ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
14 Ιούλιος, 2016
Το σπίτι των ανέμων στη Σαντορίνη
Κυκλοφόρησε το βιβλίο με τίτλο «Το σπίτι των ανέμων στην Σαντορίνη» σε επιστημονική επιμέλεια της Αγνής Κουβελά.
Η εικονογραφημένη αφήγηση για την κατοικία διακοπών στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης επιχειρεί μια επανεκτίμηση του εξαιρετικού αυτού έργου της σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής, γνωστού ως το «Σπίτι των Ανέμων».
Η αρχιτέκτων του έργου και έξι διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί αναλύουν το συγκεκριμένο οικοδόμημα μέσα σε ένα ευρύ χωρικό, χρονικό και θεωρητικό πλαίσιο, και ορίζουν τον εννοιολογικό ορίζοντα ερμηνείας του. Οι μελέτες συγκροτούν μια αυθεντική πνευματική κατάθεση περί το οικοδομείν σε ένα τόπο στο Αιγαίο, σε μια γωνιά της Μεσογείου. Η ανάλυση συμβάλλει σημαντικά στην αναζήτηση των κατάλληλων τρόπων διατήρησης αξιών σε κίνδυνο αφανισμού ή αλλοίωσης, καθώς και εφαρμογής των αρχών παθητικού βιοκλιματικού σχεδιασμού.
Μέσω πολυάριθμων αναφορών τόσο στον χαρακτήρα του νησιού, όσο και το φυσικό και δομημένο περιβάλλον, η μελέτη συμμετέχει στον τρέχοντα προβληματισμό αρχιτεκτόνων, μελετητών, δασκάλων και απλών θαυμαστών της Σαντορίνης ανά τον κόσμο, σχετικά με τους κινδύνους που εγκυμονεί η ανεξέλεγκτη «ανάπτυξη» αυτού του μοναδικού τόπου.
Τον πρόλογο του βιβλίου επιμελείται ο Ανδρέας Γιακουμακάτος, το βιβλίο περιλαμβάνει και άρθρα των :
Αγνή Κουβελά. Επιστροφή στο ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΑΝΕΜΩΝ
Gunkut Akin. Η οικία Κουβελά στη Σαντορίνη και η δημιουργία μιας νέας τοπικότητας
Karin Skousboll. Το μαγικό «Σπίτι των ανέμων» στη Σαντορίνη
Ανδρέας Γιακουμακάτος. Ο γρίφος της Σαντορίνης
Δημήτρης Φιλιππίδης. Η επιβολή ενός παράδοξου
Τάσος Τανουλας. «...ΣΑ ΛΕΠΤΟ ΡΟΥΧΟ ΨΗΛΑΦΕΙ ΤΟΝ ΑΝΕΜΟ ΡΙΓΩΝΤΑΣ...». Απόπειρα μιας κριτικής προσέγγισης στο «Σπίτι των ανέμων»
Δημήτρης Α. Φατούρος. Ακρωτήριο αρχιτεκτονικής
Ο γρίφος της Σαντορίνης
Είχα την ευκαιρία να ζήσω στο σπίτι της Αγνής Κουβελά ένα καλοκαίρι, το 1998 νομίζω. Εκεί, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, αισθανόμασταν ότι η ελληνική αρχιτεκτονική βρισκόταν σε μια μεταβατική περίοδο.
Πολλά νέα και φιλόδοξα έργα διαμόρφωναν μια ανανεωμένη εικόνα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, που άρχιζε πια να παίρνει σαφείς αποστάσεις από μια «παραδοσιακή» ιδέα τοπικότητας, ενώ ταυτόχρονα επιβεβαίωνε όλο και περισσότερο την εγγύτητα στο μεταπολεμικό ιδίωμα του Λε Κορμπυζιέ και στα παράγωγά του. Είχε επίσης αναγνωριστεί η αξία μιας νέας ποιητικής προσέγγισης, του Κυριάκου Κρόκου, που είχε παρουσιαστεί στη Μπιενάλε της Βενετίας το 1996 και εξέφραζε την πίστη σε μια διαχρονική αντίληψη ελληνικότητας, την πίστη «επί του αρχαϊκού» όπως είχε την ευκαιρία να σημειώσει πολύ νωρίτερα, το 1934, ο Νίκος Μητσάκης. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, επίσης, η έκθεση για την ελληνική αρχιτεκτονική του 20ου αιώνα στο Γερμανικό Μουσείο Αρχιτεκτονικής της Φρανκφούρτης, από το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής, σηματοδοτούσε με εμβληματικό τρόπο την περίοδο ευφορίας της ντόπιας αρχιτεκτονικής παραγωγής που θα κορυφωνόταν εκεί γύρω στο 2004, την περίοδο πραγματοποίησης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ανάμεσα στα έργα που τότε κίνησαν περισσότερο το ενδιαφέρον μου ήταν ακριβώς το σπίτι της Αγνής Κουβελά στη Σαντορίνη. Το έργο είχε ήδη κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, για τις απόλυτα διακριτές ιδιαιτερότητές του. Η διαβίωσή μου σε εκείνο το σπίτι, κάτω από τον καυτό ήλιο του Αιγαίου, δεν έλυσε τότε πολλά από τα προσωπικά ερωτήματα που ούτως ή άλλως αφήνονταν σε δεύτερο επίπεδο, καθώς υπερίσχυε η αβίαστη απόλαυση του κτιρίου, των χώρων του και των μορφών του. Το σπίτι όμως αυτό παρέμεινε και στη συνέχεια ένα είδος γρίφου, ακόμα περισσότερο επειδή στην αντίληψή μου αποτελούσε ένα unicum, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στον ευρύτερο χώρο αναφοράς, στον χώρο της Μεσογείου. Ένας γρίφος γεμάτος απορίες: ποια ήταν τα κίνητρα αυτής της κατασκευής, τα σημεία αναφοράς της, οι μορφολογικές καταβολές της, οι λειτουργικές αρχές της, η χωρική και πλαστική αιτιολόγηση τέλος πάντων που είχε προσδιορίσει ένα τόσο σπάνιο εκφραστικό αποτέλεσμα; Με την Αγνή δεν συζητήσαμε ποτέ επί της ουσίας, κάτι απόλυτα κατανοητό γιατί δεν είναι εύκολο για τον δημιουργό να ξεδιπλώνει κάθε στιγμή τις πηγές και τις λειτουργίες της έμπνευσής του, να εξηγήσει τις διαδρομές της σκέψης του. Ούτε είναι απαραίτητο, γιατί ο δημιουργός δεν είναι η αποκλειστική πηγή κατανόησης και ερμηνείας ενός έργου. Το έργο, οποιασδήποτε φύσης, παραδίδεται και διατίθεται για προσλήψεις συχνά διαφορετικές, υπάρχει ακριβώς για να διαμορφώνει τρόπους κατανόησης που δεν συμμορφώνονται υποχρεωτικά με εκείνους του δημιουργού του: ιδιαίτερα στην αρχιτεκτονική, όπου όχι μόνο διαφοροποιούνται οι αντιλήψεις μας σχετικά με το αισθητικό ζήτημα, αλλά και με τους τρόπους διαβίωσης σε ένα κέλυφος και με την ιδέα του χτιστού αντικειμένου στο τοπίο. Το έργο με αξία φορτίζεται έτσι πάντα με νέα ζωή, δεν αναπαύεται αποστειρωμένο στη μοναδική και μεμονωμένη ερμηνευτική διάσταση που πηγάζει από τον σχεδιαστή του. Έτσι το έργο μπορεί να γίνει διαχρονικό, κλασικό στη σημασία του.
Νομίζω όμως ότι για το «ξεκλείδωμα» του σπιτιού στη Σαντορίνη είναι σπουδαία μια φράση που η ίδια η Αγνή Κουβελά διατύπωσε στη διάρκεια μιας διάλεξής της στο ΕΜΠ πριν λίγα χρόνια: «Από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή κατά τη διάρκεια της σύνθεσης ο τόπος, ως φυσικό αλλά και ανθρωπογενές περιβάλλον, υπήρξε σταθερό σημείο αναφοράς· τα βράχια στην παραλία της Βλυχάδας, το δυνατό μελτέμι στην Καλντέρα, ο πύργος του Εμπορείου. Και έγινε σχεδόν έμμονη ιδέα η κατάκτηση της ουσίας των φαινομένων, για να εκφράσει το έργο κάτι από αυτή». Η ουσία των φαινομένων, αυτό είναι το κλειδί του σπιτιού στη Σαντορίνη.
Υπάρχει ένα ερώτημα με απάντηση που δεν είναι ποτέ δεδομένη, ούτε μονοσήμαντη, ούτε διαρκής ούτε τελεσίδικη: πώς χτίζουμε σε ό,τι αποκαλούμε «παραδοσιακό περιβάλλον»; Έχουμε την τύχη να ζούμε και να διαχειριζόμαστε τόπους μοναδικούς, όπως είναι οι ανώνυμοι οικισμοί στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά, σε τοπία μοναδικής φυσικής αρμονίας. Σε αυτούς τους τόπους η ανθρώπινη παρέμβαση μάς φαίνεται απόλυτα εύστοχη, μοναδική, κατάλληλη για τον σκοπό που υπηρετεί ή που υπηρέτησε: τη διαμόρφωση ανθρωπογενούς περιβάλλοντος που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του πυρήνα της οικογένειας και ταυτόχρονα να συμβάλλει στην αίσθηση της συλλογικής διαβίωσης και στην καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση της ευρύτερης κοινότητας. Και όλα αυτά με ελάχιστα υλικά μέσα, με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, με τη χρήση μόνο τοπικών υλών, με την προσήκουσα τεχνογνωσία και με μια αισθητική αντίληψη που είναι το άμεσο και απτό αποτέλεσμα των κατασκευαστικών μέσων. Μια ιδέα δηλαδή λειτουργικότητας και ορθολογισμού, μέσω της ιδέας της διαβάθμισης από το μονόχωρο της κατοικίας στον συνολικό οικισμό, που προηγείται της φονξιοναλιστικής επεξεργασίας του 20ου αιώνα και ανταποκρίνεται με τον ελάχιστο τρόπο στην ανάγκη επίλυσης των ανθρώπινων αναγκών. (...)
του Ανδρέα Γιακουμακάτου
(Eισαγωγικό μέρος του άρθρου που περιλαμβάνεται στον μονογραφικό τόμο)
Εκδόσεις : Shape IKE Τεχνικές
Έτος : 2016
ISBN : 978.960.9724.04.3
Κόστος : 40.00 ευρώ