigas Oriol, ‘Barcelona: city and architecture 1980 – 1992’, Gustavo Gili, Barcelona, 1991.
8. Cerver, Fransisco Asensio, ‘Urban Space Details – Landscape Architecture – Plans of Architecture’, Arco Editorial, Spain, 1998.
9. Cullen, Gordon, ‘The Concise Townscape’ , Architectural Press, London, 1971.
10. Ζαφείρης Χρίστος, ‘Θεσσαλονίκης Τοπιογραφία’, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1993.
11. Gurrieri Fransesco, Maurizio de Vita, ‘Restauro e conversione d’ uso di un testo di archeologia industriale’, Electa, Firenze, 1988.
12. Higuchi T., ‘The Visual and Spatial Structure of Landscape’, MIT PRESS, Cambridge MA, 1983.
13. Hough M., ‘City Form and Natural Process’, Croom Helm, 1984.
14. Jellicoe G. – S., ‘The Landscape of Man’, Thames and Hudson Ltd., London,1995.
15. Jellicoe G. – S., ‘Water: the use of water in Landscape Architecture’, Adams and Charles Black, London, 1971.
16. Καραδέδος Γ. Π., ‘Προστασία Μνημείων και Συνόλων’ – δεύτερος τόμος, Ιστορία και εξέλιξη της Προστασίας Μνημείων και Συνόλων, Θεσσαλονίκη, 1991-2.
17. Κολώνας Β.–Παπαματθαιάκη Ι., ‘Ο Αρχιτέκτονας Vitaliano Poselli’, Παπασαραντόπουλος, Θεσσαλονίκη, 1986.
18. Κολώνας Β. – Τραγανού Ο., ‘Οι αρχές της Βιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη, 1870-1912’, Ελληνική Τράπεζα Ανάπτυξης, Θεσσαλονίκη, 1987.
19. Krier Rob, ‘URBAN SPACE = Stadtraum’, Academy Editions, London, 1979.
20. Μακρίδης Π., ‘Αρχιτεκτονική Ανάλυση των Μύλων Αλλατίνη’, Προσωπικό Αρχείο, Θεσσαλονίκη, 1998.
21. Miralles Tagliabue Benedetta, ‘Works and Projects 1975 –1995, Enric Miralles’, The Monacelli Press, Italy, 1996.
22. Montalban Manuel, ‘Barcelona’, Barcelona, 1999.
23. Moorhead Steven, ‘Landscape Architecture’, Rockport Publishers Inc, Massachusetts, 1997.
24. Nasar Jack L., ‘Environmental Aesthetics’, Cambridge University Press, Cambridge, 1988.
25. Νομικός Μ., ‘Αποκατάσταση – Επανάχρηση Ιστορικών Κτιρίων και Συνόλων’, Μεθοδολογία και Εφαρμογές, Α.Π.Θ., 1997.
26. Παπαδημητρίου Ε., ‘Πάρκο στα Μεταλλεία του Λαυρίου’, Διπλωματική Εργασία – Edinburgh College of Art, 1999.
27. Παπαλιούρα Ευδοξία, ‘Αστικοί μετασχηματισμοί για ένα πάρκο της πόλης–Στρατόπεδο Φαρμάκη’, Διπλωματική Εργασία – Α.Π.Θ., 1998.
28. Παπαλιούρα Ευδοξία, ‘Μύλοι Αλλατίνη – Πολυλειτουργικό Αστικό Πάρκο’, Διπλωματική Εργασία – Edinburgh College of Art, 2000.
29. Smith D., ‘A Landscape for Modern Sculpture’, Storm King AA Center, UK.
30. Σταθακόπουλος Πάνος, ‘Στοιχεία Αστικής Εξυγίανσης’, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, 1993.
31. Sutherland C., ‘Designing the New Landscape’, Thames and Hudson Ltd., London, 1991.
32. Συμπόσιο: Αρχιτεκτονική Τοπίου Αστικών Υπαίθριων Χώρων - η Προκήρυξη της Θεσσαλονίκης – Πρακτικά, Ευρωπαϊκός Φοιτητικός Διαγωνισμός, Βραβείο Robert Schmidt 1993 – Α.Π.Θ.
33. Φατούρος Δημήτριος, ‘Θεσσαλονίκη επιβίωση ή μεγάλη πόλη’, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1993.
34. ‘Yves Brunier’ – Landscape Architect and Paysagiste, Birkhauser, Basel, 1996.