ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

Το αιώνιο πρόβλημα της αυθαίρετης δόμησης

23 Απρίλιος, 2007

Το αιώνιο πρόβλημα της αυθαίρετης δόμησης

Παρά τις συνεχείς παραινέσεις και επισημάνσεις, ο αριθμός των παράνομων κατοικιών συνεχίζει να αυξάνεται στη χώρα μας. Ποιες είναι οι γενεσιουργές αιτίες. Πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί η υφισταμένη κατάσταση

H αυθαίρετη δόμηση, που, για πέντε και πλέον δεκαετίες, ταλανίζει τη χώρα μας, δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία, αλλά είναι το αποτέλεσμα, αρχικώς, κοινωνικών αναγκών που διαμορφώθηκαν ύστερα από βίαια ιστορικά γεγονότα (πολεμικές συρράξεις, πρόσφυγες), όπου το κράτος ήταν ανέτοιμο να ικανοποιήσει τις ανάγκες στέγασης μεγάλου αριθμού μετακινούμενων πολιτών και εν συνεχεία, της στρεβλής ανάπτυξης που ακολουθήθηκε και η οποία διαιώνισε (και εξακολουθεί να διαιωνίζει) το πρόβλημα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων γενεών αυθαιρέτων, τον ακριβή αριθμό των οποίων κανείς δεν γνωρίζει.

Φυσικά, όλοι καταδικάζουν το φαινόμενο. Επί της ουσίας, ωστόσο, η καταδίκη αυτή δεν είναι παρά ένα γενικό ευχολόγιο, αφού τίποτα δεν έγινε προς την κατεύθυνση της άρσης των γενεσιουργών αιτίων του.

 Οι εντάξεις περιοχών στα σχέδια πόλεως και οικισμών εξακολουθούν να προχωρούν με πολύ αργούς ρυθμούς. Παραμένουν μια χρονοβόρα διαδικασία, για την ολοκλήρωση της οποίας απαιτούνται περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια.
 Συνεχίζεται η καταστρατήγηση της νομοθεσίας και ιδιαιτέρως του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (ΓΟΚ), καίριες διατάξεις του οποίου, σύμφωνα με το ΤΕΕ, δεν εφαρμόζονται, ενώ τυγχάνουν γενικευμένης εφαρμογής οι διατάξεις που επιβάλλουν οι «νόμοι της αγοράς» εν είδει ενός παραοικοδομικού κανονισμού.
 Παραμένει το πολυδαίδαλο της νομοθεσίας, με τις αντικρουόμενες, σε κάποιες περιπτώσεις, διατάξεις.

Η πρώτη γενιά αυθαιρέτων, όπως προαναφέρθηκε, προέκυψε, κυρίως, από βίαια ιστορικά γεγονότα, με το κράτος ανέτοιμο να ικανοποιήσει τις ανάγκες στέγασης του μεγάλου αριθμού μετακινούμενων πολιτών. Για την ικανοποίηση αυτών των αναγκών, κατασκευάστηκαν για να στεγάσουν οικογένειες, μέσα κι έξω από τα όρια των αστικών κέντρων, σε χώρους χωρίς καμιά υποδομή (ηλεκτρισμό, ύδρευση, αποχέτευση, δίκτυα συγκοινωνίας, νοσοκομεία, σχολεία κ.λπ.,) πρόχειρα κτίσματα, που αποτέλεσαν τους πρώτους αυθαίρετους οικισμούς, στους οποίους προσετίθεντο νέα αυθαίρετα κτίσματα, άλλων χρήσεων.

Πολλές περιοχές ήταν προσαρμοσμένες σε μια, ήδη, διαμορφωμένη, αλλά και άκρως προβληματική πολεοδομικά, κατάσταση.

ΑΠΟ ΤΟ 1958

Το ΤΕΕ είχε επισημάνει το πρόβλημα της αυθαίρετης δόμησης από το 1958. Ετσι, το σχέδιο πόλεως που θεσμοθετήθηκε, στην εν λόγω Υπηρεσία Οικισμού, με τίτλο «Λειτουργία Πολεοδομικών Γραφείων - Αστυνομία Κατασκευών - Προώθηση της Τεχνικής και των Τεχνικών εις Επαρχίας» όπου, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι «συμφώνως προς τα επίσημα στοιχεία, ο αριθμός των αυθαιρέτως ανεγερθεισών ιδιωτικών οικοδομών, κατά το έτος 1957, ανήλθεν εις 15.558, επί συνόλου οικοδομών ανεγερθεισών παρ' ιδιωτών 42.735, ήτοι ανήλθεν εις 36,4%».

Δεκατρία, δηλαδή, χρόνια μετά τη λήξη της γερμανικής κατοχής και οκτώ χρόνια από την επίσημη λήξη του εμφυλίου πόλεμου, το Τεχνικό Επιμελητήριο επεσήμαινε το πρόβλημα των αυθαίρετων κατασκευών, ως πληγή για το περιβάλλον, την εθνική οικονομία και το κοινωνικό σύνολο. Και, μάλιστα, τότε (πενήντα χρόνια, πριν) εν αντιθέσει με το τι συμβαίνει σήμερα, γνώριζαν τον ακριβή αριθμό των υφισταμένων αυθαιρέτων κτισμάτων.

Οπως, μάλιστα, επεσήμανε ο πρόεδρος του ΤΕΕ, κ. Γιάννης Αλαβάνος, στο πρόσφατο διήμερο του Επιμελητηρίου, με θέμα «Αυθαίρετα και Εθνική Οικονομία. Η ανάγκη της αγοράς ακινήτων για σύγχρονο κτηματολόγιο και χωρικό σχεδιασμό» και με δεδομένη την βασική αρχή ότι η κατοικία είναι δικαίωμα των πολιτών και υποχρέωση της Πολιτείας είναι να εξασφαλίσει στους πολίτες κατάλληλες συνθήκες για την κατασκευή κατοικιών ή άλλων χρήσεων «και οι επόμενες γενιές αυθαιρέτων αντιμετωπίσθηκαν με την ίδια λογική, της πολεοδομικής τακτοποίησης χώρων. Η αυθαίρετη δόμηση αντικατέστησε με αρκετή «επιτυχία» την έλλειψη εθνικής στεγαστικής πολιτικής για φθηνή κατοικία, όπως και την έλλειψη διάθεσης σχετικών πόρων».

Τις τελευταίες δεκαετίες, συνέχισε ο πρόεδρος του ΤΕΕ, σημειώθηκαν κάποιες προσπάθειες προώθησης του πολεοδομικού σχεδιασμού και οργάνωσης των εκτός σχεδίου περιοχών με ειδικές ρυθμίσεις, αλλά τα αποτελέσματα εφαρμογής τους υπήρξαν ανεπαρκή.

Οι εντάξεις των περιοχών εξακολουθούν να καθυστερούν για δέκα και είκοσι χρόνια, γεγονός που οδηγεί όσους έχουν γη σε εκτός σχεδίου περιοχή και θέλουν να καλύψουν ανάγκες τους σε πρώτη ή δεύτερη (παραθεριστική) κατοικία, στην λύση της αυθαίρετης δόμησης.

Στο πλαίσιο αυτό, τα αυθαίρετα εξακολουθούν να πολλαπλασιάζονται και τα προβλεπόμενα από τον Ν. 3212/03 πρόστιμα δεν φαίνονται ικανά να τα σταματήσουν. Κι αυτό, γιατί τα περισσότερα πρόστιμα δεν βεβαιώθηκαν ποτέ στις αρμόδιες Οικονομικές Υπηρεσίες και, φυσικά, ουδέποτε εισπράχθηκαν, παρά το γεγονός ότι πολλές φορές (και πρόσφατα), σύμφωνα με τον κ. Γ. Αλαβάνο, το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, αντιμετώπισε τα αυθαίρετα μόνον ως πηγή άμεσων εσόδων.

Το μόνο που διαχρονικά επετεύχθη, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΕΕ, ήταν, οι πρώτες γενιές αυθαιρέτων και ειδικότερα ο τρόπος που αντιμετωπίστηκαν από τους αρμοδίους, να μας «κληροδοτήσουν» νομικά κενά, ατέρμονες διαδικασίες και γραφειοκρατία και, κυρίως, τη σιγουριά νομιμοποίησης της επόμενης γενιάς.

ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Αν ταξινομούσαμε σχηματικά τις αυθαίρετες κατασκευές θα μιλούσαμε για αυθαίρετα:

 Σε περιοχές που επιτρέπεται η δόμηση.
 Σε περιοχές που η δόμηση δεν είναι δυνατή.
 Σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές.
 Για «μικροαυθαιρεσίες», οι οποίες αφορούν κυρίως παραβάσεις του κτιριοδομικού κανονισμού ή μικροπροσθήκες σε νόμιμα υφιστάμενα κτίρια, μετατροπή των ημιυπαίθριων χώρων ή εξωστών σε χώρους κατοικίας κ.λπ.

Και η κατηγορία αυτή, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΕΕ, είναι και η πλέον επικίνδυνη, αφού «οδηγεί στην ιδεολογική κάλυψη όλων των υπολοίπων. Εθίζει μιαν ολόκληρη κοινωνία στην ανοχή των κάθε είδους και μεγέθους αυθαιρεσιών, στη λογική των μικρών και μεγάλων διαπλοκών. Οι αυθαιρετούντες μικροϊδιοκτήτες είναι οι ίδιοι όμηροι της -εκούσιας ή ακούσιας- αυθαιρεσίας τους, οι δε νόμιμοι ιδιοκτήτες είναι επίσης θύματα της αυθαιρεσίας γιατί χάνουν τον κοινωνικό τους πλούτο».
Η αυθαίρετη δόμηση, ωστόσο, δεν είναι μόνο ελληνικό ή βαλκανικό φαινόμενο.

Σύμφωνα με τον κ. Γ. Αλαβάνο, πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο, υπάρχει ωστόσο μια σημαντική διαφοροποίηση, από χώρα σε χώρα (στην Ε.Ε. το μεγαλύτερο πρόβλημα παρουσιάζεται στο Νότο δηλ. σε Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία), αφού τα φαινόμενα, η έκταση και το μέγεθος των προβλημάτων συνδέονται και με τον βαθμό ανάπτυξης κάθε χώρας, είναι ο δείκτης ανάπτυξής της.

Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, συνεχίζουμε, ακόμη και τώρα, να αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες της αποδόμησης που επέβαλε η δικτατορία του 1967, στο δομημένο (ή μη) περιβάλλον, ενίοτε και με ιδιαίτερη ένταση (σχετική είναι η συζήτηση για το άρθρο 24 του Συντάγματος). Γιατί τα αυθαίρετα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΕΕ, συνιστούσαν πάντα ένα ευαίσθητο πολιτικό πρόβλημα και τα κυκλώματα πίσω από αυτά δεν ήσαν αμέτοχα ισχυρών τοπικών ή υπερτοπικών πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Το Ελληνικό Σύνταγμα και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, περιλαμβάνουν δύο κρίσιμες έννοιες:

 Πρώτον, ότι ο χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός οφείλει να προκύπτει ως προϊόν μελέτης των ειδικών επιστημόνων.
 Δεύτερον, ότι ο κριτής των επιλογών που προκύπτουν από αυτές (τις μελέτες) είναι η κοινωνία, όχι διά των εκπροσώπων της, αλλά με τη συμμετοχή των πολιτών.

Ολα τα κράτη-μέλη έχουν διαδικασίες επιβολής μέτρων κατά της αυθαίρετης δόμησης ή αλλαγής χρήσεων γης, τις οποίες υπάγουν στην πολιτική τους, που αφορά στον σχεδιασμό του χώρου.

ΧΩΡΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

Ο χωρικός σχεδιασμός αναφέρεται στους κανόνες που θεσμοθετεί και στις μεθόδους που χρησιμοποιεί κυρίως ο δημόσιος τομέας, ώστε να επηρεάσει την μελλοντική κατανομή των δραστηριοτήτων στο χώρο και αποσκοπεί στην ορθολογική οργάνωση των χρήσεων γης και των διασυνδέσεων μεταξύ τους, στην εξισορρόπηση της απαίτησης για ανάπτυξη και της προστασίας του περιβάλλοντος και στην επίτευξη κοινωνικών και οικονομικών σκοπών.

Περιλαμβάνει μέτρα συντονισμού των χωρικών επιπτώσεων άλλων τομεακών πολιτικών, ώστε να υπάρξει ισόρροπη ανάπτυξη μεταξύ των περιφερειών και να ελεγχθεί η αλλαγή χρήσεων γης και ιδιοκτησιακού καθεστώτος.

Προσεγγίζοντας τα συστήματα χωρικού σχεδιασμού στην Ευρωπαϊκή Ενωση παρά την κοινή αναγνώριση της αναγκαιότητάς του, τα ειδικά πλαίσια και τις κατευθύνσεις οδηγιών προς τα κράτη-μέλη, υπάρχει μία πληθώρα διαφορετικών παραγόντων που καθορίζουν την έννοια του σχεδιασμού σε κάθε χώρα.

Τέτοιοι παράγοντες είναι οι ιστορικές και πολιτιστικές συνθήκες, οι γεωγραφικές ιδιομορφίες και μορφές χρήσεων γης, το συνταγματικό, διοικητικό και θεσμικό πλαίσιο, τα επίπεδα αστικής και οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και οι πολιτικές και ιδεολογικές προσδοκίες.

Στην Ελλάδα, από όποια σκοπιά και αν δει κανείς το θέμα, έχουμε ανάγκη σύγχρονου χωρικού σχεδιασμού, έχουμε ανάγκη, άμεσα, ύπαρξης κανόνων που να είναι εφαρμόσιμοι.

Στο πλαίσιο αυτό, το ΤΕΕ έχει διατυπώσει σειρά προτάσεων σε ό,τι αφορά τις αναγκαίες δράσεις, οι οποίες στηρίζονται σε κατευθύνσεις που για την πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών αποτελούν, υλοποιημένες ήδη σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, τάσεις.

Μεταξύ αυτών είναι:
 Ισόρροπη χωρική ανάπτυξη.
 Αστική ανανέωση υποβαθμισμένων αστικών περιοχών, συμπεριλαμβανομένων των κέντρων πόλης και των εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών ζωνών.
 Συνεργασία μεταξύ κεντρικών πόλεων και γύρω δήμων.
 Αντιμετώπιση των ελλείψεων στον στεγαστικό τομέα.
 Προώθηση διαχειριστικών μέτρων στον τομέα της υλοποίησης του χωρικού σχεδιασμού.

ΤΑ ΜΕΤΡΑ

Πέραν, όμως, του πολεοδομικού σχεδιασμού, της χωροθέτησης του εθνικού χωροταξικού σχεδίου, των ειδικών πλαισίων, των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων, μια σειρά μέτρων μπορούν να συμβάλουν στον περιορισμό της αυθαίρετης δόμησης. Και όσο πιο αποφασιστικά είναι τα μέτρα που θα ληφθούν, τόσο πιο νηφάλια και με ουσιαστική αποτίμηση του πλούτου που ενσωματώνουν, θα αντιμετωπισθεί το θέμα των, ήδη, υπαρχόντων αυθαιρέτων. Θα πρέπει, δηλαδή, πρώτα να πρέπει να αποκλεισθεί η περίπτωση της επόμενης γενεάς και μετά θα πρέπει να ληφθούν μέτρα που αφορούν τις υπάρχουσες γενεές αυθαιρέτων.

Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ολοκληρωθεί το Εθνικό Κτηματολόγιο, περιλαμβάνοντας όλες τις αναγκαίες πρόσθετες πληροφορίες για τα κτίσματα και τις χρήσεις γης. Γιατί το Κτηματολόγιο αποτελεί έναν ισχυρό εκσυγχρονιστικό θεσμό και όχι μία ακόμα εκσυγχρονισμένη γραφειοκρατία, αφού με τα οριστικά κτηματολογικά γραφεία μπορεί να αποτελέσει «one stop shop» για θέματα που σχετίζονται με την αγορά ακινήτων. Αποτελεί προϋπόθεση για σωστό σχεδιασμό και εργαλείο εξοικονόμησης πόρων σε μια πολιτική αντιμετώπισης της αυθαίρετης δόμησης.

Πρέπει, επίσης, να διενεργούνται αξιόπιστοι και συνεχείς έλεγχοι (με τη χρήση, μεταξύ άλλων, αυτοματοποιημένων φωτογραμμετρικών μεθόδων) καθώς και περιοδικοί έλεγχοι (σε επίπεδο νομαρχίας) από ανεξάρτητη αρχή, χωρίς άμεση επαφή του ελεγκτή με τον πολίτη και να ανιχνεύονται τα νέα κτίσματα και να γίνεται σύγκριση με τα πολεοδομικά σχέδια.

Πρέπει, επίσης, να αλλάξει ριζικά το καθεστώς λειτουργίας των Πολεοδομικών Γραφείων (κάτι που θα αναστρέψει την αρνητική εικόνα των πολιτών), καθώς και να απλουστευθεί και κωδικοποιηθεί η νομοθεσία.

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital