ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Φονξιοναλιστικός τοπικισμός

27 Δεκέμβριος, 2009

Φονξιοναλιστικός τοπικισμός

Η σύγχρονη αρχιτεκτονική της Σκανδιναβίας μέσα από μια χρονιά διαλέξεων και εκθέσεων στο Μουσείο Μπενάκη

Του Ανδρέα Γιακουμακάτου

Στη δεκαετία του 1920, όταν καθιερωνόταν αυτό που αποκαλούμε «μοντέρνο κίνημα» στην αρχιτεκτονική, στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά επιβίωνε ακόμα το κλίμα ενός αχρονικού κλασικισμού. Αυτή η τοπική παράδοση ερχόταν από τον προηγούμενο αιώνα όπου εκφραζόταν μέσω της απλότητας του δωρικού, αναπτυσσόταν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου εθνικο-ρομαντικού ιδεώδους με κίνητρο την αναζήτηση της ταυτότητας, και αποτυπωνόταν σε όλες τις τέχνες, από τη λογοτεχνία ως τη μουσική. Όταν το 1923 παίζονταν στην πρωτοποριακή σχολή του Μπάουχαους στη Βαϊμάρη, νέα έργα των «ανατρεπτικών» Hindemith, Busoni, Krenek και Stravinsky αλλά και μουσική τζαζ, λίγο παραπάνω, στη Δανία και στη Φινλανδία, οι «εθνικοί» συνθέτες Carl Nielsen και Jean Sibelius ολοκλήρωναν τις τελευταίες συμφωνίες τους στο κλίμα μιας άσπιλης και ρομαντικής τοπικότητας. Στην αρχιτεκτονική, αντίστοιχα, η δουλειά του σουηδού Gunnar Asplund στη δεκαετία του 1920 υιοθετούσε ακόμα ένα αφαιρετικό νεοκλασικό ιδίωμα, ενώ ο φινλανδός Alvar Aalto στις αρχές της καριέρας του πειραματιζόταν με την κληρονομιά της αρχιτεκτονικής της Αναγέννησης.

Όλα αυτά αλλάζουν πολύ γρήγορα, όταν η αρχιτεκτονική αρχίζει να μεταβάλλεται σε όχημα πολιτιστικής και κοινωνικής χειραφέτησης. Με φάρο το «αιρετικό» έργο του Alvar Aalto ως προς την κυρίαρχη μοντερνιστική ορθοδοξία, και εξαιτίας του γεγονότος ότι χώρες όπως η Σουηδία απέχουν από τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, ήδη στη δεκαετία του 1940 προσδιορίζονται στις υπερβό-ρειες χώρες τα νέα χαρακτηριστικά του σύγχρονου σχεδίου, που θα αποτελέσουν πολύτιμο σημείο αναφοράς όχι μόνο για την ευρωπαϊκή ανοικοδόμηση αλλά και για τη μεταπολεμική διεθνή αρχιτε-κτονική. Χάρη στη σχετική ευημερία ως προς την υπόλοιπη Ευρώπη και στη σταδιακή ανάπτυξη ενός σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης που παρακολουθεί και επενδύει στην αρχιτεκτονική ποιότητα, στη δεκαετία του ’50 και του ’60 το «σκανδιναβικό μοντέλο» στην αρχιτεκτονική και το ντιζάιν καθιερώνεται διεθνώς μέσω της απλής λειτουργικής αισθητικής ενός μοντερνισμού όχι δογματικού αλλά οργανικά συνδεδεμένου με τις ανάγκες της καθημερινότητας. Όταν η υπόλοιπη Ευρώπη ανοικοδομείται και το «διεθνές στιλ» βρίσκεται σε κρίση, στις υπερβόρειες χώρες βρίσκει κανείς ήδη τις απαντήσεις για το πώς θα πρέπει να σχεδιαστούν οι νέες πόλεις, και πώς η αρχιτεκτονική μπορεί να είναι μια συνεχώς διευρυνόμενη κοινωνική κατάκτηση. Πρωταγωνιστές αυτής της περιόδου με διεθνή ακτινοβολία είναι οι αρχιτέκτονες Eero Saarinen, Arne Jacobsen, Sverre Fehn και ο Jørn Utzon, ο αρχιτέκτονας της Όπερας του Σίδνεϋ.


Από αριστερά: 1.Jensen & Skodvin, Eκκλησία στο Mortensrud, Όσλο, 2.Ομάδα Snøhetta, Νέα Bιβλιοθήκη στην Αλεξάνδρεια.
 

Συστατικά στοιχεία της ιδιομορφίας της υπερβόρειας αρχιτεκτονικής και κατά συνέπεια αυτού του νέου «ποιητικού φονξιοναλισμού» είναι ο τόπος, το φως, ο αέρας, το νερό και τα φυσικά υλικά, κυρίως το ξύλο. Η υπερβόρεια μεταπολεμική αρχιτεκτονική επιστρέφει όλο και πιο συνειδητά σε έναν «νέο τοπικισμό» που δεν είναι όμως συναισθηματικός επαρχιωτισμός ή σκηνογραφικός μανιερισμός, αλλά μια ερμηνεία της έντεχνης παράδοσης του 20ού αιώνα με όρους ταυτότητας και αντίστασης. Είναι άλλωστε χαρακτηριστική η δυσπιστία της αρχιτεκτονικής των χωρών αυτών απέναντι σε διεθνοποιημένες μόδες, όπως για παράδειγμα ο μεταμοντερνισμός ή η αρχιτεκτονική της υψηλής τεχνολογίας. Η αρχιτεκτονική τους έχει τις τελευταίες δεκαετίες διεθνή αξία γιατί βασίζεται σε τοπικού χαρακτήρα λύσεις ως προς τις διεθνείς τάσεις: αντιστέκεται στην ομοιογενοποίηση διεκδικώντας έναν αυτόχθονο χαρακτήρα ταυτοπροσωπίας που ενσωματώνει την παράδοση του μοντέρνου. Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό της επιτυχίας και το διαχρονικό δίδαγμα της υπερβόρειας αρχιτεκτονικής.   

Σε αυτή την επιτυχία δεν συμβάλλει όμως μόνο η ποιότητα της κοινωνίας των πολιτών και η συλλογική αποδοχή κοινών κανόνων διαχείρισης του χώρου, αλλά και «εσωτερικοί» παράγοντες: οι σχολές αρχιτεκτονικής είναι από τις καλύτερες στον κόσμο, οι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί είναι ένα συχνότατο φαινόμενο καταρχάς για τα δημόσια έργα, τα περιοδικά αρχιτεκτονικής διατηρούν άριστο επίπεδο, τα μουσεία αρχιτεκτονικής αποτελούν τρέχουσα πραγματικότητα σε όλες τις χώρες της περιοχής.

  
Αριστερά: 3.Helen & Hard, Φοιτητικές κατοικίες στο Stavanger. Δεξιά, από πάνω προς τα κάτω: 4.Tham & Videgård Hansson, Μουσείο Τέχνης στο Kalmar, 5.Gert Wingårdh, Αρχιγραμματεία της Σουηδικής Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον.

Για την πιο ουσιαστική κατανόηση των τελευταίων δεκαετιών αρχιτεκτονικής παραγωγής, το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής σε συνεργασία με τα μορφωτικά ινστιτούτα και της πρεσβείες στην Αθήνα της Δανίας, της Νορβηγίας της Σουηδίας και της Φινλανδίας, οργάνωσε τον ετήσιο κύκλο τριών εκθέσεων και οκτώ διαλέξεων διάσημων αρχιτεκτόνων στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς με τίτλο «Υπερβόρειες διαθλάσεις της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής» και διάρκεια ως τον Οκτώβριο 2010. Πρόκειται για τον πρώτο κύκλο ενός ευρύτερου προγραμματισμού θεματικών ενοτήτων, που επιδιώκουν την παρουσίαση της σύγχρονης αρχιτεκτονικής χωρών με κοινά χαρακτηριστικά, γεωγραφικά, γλωσσικά, πολιτισμικά ή άλλα. Με τον τρόπο αυτό κατανοείται η αρχιτεκτονική πραγματικότητα συγκεκριμένων περιοχών όχι μέσα από μονολόγους μεμονωμένων διαλέξεων, αλλά μέσα από τη συγχρονική προσέγγιση κοινών κατά κανόνα αρχιτεκτονικών και ευρύτερα πολιτισμικών φαινομένων με ιδιαίτερη διεθνή ακτινοβολία. Ειδικά για την περίπτωση της σκανδιναβικής αρχιτεκτονικής, χαρακτηριστικά θέματα όπως η απώθηση του φορμαλισμού, η καλλιέργεια της μικρής κλίμακας, το ζήτημα του τοπικισμού, η σχέση με το περιβάλλον, απασχολούν έντονα και τους έλληνες αρχιτέκτονες.

Η τελευταία γενιά αυτών των αρχιτεκτόνων, που έδειξε ήδη τη δουλειά της στην Αθήνα και θα συνεχίσει την επόμενη χρονιά, χαρακτηρίζεται από έναν επαγγελματικό διεθνισμό συνδεδεμένο με τις σημερινές συνθήκες άσκησης της αρχιτεκτονικής, και από την έντονη τάση αποδέσμευσης από κάθε συμβατική αντίληψη της τυπολογίας ή της παραδοσιακής μορφοπλασίας. Μέσω της διεκδίκησης της αρχιτεκτονικής ως ιδανικής πρωτοπορίας, και ταυτόχρονα με τυπικά υπερβόρειο ρεαλισμό, επιχειρείται ουσιαστικά η «φυγή προς τα εμπρός», μια ολοκληρωτική επαναθεμελίωση του τρόπου με τον οποίο γίνεται αντιληπτός ο χώρος και ο σχεδιασμός.

Την Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009 ώρα 19:30, στο αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη οδού Πειραιώς, θα δώσει διάλεξη ο νορβηγός Ketil Thorsen της ομάδας Snøhetta, υπεύθυνης για τον σχεδιασμό της Βιβ-λιοθήκης της Αλεξάνδρειας και της Νέας Όπερας του Όσλο, η οποία και θα παρουσιαστεί σε ειδική έκ-θεση. Θα εγκαινιαστεί επίσης η έκθεση σύγχρονης Νορβηγικής αρχιτεκτονικής 2000-2005. Σε παράλληλη έκθεση θα παρουσιαστεί τέλος το έργο των αρχιτεκτόνων Αριστομένη και Γιώργου Βαρουδάκη που ζουν και εργάζονται στα Χανιά. Σε ένα βράδυ η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική θα δώσει το παρών στο αθηναϊκό κοινό μεταξύ Βορρά και Νότου, μέσα από δύο εναλλακτικά φυσικά περιβάλλοντα, αντιθετικές κοινωνίες και μακρινές τοπικότητες, για να αποκαλύψει διαφορές αλλά και εντυπωσιακές αναλογίες.

Αντρέας Γιακουμακάτος, αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.


 

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital