ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Ωσμωση παλιού και νέου στις αναπλάσεις

06 Μάρτιος, 2007

Ωσμωση παλιού και νέου στις αναπλάσεις

Ο αρχιτέκτων Γιάννης Κίζης μιλάει για την ιδεολογία πίσω από τις παρεμβάσεις στα μνημεία και την ένταξή τους στις σύγχρονες πόλεις.

«Δυστυχώς με έχουν ταυτίσει με αναστηλώσεις και μνημεία». Αιφνιδιάζει η εξομολόγηση του αρχιτέκτονα Γιάννη Κίζη όταν πίσω από κλειστές πόρτες στην ηρεμία του γραφείου του, με τραπέζι και βιβλιοθήκες σχεδιασμένες από τον ίδιον, ξανασκέφτεται μια πορεία διαρκούς δημιουργίας. Μιας δημιουργίας βασισμένης κατά πρώτο λόγο στη σύνθεση, την τέχνη που προσθέτει ψηφίδες στο μωσαϊκό του πολιτισμού μας και κατά δεύτερο λόγο στην αναστήλωση, την τεχνογνωσία των επεμβάσεων. Η αλήθεια είναι ότι ο Γιάννης Κίζης και οι συνεργάτες του έχουν αποκτήσει, χρόνια τώρα, την καθησυχαστική φήμη ενός γραφείου που κάνει θαύματα με τα παλιά κτίρια και αν μπορούσε κανείς να φωτίσει σε μια μακέτα της Αθήνας τα κτίρια που ξαναζούν χάρη στις μελέτες του γραφείου θα έβλεπε δεκάδες πυγολαμπίδες να αναβοσβήνουν. Φανός τους τελευταίους μήνες είναι το City Link του Ομίλου Πειραιώς, με το γραφείο Κίζη σε καίριο λόγο στις επεμβάσεις σε μεγάλες κτιριακές ενότητες του παλιού Μεγάρου του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, που ξανακύλησε στις ράγες της σύγχρονης ζωής σαν ένα υπερωκεάνιο.

Δεν είναι το στυλ του Γιάννη Κίζη η κοινωνική, πόσω μάλλον η αρχιτεκτονική, φλυαρία. Πίσω μου - καθώς η πλάτη μου βλέπει τις ράχες μιας πυκνής βιβλιοθήκης- υπάρχουν βιβλία που έχει γράψει ο ίδιος αλλά και μία εκτενέστατη διεθνής βιβλιογραφία, που είναι διαβασμένη και χιλιο-υπογραμμισμένη. Η αρχιτεκτονική του Γιάννη Κίζη, είτε πρόκειται για νέα κτίρια είτε για αναστηλώσεις, είναι μια αρχιτεκτονική που έχει ρουφήξει από μέσα τις φυσαλίδες του δέους. «Θέλω να μένει το ενδιαφέρον. Θέλω να αφαιρώ το δέος», λέει. «Θέλω να βοηθάω τον μέσο άνθρωπο να ξεπερνάει στερεότυπα και ιδεοληψίες γύρω από τα μνημεία».

Υπάρχει μια ολόκληρη κουλτούρα αντιμετώπισης των νεότερων μνημείων στην Ελλάδα, μια επικρατούσα κουλτούρα αντιφάσεων και ακραίων αντιθέσεων: ανάμεσα στην επιθυμία να βαλσαμωθούν ακόμη και τα ανενεργά κομμάτια ενός συχνά κατασκευασμένου ιδεολογικά παρελθόντος και στην κυνική απάθεια για την τύχη όποιων θραυσμάτων επιζούν. Τη φιλοσοφία του Γιάννη Κίζη δεν θα την εντοπίσει κανείς ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα, δεν βρίσκεται δηλαδή σε χρυσή τομή ανάμεσα στον συντηρητικό ακαδημαϊσμό και στον επήλυδα πραγματισμό. Δεν βρίσκεται ανάμεσα, γιατί βρίσκεται πέραν αυτών των αντιθετικών θέσεων, καθώς η έννοια της παρέμβασης σε ένα αρχιτεκτονικό έργο του παρελθόντος αποτελεί μία πράξη πολιτικού, σχεδόν, ρεαλιστικού οραματισμού.

Εξοικείωση

«Για να ξαναζήσει ένα κτίριο, για να κερδίσει μια παράταση ζωής, έχει ανάγκη σύγχρονων στοιχείων που θα το περάσουν στην επόμενη εποχή». Υπέρμαχος των εργαλείων που δίνει η σύγχρονη τεχνολογία, ο Γιάννης Κίζης ξεδιπλώνει μια ολόκληρη στάση για το τι συνιστά σημαντικό και για τον τρόπο με τον οποίον στέκεται κανείς απέναντι σε ένα αρχιτεκτόνημα που έχει κληρωθεί να περάσει ως ζωντανός οργανισμός στον 21ο αιώνα. «Από μόνο του το κτίριο μετέχει σε έναν ευρύτερο δημόσιο διάλογο. Πρέπει να γίνει η ώσμωση. Και είναι ένα θέμα πώς θα βάλει κανείς τους νέους όρους δεκτικότητας, εξοικείωσης και φιλικότητας... Νιώθω ευτυχής αν καταφέρω να κάνω έναν χώρο οικείο. Γιατί, η στεγνή, αρχαιολατρική άποψη δεν βοηθάει το έργο. Συχνά κινδυνεύουμε να χάσουμε το δέντρο για χάρη του φύλλου».

Σαν στρώματα ανθρώπινων κοινωνιών, που κάθε μία αφήνει στον κύκλο ζωής της, ίχνη και αύρα, οι πόλεις καθώς πορεύονται στο αύριο τείνουν να κρατούν τα χρηστικά κομμάτια. Για τον Γιάννη Κίζη, η χρηστικότητα είναι συνάρτηση όχι μόνο υλικών αλλά και άυλων παραμέτρων, όταν «σε ένα παιχνίδι ιεραρχήσεων, ένα συγκεκριμένο κτίριο μπορεί να λογίζεται ως μετρήσιμο πολιτισμικό αγαθό». Τότε, το κτίριο αυτό σαν μονάδα μέσα στην πόλη έχει μία νέα δυναμική, διεκδικεί μία προέκταση μέλλοντος μέσα στην αστική ζωή που θα τα ξαναπάρει στα σπλάγχνα της για λίγες ακόμη δεκαετίες έως ότου μια αυριανή κοινωνία θα το ιεραρχήσει και πάλι.

Καινοτομίες

Ο βαθμός ωριμότητας μιας κοινωνίας, μιας πόλης, καθορίζεται εν πολλοίς από την ψυχραιμία και την τόλμη της. Στην Ελλάδα, υπάρχουν οι ακραίες εκδηλώσεις και η ατολμία. «Σε ανεπτυγμένες χώρες, τα περιθώρια καινοτομίας στις παρεμβάσεις είναι μεγάλα», λέει ο Γιάννης Κίζης. «Πολύς κόσμος είχε σοκαριστεί με την πυραμίδα του Πέι στο Λούβρο, αλλά η δοθείσα υπεραξία έχει εξακοντίσει το Μουσείο δύο αιώνες μπροστά. Το ίδιο υποψιάζομαι ότι θα συμβεί και με τη Σκάλα του Μιλάνου, που ανακαίνισε ριζικά ο Μάριο Μπότα. Κοινωνίες με αστικό βάθος 1.000 και πλέον ετών τολμούν να πειραματίζονται διαρκώς».

Στην περίπτωση του City Link, «υπήρξαν ισχυρές χειρονομίες που ξέφυγαν από τα όρια της ανάπλασης». Η κρυστάλλινη σχισμή και το στέγαστρο στη Στοά Σπυρομήλιου, η χειρονομία τέχνης με το γλυπτό του Μποτέρο στην είσοδο της Τράπεζας Πειραιώς και η κρυστάλλινη, επίσης, όψη του Παλλάς. «Η τεχνολογία του κρύσταλλου και του ανοξείδωτου μού επιτρέπει σήμερα να επιτύχω διαφάνεια και να τονίσω τη διείσδυση του δημόσιου χώρου στο θέατρο, που την προϋποθέτει βεβαίως η πεζοδρομημένη οδός Βουκουρεστίου. Βεβαίως, είναι καταλυτική η δυναμική της διεθνούς αναζήτησης, η οποία ωθεί τα πράγματα προς τα εμπρός. Και εξαιρετικά αισιόδοξο το μήνυμα που εκπέμπεται από τις Διευθύνσεις και τα Κεντρικά Συμβούλια των συναρμοδίων υπουργείων Πολιτισμού και Χωροταξίας, που όλο και συχνότερα στηρίζουν προοδευτικές απόψεις. Αφού διαπιστώσουν, βέβαια, την πλήρη τεκμηρίωση και τη μέγιστη εφικτή διατήρηση του αυθεντικού υλικού των μνημείων».

Ιστορία που δεν υπήρξε

Κατά τον Γιάννη Κίζη η ζητούμενη από πολλούς επίτευξη γρήγορης πατίνας είναι λάθος και συχνά, η δυσκολία διάκρισης ανάμεσα στο παλιό και το νέο δημιουργεί προβλήματα. «Πολλές φορές κατασκευάζουμε μία ιστορία που ποτέ δεν υπήρξε. Δημιουργούμε κατά τόπους ένα κατασκευασμένο πολιτισμικό υπόβαθρο. Δείτε τα ξενοδοχεία “Κινγκ Τζωρτζ” στο Σύνταγμα και “Ηλέκτρα Παλάς” στην Πλάκα με τις καινούργιες νεοκλασικές προσόψεις τους. Υπάρχει βεβαίως η πελατεία των διεθνών ξενοδοχείων, που πληρώνει για ένα δωμάτιο με την ψευδαίσθηση ότι αποτελεί τμήμα ενός ανακτόρου. Πάντα τα revivals κέρδιζαν έδαφος, αλλά ας πούμε ότι στον 19ο αιώνα υπήρχε μία περιρρέουσα ρομαντική διάθεση. Ενώ σήμερα η πλημμυρίδα ανάγκης για γκλάμορ πιέζει για την οικοδόμηση μιας ιστορίας που ποτέ δεν υπήρξε...».

Στη φυσιολογική ροή των μεταβολών

«Αν δούμε πόλεις που ζουν ως αστικά σύνολα για πολλούς αιώνες, όπως η Ρώμη, το κατοικημένο σύνολο θεωρείται μικτό προϊόν πολιτισμού. Απόσταγμα μιας ιστορίας που δεν έχει τελειώσει ακόμα. Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού ζουν μέσα σε κτίσματα περασμένων αιώνων που έφθασαν στην εποχή μας μέσα από μια διαδικασία διαρκών επεμβάσεων και διαρρυθμίσεων. Αυτό είναι κάτι που δεν έχουμε συνηθίσει εδώ. Στην Ελλάδα, επικρατεί ακόμη η στάσιμη σκέψη για την τύχη των μνημείων. Και συνήθως, οι παρεμβάσεις εκτιμώνται ως πράξεις σωτηρίας και όχι ως πράξεις που εντάσσουν τα κτίρια στη φυσιολογική ροή των μεταβολών».

Στη γωνία Σταδίου και Αμερικής είναι γνώριμη η εικόνα των δύο παλαιών νεοκλασικών κτιρίων που στέκουν απαξιωμένα σε όλη τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου. Εως πρόσφατα, μόνο τα ισόγεια καταστήματα ήταν αξιοποιήσιμοι χώροι. Αυτά τα μικρά σε κλίμακα κτίρια, κηρυγμένα διατηρητέα από το ΥΠΕΧΩΔΕ, ιδιοκτησίας Σπηλιοπουλείου Ιδρύματος, θα ενταχθούν σε ένα νέο κτιριακό συγκρότημα του Ομίλου Πειραιώς βάσει μελέτης του γραφείου «Γιάννης Κίζης & Συνεργάτες Ε.Ε.». «Τα κτίρια αυτά ήταν εντελώς κατεστραμμένα όταν τα επισκέφθηκα», λέει ο Γιάννης Κίζης. «Το εσωτερικό τους είχε πλήρως καθαιρεθεί και μόνο η πρόσοψη μπορούσε να συντηρηθεί. Τα κτίρια αυτά ξαναγυρίζουν στη ζωή της πόλης μέσα από μία διαδικασία παλίμψηστης επανάχρησης. Και όταν δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο, αναγκαστικά κρατάω μόνο το σκηνικό. Αυτό μου λέει κάτι ότι, δηλαδή, εδώ σε αυτό το σημείο της πόλης, υπήρχε πριν κάτι άλλο»...

Διαδοχικές φάσεις

Καθώς είναι πίστη του Γιάννη Κίζη ότι ένα έργο πρέπει να αγαπηθεί από τον κόσμο, ούτως ώστε η φιλική χρηστικότητά του να το εντάξει βαθιά στη λειτουργία της πόλης, ο ίδιος, αντλεί δικαιώματα από τη γνώση που αλλελεπιδρά με την αγάπη του προς το έργο. «Το νέο και το παλιό πρέπει να ζουν παράλληλα και διακριτά. Και η αγάπη (όπου αγάπη ίσον γνώση) σου δίνει το δικαίωμα να κάνεις εγχειρητικές τομές». Τις έχει κάνει σε πολλές αναλήψεις έργων (και σκέφτεται κανείς ότι σε μια πιο ώριμη και δεκτική κοινωνία θα επιχειρούσε ακόμη πιο τολμηρές επιλογές). Στην περίπτωση του Παλαιού Χρηματιστηρίου, στην οδό Πεσμαζόγλου 10, η κεντρική αίθουσα, με όλη την κατάφορτη αισθητική γλώσσα της δεκαετίας του 1880, προσεγγίζεται μέσα από μια μεσοπολεμική στοά στην οποία επαναγγράφηκαν τα αρ ντεκό στοιχεία της. «Είναι σαν ένας προθάλαμος για τον σημερινό αστό, που τον χωρίζει απόσταση 125 ετών από το κτίριο, ώστε σταδιακά να διεισδύσει σε μια συγκεκριμένη ατμόσφαιρα του 19ου αιώνα». Από την αρ ντεκό στοά, ο διαβάτης θα βγει σε μια περίκλειστη πλατεία όπου ένα κρυστάλλινο προπέτασμα στεγάζει μια έξοδο που ανοίχτηκε σε μεταγενέστερες εποχές. «Κρατάω και αυτήν την πράξη ως μέρος της ιστορίας διαδοχικών φάσεων του κτιρίου», λέει ο Γιάννης Κίζης, «και τοποθετώ το κρυστάλλινο στέγαστρο ως συμβολή της εποχής μας».

Νίκος Βατόπουλος


(με την ευγενική παραχώρηση του συγγραφέα)

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital