ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΖΩΗΣ

ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ… κ. ΘΕΟΥ

04 Ιούλιος, 2007

ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ… κ. ΘΕΟΥ

Το επιχείρημα πίσω από το οποίο οχυρώνονται οι ηθικοί αυτουργοί του εγκλήματος του στείρου μιμητισμού των βυζαντινών τύπων, στους σύγχρονους ναούς, είναι ο «σεβασμός στην παράδοση». Το ξεστομούν και το κάνουν σημαία τους. Ίσως αν ζούσε ο Κωνσταντίνος Παπαιωάννου θα μπορούσε να τους διδάξει με την φράση του:
«Να σεβόμαστε το πνεύμα και όχι το γράμμα της παράδοσης»

Του Στέλιου Τσαπάρα

Κυκλοφορείς στους δρόμους, στέκεσαι, επεξεργάζεσαι το αστικό περιβάλλον γύρω σου, τους διαβάτες. Μπαίνεις σε κτίρια, βγαίνεις, επισκέπτεσαι εκθέσεις, εκδηλώσεις, διασκεδάζεις σε bars, τρως σε εστιατόρια. Και λες πως ζεις. Όμως όλα αυτά τα καθημερινά και συνηθισμένα, μπορούν να μετατραπούν σε εμπειρίες εν ριπή οφθαλμού.
Το θαυμαστό είναι, ότι ο εγκέφαλος σου δίνει την εντύπωση ότι τα κρατάει και περιμένει μία αφορμή να αρχίσει να τα ξετυλίγει ένα – ένα, ξανά και να τα επεξεργάζεται κάτω από ανεπάντεχες οπτικές γωνίες.
Για να λέω πως αυτή η αφορμή, η μια στιγμή στο χρόνο, θα εμφανιστεί καιρό μετά, απροσδόκητα, να δώσει βάθος σε εκείνα που τα είχες  προσπεράσει «έτσι»…

 
church of reconciliation_Dachau
Φωτογραφίες : Τάσος Ροϊδης


         
           Ο τίτλος της έκθεσης ήταν «architecture and religion», και μπροστά μου βρίσκονταν μακέτες, σχέδια, φωτογραφίες και λίγο κείμενο ,εργαλεία για να περιγράψουν μερικά κτίρια που τύχαιναν, να είναι και εκκλησίες. Γιατί τόσο « φασαρία » για να κτιστεί μία εκκλησία, ήταν η ερώτηση που δημιουργήθηκε. Οι μέρες περνούσαν και η ερώτηση ξεθώριασε, χωρίς απάντηση. Σκέφτηκα πως ήταν άλλο ένα « θεματάκι » όπως τόσα άλλα στη ζωή μου που απλά υπάρχουν για να υπάρχουν. Η επίσκεψη αυτή κουλουριάστηκε, απ’ ότι φαίνεται, στη μεγάλη δεξαμενή του υποσυνείδητου…

 
    Herz jesu kirche_munich              church of reconciliation_Dachau
Φωτογραφία & Σκίτσο: Τάσος Ροϊδης 


     
           Το υλικό υπήρχε. Ήταν αυτό που αβίαστα καταχωνιάστηκε μέσα μου. Το κουβάρι των σκέψεων για να ξετυλιχτεί, χρειαζόταν μία αφορμή και… εμφανίστηκε. Στα χέρια μου ένα λεύκωμα για το Άγιον Όρος. Ο φακός της προσοχής μου σταματά σε μία σελίδα. Μία φωτογραφία στο πάνω της μέρος. Ένας καλόγερος, καθισμένος σ’ ένα πεζούλι, κυρτός. Το χέρι στο πρόσωπο, σκεπτικός.

          Η ερώτηση του πιστού και η απάντηση του Γέροντα, στη λεζάντα καθοριστική, εναρκτήριο λάκτισμα της ανησυχίας μου.

   «Τι είναι καλύτερο, να μιλάς ή να σιωπάς;»
   « Αυτός που μιλά για το Θεό, κάνει καλά,
     το ίδιο και αυτός που σιωπά για το Θεό».

Άμεση, σοφή, καθαρή η απάντηση του Γέροντα προς τον ανυποψίαστο άνθρωπο. Για να λέω πως άμεση, σοφή και καθαρή ήταν η αναμόχλευση της επίσκεψης στην έκθεση, του ερωτήματος που είχα φεύγοντας. Η ζύμωση είχε λάβει χώρα, και το γεγονός φανερωνότανε μπροστά μου σαν εμπειρία, τώρα πια.

 
Herz jesu kirche_munich
Φωτογραφίες : Τάσος Ροϊδης


     
          Είναι ένα ευαίσθητο θέμα η ναοδομία σήμερα, δύσκολο και πολύπλοκο. Όχι όμως και γι’ αυτούς που έχουν αποφασίσει ότι ο τρόπος ζωής τους θα είναι κοντά στο θρησκευτικό πνεύμα.
          Για το μοναχό τα πράγματα είναι απλά. Όταν έχεις γνώμονα το Θεό, αυτόν που συνυπάρχεις και έχει μπει μέσα σου και έχεις μπει μέσα του και ό,τι κάνεις το κάνεις γι’ Αυτόν, τότε δεν μπορεί παρά να το κάνεις καλά.
          Και ας συγκεντρωθούμε στην κατηγορία « κτίριο εκκλησία ». Στις δυτικότροπες ευρωπαϊκές χώρες (για τις εκκλησίες των οποίων και η έκθεση) μπορεί κανείς να συναντήσει τέτοιου είδους θρησκευτικά κτίρια, όπου αυτό που θα λέγανε σήμερα κάποιοι για «αρχιτεκτονική» μπορεί εύκολα να αναγνωσθεί. Μία «αρχιτεκτονική» της υψηλής τεχνολογίας υλικών, του design, του μελετημένου τεχνητού φωτισμού, της άρτιας κατασκευής και γενικότερα αυτήν την αρχιτεκτονική που σκοπός της είναι ο εντυπωσιασμός, η αναγνωσιμότητά της. Με άλλα λόγια η «αρχιτεκτονική των δηλώσεων»! Και ακριβώς σ’ αυτό το σημείο είναι που μπαίνει η κόκκινη γραμμή, το κρίσιμο ερώτημα:
    


Για ποιον τελικά χτίζεις μία εκκλησία;

Για τον πιο πάνω μοναχό (που εδώ αντιπροσωπεύει το γνήσιο θρησκευτικό πνεύμα, αφού με τον τρόπο ζωής του, βρίσκεται πιο κοντά σ΄ αυτό), αυτό το ερώτημα ίσως ακουγόταν αφελές. Είναι δεδομένη η απάντηση. Χτίζεις γι’ αυτόν που αργότερα εκεί μέσα θα λατρέψεις, θα ευχαριστήσεις, θα δοξολογήσεις. Γι’ Αυτόν, το Θεό σου.
           Και είναι εδώ που φανερώνεται η ασυμβατότητά του, τι χτίζω και για ποιον το χτίζω, αυτό που ενδόμυχα διέκρινα σ’ εκείνη την έκθεση.

 
St.peter's Church_new york
Φωτογραφίες : Τάσος Ροϊδης


          Για να λέω πως δεν γίνεται ένας ταπεινός Θεός, να δέχεται να «κατοικήσει» - όπως λένε – σε ένα «παλάτι», από ηλεκτρικούς, χρυσαφένιους πολυελαίους, ακριβά υλικά. Σε ένα «παλάτι» όπου η συνθετότητα των γραμμών του, υπερβαίνει σε πολυπλοκότητα τον Λόγο του, όπου το σχήμα του σταυρού πάνω στο οποίο εξέπνευσε, γίνεται φωτεινό λογότυπο εντυπωσιασμού. Θα είναι εμπαιγμός αν δεχθεί ένα «παλάτι» όπου το χρήμα σπαταλήθηκε για να χαρακτηρισθεί η κατασκευή ως «άψογη» και δεν αξιοποιήθηκε για να ακολουθήσει κάποιος το θέλημα Του, αυτός που έχει δυο χιτώνες να δίνει τον έναν σε άλλον… Όχι μόνο δεν δέχεται να οικειοποιηθεί αυτό το κατά τα άλλα άψογο αρχιτεκτόνημα, αλλά δεν έχει και την ανάγκη θαρρώ, να λατρευτεί μέσα σε αυτόν τον χώρο, όπου κάποιος φορέας φρόντισε το «φαίνεσθε» και όχι το «είναι» του κτιρίου.

          Και θα προσθέσω εδώ (για να μην αδικήσω τις δυτικές εκκλησίες) και όλες αυτές που υπάρχουν και στον ελλαδικό χώρο και στην ευρύτερη περιοχή της παλιάς βυζαντινής αυτοκρατορίας, όπου πολλά από τα πιο πάνω χαρακτηριστικά απαντώνται και εδώ. Ακόμα και σήμερα πολλοί από τους νέους ναούς που οικοδομούνται, κυρίως σε αστικά κέντρα, εμφανίζουν παρόμοια κενόδοξα, εγωιστικά και διεφθαρμένα χαρακτηριστικά.
          Το επιχείρημα πίσω από το οποίο οχυρώνονται οι ηθικοί αυτουργοί του εγκλήματος του στείρου μιμητισμού των βυζαντινών τύπων, στους σύγχρονους ναούς, είναι ο «σεβασμός στην παράδοση». Το ξεστομούν και το κάνουν σημαία τους. Ίσως αν ζούσε ο Κωνσταντίνος Παπαιωάννου θα μπορούσε να τους διδάξει με την φράση του:

«Να σεβόμαστε το πνεύμα και όχι το γράμμα της παράδοσης»

          Αυτοί πρώτοι λοιπόν καταπατούν κάθε έννοια θαυμασμού και σεβασμού των βυζαντινών τύπων , καθώς φαίνεται το αποτέλεσμα αυτού του μαϊμουδισμού είναι πιο σημαντικό για εκείνους, από την αυθεντικότητα και την μοναδικότητα του όντως που θα «στεγαστεί» εκεί μέσα. Και αν έστω αυτοί που χαρακτηρίσθηκαν «ηθικοί αυτουργοί» προηγουμένως είναι απαίδευτοι στον ιστορικό, θρησκευτικό και εν γένει στον αρχιτεκτονικό τομέα, τότε πως θα πρέπει να χαρακτηρισθεί ο αρχιτέκτονας, στην μελέτη του οποίου θα είναι εμφανέστατη η απουσία οποιασδήποτε μέριμνας ένταξης του κτισμένου στο τοπίο του; Ειδικά ένα τέτοιο έργο, μια εκκλησία, περισσότερο από κάθε άλλο κτίριο, έχει αυτήν την ανάγκη, ώστε να μπορούμε να μιλάμε για το ότι, ο Θεός, η φύση, το τοπίο, το εκκλησάκι και ο άνθρωπος γίνονται το ένα. Θέλει διάκριση και θέλει έγνοια. Από όλους.

 
Φωτογραφίες : Στέλιος Τσαπάρας



          Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αυτή η σπουδαία σύγχρονη αρχιτεκτονική είναι ιδιαίτερα σημαντική για εμάς τους ανθρώπους, όχι όμως και για τον Θεό, αφού είναι γεμάτη από κώδικες και σχέσεις που δίνουν στα υλικά και στις γραμμές αξίες. Δημιούργημα του ανθρώπου για να καλύψει την έμφυτη τάση του για επικοινωνία και αξιολόγηση των πάντων γύρω του. Και κάτι ακόμα. Για πάρα πολλούς πλέον, εξίσου σημαντική αρχιτεκτονική είναι και αυτή που σήμερα χαρακτηρίζεται ως «παραδοσιακή». Δεν είναι μόνο το «τώρα»… μάθε από το «χθες». Γιατί αυτή η αποστροφή σε αυτό το μέρος της ιστορίας μας;
… Η αλαζονεία – η ένταση του νέου, αδιαφορεί για την καρτερικότητα του παλιού!
Λοιπόν… δεν θα δεχθεί καμία λατρεία – δοξολογία σε αυτόν τον χώρο, γιατί πολύ απλά, δεν του ανήκει, δεν χτίσθηκε για αυτόν, δεν είναι Αυτός το «τιμώμενο» πρόσωπο.
 

… Και εδώ είναι η δεύτερη κόκκινη γραμμή, το δεύτερο κρίσιμο ερώτημα:

Τι είναι αυτό που οδηγεί κάποιον ή έναν φορέα να χτίσει μια εκκλησία;

          Και αλήθεια δεν είναι λίγες εκείνες οι φορές που οι ρόλοι μπερδεύονται και οι προτεραιότητες αλλάζουν. Και σίγουρα ο καθένας βλέπει προς τα εκεί που θέλει να πάει. Για να λέω πως αλλιώς θα χτίσει κάποιος έναν τέτοιον χώρο, όταν έχει για «σημαία» του τον Θεό και αλλιώς θα προκύψει το κτίριο, όταν οι αιτίες θα είναι άσχετες με Αυτόν.
          Και είμαι σίγουρος πως ο άνθρωπος που θα χρησιμοποιήσει μια τέτοια ευρωπαϊκή εκκλησία, θα εντυπωσιασθεί. Θα αγγίξει τους τοίχους να νιώσει τις υφές των σύγχρονων, καλοβαλμένων υλικών και θα μείνει ακίνητος σε μια απόσταση, θα θαυμάσει την «αρμονική απλότητα» που δίνουν στο κτίριο οι σχέσεις κενού – πλήρους, οι γραμμές, τα ύψη, τα μοτίβα…
Ο στόχος έχει επιτευχθεί!
Ο εγωισμός του αρχιτέκτονα, έχει περάσει και στο κτίριο!
Η αρχιτεκτονική πλέον έγινε για την ίδια την αρχιτεκτονική. Και ο ναός – οικοδόμημα, έχει καταφέρει να σε προσηλυτίσει. Ίσως και αυτό το τελευταίο να είναι και το ζητούμενο για μερίδα φορέων που αναλαμβάνουν την κατασκευή ενός τέτοιου έργου. Μια εκκλησία «κράχτης».

 
Φωτογραφίες : Στέλιος Τσαπάρας


          Άνθρωποι λοιπόν, που θα πέσουν σε μια τέτοια παγίδα, «πιστοί» χωρίς καμία παιδεία, κενόδοξοι και συνήθως νεόπλουτοι, είναι ο κύριος στόχος της διεύθυνσης μιας εκκλησίας ή ακόμα και μιας αίρεσης, που διαμέσου χειρός του αρχιτέκτονα – στυλίστα, αναλαμβάνει να ικανοποιήσει το «θρησκευτικό αίσθημα» τους. Ένα «θρησκευτικό αίσθημα» που δεν μένει ανεπηρέαστο – ασυγκίνητο (ίσα – ίσα που μάλλον καθοδηγείται) από το καλοχτυπημένο εμφανές μπετόν και τις πανταχού παρούσες γυάλινες επιφάνειες. Βολεύονται στην ιδέα ότι η εκκλησία τους έχει δύναμη, έχει χρήμα και χτίζει αυτό το «θεόπνευστο» έργο. Κατά κάποιον τρόπο στην επιταγή για την ανέγερση ενός τέτοιου ναού, βρίσκουν το πολυπόθητο συγχωροχάρτι, αφού δεν μπορεί παρά να τους ελεήσει ο Θεός που «στερούνται» τόσο χρήμα για να οικοδομήσουν το «σπίτι» του!
          Και η γενεσιουργός δύναμη όλων αυτών είναι μια : η εξουσία.
Η ναοδομία είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα, όπου η αρχιτεκτονική αναλαμβάνει να γίνει το εργαλείο για να εξυπηρετήσει κυρίως πολιτικές και θρησκευτικές σκοπιμότητες. Για να λέω πως αυτό το θέμα, δεν ήταν άγνωστο ούτε στην αρχαιότητα, ούτε στους μετέπειτα ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους. Ναοί που χτίστηκαν όταν κερδήθηκε ο πόλεμος, ογκώδης κατασκευές, για να στεγάσουν την νέα θρησκεία. Εκκλησίες, σύμβολα δύναμης, πλούτου και ευημερίας. Οπτικό ανάχωμα κάθε φιλόδοξου εχθρού – κατακτητή.

 
Φωτογραφίες : Στέλιος Τσαπάρας


          Και όλα αυτά σαφώς και θα είχαν πολύ μικρότερη βαρύτητα, αν δεν βρίσκονταν στον αντίποδα μιας γνήσιας αρχιτεκτονικής, πιστός μάρτυρας αιώνων μιας ειλικρινούς σχέσης ανάμεσα στον Θεό και στον άνθρωπο. Και αναφέρομαι φυσικά σε όλα εκείνα τα μικρά, τα ταπεινά, μονόχωρα δωμάτια, τα ξωκλήσια. Παρατημένα, τα περισσότερα πλέον, δίπλα στον φλοίσβο, σε δασώδεις πλαγιές και σε κορυφές βουνών και λόφων. Ξωκλήσια χαμηλά, συνήθως πέτρινα με ξύλινες στέγες. Μικρά παραθυράκια – ανοίγματα στον όγκο. Ακόμα και οι τοιχογραφίες είναι δείγματα – σπαράγματα πια, μιας χαμένης λαϊκής τέχνης.
          Στο κάθε βήμα σου εκεί μέσα, ακούς σαν αντίλαλο, ήχους από το παρελθόν. Κάτι σαν βαριανάσανα. Ίσως να είναι ο πόνος του ιδιώτη – χτίστη, που βάζει με μεράκι την μια πέτρα πάνω στην άλλη. Ίσως πάλι να είναι και ο «στεγάς» που καθισμένος πάνω στον ελκυστήρα καρφώνει τους αμείβοντες. Είναι οι κινήσεις των μαστόρων, ποτισμένες από έναν πόνο, από μια δοξολογία ίσως, από ένα ξανάσαμα…
          Για να θέλω να πω, ότι εδώ (ίσως και εξιδανικευμένα) διακρίνω, τη διαφορά ανάμεσα στο τότε και στο τώρα. Ακόμα και σε αυτό το τόσο ιδιαίτερο κομμάτι της αρχιτεκτονικής, την ναοδομία, σχεδόν κάθε ευαισθησία έχει χαθεί σήμερα. Στους πιο απλούς παλιούς χρόνους οι άνθρωποι δεν είχαν την έπαρση που έχουν οι τωρινοί, γιατί τον Θεό τον είχαν στην μνήμη τους…

 
Φωτογραφίες : Στέλιος Τσαπάρας

 

«Αν μιλάς για τον Θεό κάνεις καλά, το ίδιο και αν σιωπάς για τον Θεό».

          Και μια πιθανή αιτία αυτής της αλλαγής, ίσως μπορεί να βρεθεί στη χρήση του χρήματος και στην θέση που κατείχε στη ζωή τότε και στη ζωή σήμερα. Για να βλέπω επιτακτική την ανάγκη απεμπλοκής κάθε οικονομικής συναλλαγής με τον μελετητή της εκκλησίας. Ίσως με αυτόν τον τρόπο ξαναγυρίσουμε στην έννοια της προσφοράς, στην αγνότητα των κινήσεων, μακριά από σκοπιμότητες. Δεν θα πρέπει ένας ναός να ανεγείρεται σε έναν εκ των προτέρων αποφασισμένο χώρο, μέσα στον αστικό ιστό έτσι όπως προβλέπει ένα γενικότερο πολεοδομικό σχέδιο, αλλά να γεννιέται μέσα από μια πηγαία, αυθόρμητη κίνηση των πιστών, μέσα από προσωπική εργασία και προσφορά. Ίσως να χαρακτηρισθεί ακραίος αυτός ο τρόπος οργάνωσης και οικοδόμησης ναών, όμως θα ήταν σίγουρα ένα φίλτρο, για να αναδυθεί ξανά, μέσα από το πλήθος, η αιτία που θα δημιουργήσει ξανά εκείνη την εκκλησία που θα αναπαύσει τους ανθρώπους που θα καταφύγουν σε αυτήν, και θα μας κάνει να αναφερόμαστε σε αυτήν την Αρχιτεκτονική, με ένα αίσθημα σεβασμού.

ΤΣΑΠΑΡΑΣ  ΣΤΕΛΙΟΣ


 

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital