ΕΡΓΟ
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
15 Νοέμβριος, 2010
Αφιέρωμα στον David Adjaye
Στον αρχιτέκτονα που αναζητεί πυρετωδώς την κατάλληλη τονικότητα και υφή των υλικών. (& συνέντευξη).
Νέο!! Συνέντευξη του David Adjaye στο GRATV >>>
Με αφορμή τη διάλεξη του David Adjaye στο Μέγαρο Μουσικής, συζητήσαμε με τον κορυφαίο άγγλο αρχιτέκτονα.
Εισαγωγικό
Το γύρισμα -μια λήψη ελικοπτέρου που περιτριγυρίζει από ψηλά το κτίριο- τον δείχνει να στέκεται αποφασιστικά στην κορυφή ενός ουρανοξύστη στο Λονδίνο. Δίπλα στους άλλους δύο παρουσιαστές της τηλεοπτικής σειράς Dreamspaces του BBC (τη Justine Frischmann και τον Charlie Luxton), ο αρχιτέκτονας David Adjaye είχε την αυτοπεποίθηση ενός ανερχόμενου αστεριού. Τότε στα 37 του, στα πλαίσια της σειράς αυτής όπου παρουσιάζονταν έγκυρα οι πιο τελευταίες εξελίξεις στην αρχιτεκτονική, θα μιλούσε για τη Σεβίλλη με τα έργα του Καλατράβα, για τον σταθμό μετεπιβίβασης στη Γιοκοχάμα των FOA ή (συχνά) για τα κέντρα νυχτερινής διασκέδασης στο Λονδίνο. Από τότε ήταν εμφανές το επικοινωνιακό χάρισμα και η άνεση προφορικού λόγου (το είδα και στη αυτοπεποίθηση του στη συνέντευξη μας) για τον αρχιτέκτονα που γεννήθηκε το 1966 στο Dar es Salaam στη Τανζανία με πατέρα διπλωμάτη και βρέθηκε στο Λονδίνο από τα 9 του. Όπως και το ότι οι διαδρομές και οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις του Adjaye δεν θα ήσαν και πολύ διαφορετικές στην πραγματικότητα -με την έννοια ότι με έδρα το Λονδίνο είχε καταφέρει να βρεθεί στην κορυφή της αγγλικής αρχιτεκτονικής σκηνής, σχεδιάζοντας κατοικίες για επιτυχημένους εικαστικούς και προσωπικότητες των media όπως ο Chris Ofili, ο Tim Noble και η Sue Webster, o Juergen Teller, ο Ewan McGregor και ο Alexander McQueen. Οι καλλιτέχνες στα σπίτια αυτά του παραχώρησαν κάτι σπάνιο: το περιθώριο να χειριστεί με μια εικαστική αντίληψη υλικά και χώρους -ο Adjaye τους ανταπέδωσε με χώρους απλότητας αλλά και πλούτου από χρώματα και υφές. Οι πράγματι εντυπωσιακές στοίβες υλικών (δείγματα από ξύλα, χρώματα, αλουμίνια) στο γραφείο του προδίδουν τη ματιά ενός εικαστικού που ψάχνει πυρετωδώς από μια μεγάλη παλέτα την κατάλληλη τονικότητα και υφή. Ο Adjaye έχει πράγματι το ταλέντο να συνδυάζει χρώματα αριστοτεχνικά, δίνοντας μια πολύχρωμη μοντέρνα αρχιτεκτονική, συχνά μιας σκούρας, επίσημης ατμόσφαιρας, πέρα από τους αντισηπτικά λευκά χώρους ενός μινιμαλισμού που ούτως η άλλως γνωρίζαμε. Το Moscow School of Management για παράδειγμα έχει στις προσόψεις του κάτι από τους πίνακες του Paul Klee -γενικότερα στα έργα του, η όλη άνεση του στην πολυχρωμία μοιάζει να έχει καταβολές στον χρωματικό πλούτο της Αφρικής την οποία ούτως ή άλλως επισκέπτεται τακτικά ο Adjaye στα πλαίσια μιας πολυετούς του έρευνας ειδικά για την ήπειρο αυτήν.
Αυτές οι αναθέσεις του Adjaye από καλλιτέχνες δεν αποδίδονται μόνο στις γνωριμίες του με συμφοιτητές εικαστικούς κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Royal School of Art στο Λονδίνο. Είναι τμήμα ενός ευρύτερου διαλόγου του με την τέχνη, ένα γνώρισμά του που τον ξεχωρίζει σαφώς από άλλους αρχιτέκτονες της γενιάς του -κάτι που τον έκανε να σχεδιάζει ο ίδιος εγκαταστάσεις (ένα από τα τμήματα του site του φέρει τον τίτλο Exhibition Design και ένα άλλο τον τίτλο Temporary Structures), εκθεσιακούς χώρους για καλλιτέχνες αλλά και κτίρια τα οποία φιλοδοξούν να έχουν την αύρα μιας εικαστικής ιδέας, ειδικά ιδεών που χειρίζονται οι εικαστικοί σε installations. Ήταν λοιπόν χαρακτηριστική η συνεργασία του με έναν από τους πιο «αρχιτεκτονικούς» εικαστικούς, τον (σχεδόν συνομήλικο) Olafur Eliasson για το εντυπωσιακό περίπτερο Your Black Horizon για τη Biennale της Βενετίας το 2006. Μια συνεργασία που δεν καταλάβαινες πού ξεκινά ο ένας και πού σταματά ο άλλος -τέτοια ήταν η συγχώνευση των δύο δημιουργών. Ο Adjaye μπορεί να μίλησε στη συνέντευξη μας για καλλιτέχνες, αλλά πιστεύω ότι αλλού είχε διευκρινίσει καλύτερα το πώς συνεργάζεται μαζί τους: «Οι εικαστικοί μισούν να βρίσκονται περιορισμένοι μέσα σε ένα σύστημα που τους έχουν φτιάξει οι αρχιτέκτονες, το βλέπουν ως μια μορφή ελέγχου. Και είναι αλήθεια. Εμείς ελέγχουμε τον χώρο. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να προσφέρω την εμπειρία και τις γνώσεις μου για να βοηθήσω τους εικαστικούς να εργαστούν. Εκείνοι δεν βλέπουν μια διαφορά ανάμεσα στο κτιριακό κέλυφος και το εκθεσιακό περιεχόμενο του, θεωρούν ότι και τα δύο εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό. Για μένα η συνεργασία με έναν καλλιτέχνη είναι μια πράξη αυτοπεποίθησης. Είναι μια συμβουλευτική διαδικασία. Είμαι ευτυχής να μοιραστώ μαζί τους την συγγραφή, να είμαι ο συνδημιουργός, μου επιτρέπει να μετριάζω το εγώ μου.»
Βέβαια αυτή η αδυσώπητη έκθεση στα media δεν διέσωσε τον Adjaye και από τους κινδύνους της: σε μια ειρωνική στροφή της τύχης, βρέθηκε δημόσια κατηγορούμενος από μια πελάτισσα του που δεν ήταν άλλη από την ισχυρότατη δημοσιογράφο Janet Street-Porter. Τον κατηγόρησε ότι το σπίτι που της σχεδίασε έσταζε, ότι στην κουζίνα ντουλάπια άνοιγαν πάνω από νεροχύτες και ότι τζάμια της είχαν σπάσει. Η ίδια είχε αναρωτηθεί, σε μια δημόσια διαπόμπευση του (αρχικά αγαπημένου της) αρχιτέκτονα με στήλη της που δημοσίευσε στον Independent, πώς γίνεται να βρήκε έναν αρχιτέκτονα «με μεγαλύτερο εγώ από την ίδια». Το κείμενο της φανέρωνε μια από τις πιο «πολύκροτες» συγκρούσεις αρχιτέκτονα και πελάτη από την εποχή της διένεξης του Mies van der Rohe με την πελάτισσα του Edith Farnsworth. «Ονειρεύομαι συχνά ότι τελετουργικά τον ξεκοιλιάζω ή τον εξαναγκάζω σε ένα επαχθές βασανιστήριο πριν σφουγγαρίσει με τα μοδάτα πουλόβερ του το νερό μιας νεροποντής μέσα στο καθιστικό μου» έγραψε με μένος η Street-Porter. Εξίσου «διαφωτιστικοί» δεν παρέλειψαν να γίνουν οι δημοσιογράφοι στα πρόσφατα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε ο Adjaye με τα τρία γραφεία (σε Λονδίνο, Βερολίνο και Νέα Υόρκη) όταν βρέθηκε λόγω οικονομικής κρίσης με τέσσερα μεγάλα έργα του διεθνώς να έχουν ακυρωθεί, «αναδεικνύοντας» τον ως η πιο γνωστή περίπτωση χρεωμένου αρχιτέκτονα στην Αγγλία. Τα άρθρα τους -χωρίς να κρύβουν και κάποια ειρωνική διάθεση- περιέγραφαν αμείλικτα το πώς ο «σόουμαν» -όπως τον αποκαλούσαν- κατέληξε χρεωμένος.
Ήταν αναμενόμενο ότι ο βραβευμένος Adjaye θα αντιμετώπιζε αρκετή προκατάληψη, όντας ο πιο προβεβλημένος μαύρος αρχιτέκτονας διεθνώς, ο ταχύτατα ανερχόμενος νέος αρχιτέκτονας στην Αγγλία. Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι οι χειρότερες μέρες του έχουν περάσει και ότι με νέες αναθέσεις βρίσκεται σε ανάκαμψη. Πρόκειται για μεγάλης κλίμακας έργα που έχουν επιβεβαιώσει ότι Adjaye δεν ήταν τυχαίος: η πρόταση του για το Smithsonian's National Museum of African-American History and Culture στη Ουάσιγκτον (ένα μεγάλο σε έκταση μουσείο που θα ολοκληρωθεί το 2015, πρώτο βραβείο που κέρδισε ο Adjaye απέναντι σε «ηχηρά» ονόματα όπως ο Norman Foster, οι Diller Scofidio & Renfro και ο I. M. Pei) ή το Moscow School of Management (το Skolkovo, υπό ολοκλήρωση), πέτυχαν τη μετάβαση του σε κτίρια μεγάλης κλίμακας αλλά και σε αναθέσεις που τον ωθούν σε μακρινές περιοχές του πλανήτη. Όπως είχαν προδιαγράψει και οι εκπομπές του.
Πώς αποφασίσατε να γίνετε αρχιτέκτονας;
Νομίζω ότι αρχιτεκτονική άρχισε να μου κινεί το ενδιαφέρον αφού πήγα στο Royal College of Art (RCA) στο Λονδίνο και διαπίστωσα τον κοινωνικό ρόλο που έχει. Ασφαλώς είχε να κάνει και με την παιδική μου ηλικία και τα συχνά ταξίδια που κάναμε μιας και ο πατέρας μου ήταν Γκανέζος διπλωμάτης -τα ταξίδια αυτά σε πολλές περιοχές της ανατολικής και βόρειας Αφρικής με έφεραν σε επαφή με διαφορετικούς πολιτισμούς και αρχιτεκτονικές παραδόσεις. Έτσι στο πίσω μέρος του μυαλού μου συνέβαιναν όλα αυτά, χωρίς να ξέρω τι ακριβώς σημαίνουν -όταν βρέθηκα στο RCA συνειδητοποίησα ότι με ενδιέφερε να σχεδιάζω χώρους και έβρισκα γοητευτικές τις κοινωνικές προεκτάσεις που έχει η αρχιτεκτονική.
Αναφέρετε εδώ την επίδραση της αρχιτεκτονικής στην κοινωνία: πιστεύετε είναι κάτι τέτοιο εφικτό ή η επίδραση αυτή παρέμεινε μια ρητορική διακήρυξη των αρχιτεκτόνων που τελικά δεν έχει ποτέ αποδειχτεί;
Όχι δεν θεωρώ ότι αυτή η επίδραση μένει στα χαρτιά: Θεωρώ πως τα σπουδαία κτίρια της αρχιτεκτονικής συνεισφέρουν ουσιωδώς στο να δώσουν φυσική μορφή στα πιστεύω μιας κοινωνίας και είμαι της άποψης ότι η αρχιτεκτονική δημοσίων κτιρίων έχει αυτήν την ευθύνη. Πρόκειται για ένα μανιφέστο που απεικονίζει τη συμπεριφορά μας στο δημόσιο χώρο, τις σχέσεις μεταξύ μας και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το μέλλον μας. Αυτή είναι η δύναμη της αρχιτεκτονικής. Για μένα λοιπόν η αρχιτεκτονική των δημοσίων κτιρίων είναι εξαιρετικά σημαντική για τις σχέσεις στο δημόσιο χώρο και στην κοινωνία.
Επιτρέψτε μου να πάω από τα δημόσια κτίρια σας στο άλλο άκρο στο ιδιωτικό, να ρωτήσω για τα σπίτια σας: έχετε σχεδιάσει κατοικίες που δεν έχουν κανένα παράθυρο προς τον δρόμο -όπως η χαρακτηριστική κατοικία σας Elektra (2001) στο Λονδίνο. Πώς εξηγείται το ότι σχεδιάζετε κατοικίες ως «καταφύγια» απόλυτης ιδιωτικότητας και εσωστρέφειας;
Νομίζω προέρχεται από μια ανάγνωση που κάνω για τις εξελίξεις της πόλης μετά τις προκηρύξεις της Χάρτας των Αθηνών [σ.σ. η διακήρυξη για την πόλη από το Congres Internationaux d'Architecture Moderne του 1933]. Στη διάρκεια του 20ου αιώνα και ως τις αρχές του 21ου παρατηρείται μια δραστική εξέλιξη στην έννοια της πόλης όπως ξεκίνησε από τα φτωχόσπιτα της Βικτωριανής εποχής στον 19ο αιώνα στη μετεξέλιξη της μέσα από το μοντερνισμό και τις υποδομές που οδήγησαν στο σχεδιασμό μεγάλων πόλεων με βάση ένα κάναβο ο οποίος και αυτός είχε τα όρια του ως μοντέλο -δεν μπορείς να επεκτείνεσαι αέναα με αυτή τη δομή. Έτσι η ιδέα γύρω από την πόλη και την αλληλεπίδραση της με τους πολίτες έχει αλλάξει δραστικά, εντούτοις η αντίληψη της έννοιας του σπιτιού μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν έχει τεθεί υπό διερεύνηση. Κατά κάποιο τρόπο αντιλαμβανόμαστε ακόμα την κατοικία ως ένα τμήμα μιας καλοσχεδιασμένης πόλης... Η δική μου θέση είναι ότι αυτό που υπάρχει τώρα είναι μια πόλη που έχει κατακλεισθεί από αναρίθμητα, αχανή και χαοτικά έργα υποδομών και ότι η κατοικία δεν λειτουργεί πια μέσα σε ένα καλά οργανωμένο ή βουκολικό τοπίο αλλά αντιπαραβάλλεται με τις υποδομές και γίνεται αντιληπτή ως τμήμα τους, ως άλλο ένα δημόσιο κτίριο. Η κεντρική μου φιλοσοφία είναι ότι σε μια εποχή όπου οι εκτενέστατες υποδομές έχουν επιβάλει τα κτίρια να έχουν πορώδη, διαπερατά κελύφη στον δημόσιο χώρο, το σπίτι έχει την ανάγκη να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά ενός χώρου απομόνωσης και αυτό συγκροτεί και το ριζοσπαστικό του στοιχείο, το κατά πόσο δηλαδή θα είναι ικανό να απομονώνεται από την πόλη και όχι να γίνεται μέρος αυτής -μια ενσωμάτωση με το αστικό που όπως εξήγησα είναι και η «προδιαγεγραμμένη» πορεία της κατοικίας. Η έρευνα μου λοιπόν τα τελευταία 10 χρόνια αφορά τη διερεύνηση αυτής της έννοιας και το πώς αυτή λειτουργεί σε διάφορα αστικά περιβάλλοντα όπως στην Αμερική, στην Καραϊβική και στην Αφρική. Κοιτάζω λοιπόν τις διάφορες αστικές πραγματικότητες που ξεκινούν αισιόδοξα, ως ουτοπίες και καταλήγουν σε δυστοπίες και το πώς η κατοικία λειτουργεί μέσα σε αυτές.
Με βάση αυτά που λέτε, πόσο μακριά πιστεύετε ότι είμαστε από μια «διάφανη» κοινωνία στην οποία όλα, ακόμα και μέσα στις κατοικίες, παρακολουθούνται από ένα κεντρικό σύστημα ελέγχου της πόλης, από μια μελλοντική κατάσταση όπου το δημόσιο έχει πλήρως διεισδύσει στο ιδιωτικό όπως απεικόνιζε η ταινία Minority Report;
Πιστεύω πως αυτός ο απόλυτα δημόσιος κόσμος, όπου υπάρχει ελάχιστος χώρος για απομόνωση και ιδιωτικότητα, είναι ήδη πραγματικότητα. Είναι ένας δημόσιος χώρος όπου το εξωτερικό αντανακλάται στο εσωτερικό σε τέτοιο βαθμό που ακόμη και η αρχιτεκτονική κατοικιών κατά κάποιο τρόπο αντιγράφει αυτή τη διαπραγμάτευση με την έννοια της εξωτερίκευσης στο εσωτερικό των σαλονιών για παράδειγμα -πράγματα που έχουν να κάνουν με την εξωτερικότητα καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του οικιακού χώρου. Αυτό για μένα είναι μια πολύ μοντέρνα κατάσταση στην οποία όλοι βρισκόμαστε. Κατά συνέπεια θεωρώ πως ήδη βρισκόμαστε σε μια τέτοια εποχή, όπου συντελείται μια διαπραγμάτευση και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με το τι οι κατοικίες χρειάζονται στον αιώνα μας -κάτι που ήταν αξιόπιστο πριν από εκατό χρόνια δεν είναι ένα εξίσου κατάλληλο μοντέλο κατοικίας στις μέρες μας.
Αναφέρεστε στις πιο σύγχρονες τάσεις μέσα στις πόλεις και μία από αυτές είναι η εξάπλωση της άυλης επικοινωνίας, το ότι οι ανθρώπινες σχέσεις περνάνε ολοένα και πιο πολύ μέσα από κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebook όπου η ανθρώπινη επαφή είναι αποστασιοποιημένη. Το ότι στην αρχιτεκτονική σας απεναντίας υπάρχει μια έμφαση στην υλικότητα, στην εμπειρία των ίδιων των υλικών σε απλούς γεωμετρικά χώρους και όχι τόσο μια υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών σχεδιασμού που επιτρέπουν την υλοποίηση πολύπλοκων ή ρευστών χώρων, αποτελεί μια αντιπρόταση;
Η εμπειρία αποτελεί κεντρικό στοιχείο της δουλειάς μου, καθώς θεωρώ κεντρική την ιδέα ότι είμαστε ανθρώπινα όντα μέσα στο χώρο και πιστεύω πως υπάρχει μια βασική επικοινωνιακή σχέση ανάμεσά μας όχι υπό το πρίσμα της γλώσσας αλλά του σώματος μέσα στον χώρο και ότι αυτή η επικοινωνία είναι πρωταρχική στον τρόπο που σκεφτόμαστε και λειτουργούμε. Όντως, είναι υπαρκτές αυτές οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας που αναφέρατε, όμως το σώμα μας εξακολουθεί να βρίσκεται στον χώρο και δέχεται τη βαρύτητα και πέρα από αυτά ακόμα δρούμε και διαπραγματευόμαστε στο κόσμο με βάση τις αισθήσεις μας. Θα έλεγα μάλιστα ότι τώρα πια αυτό γίνεται ακόμα πιο κρίσιμο: Ότι δηλαδή όσο απονευρώνουμε τις αισθήσεις μας από τα φυσικά ένστικτα μας, είναι σημαντικό να γίνεται κάθε φορά η επαναφορά των αισθήσεων και αυτό προσπαθώ να κάνω κατά κάποιο τρόπο με την αρχιτεκτονική μου. Ο στόχος των έργων μου είναι να ξαναβάλω τις αισθήσεις να λειτουργούν μέσα στον χώρο ακόμη και αν γνωρίζω ότι μπορεί να αποτύχω -ξέρω ότι η αρχιτεκτονική μου θα έχει αποτύχει σε 100 χρόνια γιατί τότε θα είναι διαφορετικές οι ανάγκες της κοινωνίας.
Πιστεύετε ότι τα έργα σας είναι ένα είδος έρευνας;
Ναι, αλλά η έρευνα αυτή δεν έχει να κάνει τόσο με τη διερεύνηση πάνω στις τεχνικές όσο στο πεδίο των ιδεών. Για μένα οι ιδέες είναι τα αντικείμενα -εννοώ ότι δοκιμάζω διαφορετικά σενάρια. Έχω εργαστεί για τον γνωστό πορτογάλο αρχιτέκτονα Eduardo Soutο de Moura -ο Eduardo πάντα μιλά για την κατοικία ως το αιώνιο πρότυπο. Στη γιαπωνέζικη κουλτούρα η κατοικία είναι το αιώνιο πρότυπο που επαναλαμβάνεται διαρκώς και η πόλη γίνεται κατανοητή έχοντας κατανοήσει την κατοικία. Το ίδιο ισχύει και στην αφρικανική κουλτούρα: η κατοικία, ουσιαστικά η μονάδα διαβίωσης ενός ατόμου, γίνεται ένας χώρος στον οποίο δοκιμάζεις και ερευνάς διαφορετικές κινητικότητες, διαφορετικά σενάρια. Αναφέρομαι περισσότερο σε σενάρια διάρθρωσης χώρου και όχι τόσο σε συνδυασμούς υλικών -οι συνδυασμοί υλικών είναι κάτι για το οποίο είναι γνωστά κυρίως τα δημόσια μου κτίρια αλλά όταν περνάμε στις κατοικίες που σχεδιάζω τότε με ενδιαφέρουν περισσότερο τα σενάρια διαδοχής χώρων.
Είναι πράγματι σαφές το ενδιαφέρον σας για το πώς ο ένας χώρος διαδέχεται έναν άλλο και το πώς ένας χώρος προκαλεί ή και μπερδεύει τις αισθήσεις: Το βλέπει κανείς ειδικά στις εφήμερες κατασκευές σας, όπως το εκθεσιακό περίπτερο Your Black Horizon που σχεδιάσατε για τη Biennale Βενετίας το 2006 σε συνεργασία με τον δανό εικαστικό Olafur Eliasson. Αναρωτιέμαι αν αυτή η συγκεκριμένη άποψη σχεδιασμού του χώρου σχετίζεται με την εκτενή σας συνεργασία με εικαστικούς;
Ευτυχώς με αυτόν τον διάλογο με τους εικαστικούς γιατί έχει να κάνει περισσότερο με την κατανόηση της έννοιας του συγγραφέα, κάτι που οι καλλιτέχνες διαθέτουν, ενώ οι αρχιτέκτονες έχουν λησμονήσει. Πιστεύω ότι οι αρχιτέκτονες λειτουργούμε με έναν πιο μονοδιάστατο τρόπο και ενθουσιάζομαι με το πώς οι καλλιτέχνες αντιμετωπίζουν τη φύση του συγγραφέα/δημιουργού. Είτε την αρνιόνται και υιοθετούν πιο πλουραλιστικές θέσεις ή την χρησιμοποιούν για να προβάλουν πολύ καθαρές απόψεις. Πιστεύω πως η αρχιτεκτονική χρειάζεται να κάνει μια ανάπαυλα και να συλλογιστεί αυτές τις έννοιες σε συνεργασία με έναν εικαστικό. Η σύλληψη ενός έργου είναι το σημαντικότερο στάδιο για τη μετέπειτα ολοκλήρωσή του, καθώς η φύση του τελικού αντικειμένου αφορά στην πραγματικότητα την ολοκλήρωση μιας ιδέας και όχι της τεχνικής ή ενός συστήματος ή της πολιτικής ενός συστήματος. Το βρίσκω πολύ γοητευτικό με τους καλλιτέχνες το ότι κάτι για αυτούς δεν είναι πλήρες ή άξιο λόγου, αν η ιδέα δεν αποκτά σε απόλυτο βαθμό τη φυσική της διάσταση στον κόσμο ως γλυπτό ή εγκατάσταση ή υπαίθρια τέχνη ή σε οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να υπάρξει. Συνεπώς η πράξη είναι το ύψιστο παιχνίδι και η συνεργασία με καλούς εικαστικούς δε σε αφήνει ποτέ να ξεχνάς κάτι τέτοιο. Για μένα αυτό είναι ένα θαυμαστό γιατρικό που με στήριξε στην αρχή της καριέρας μου και με βοήθησε στον τρόπο που εστιάζω στην εξέλιξη των πραγμάτων. Αποτελεί πλέον τη στρατηγική του γραφείου μου που βοηθά απόλυτα στο να αντιμετωπίζουμε την ιδέα ως το ίδιο το αντικείμενο.
Έχετε επίσης δραστηριοποιηθεί στα τηλεοπτικά δρώμενα, οργανώνοντας την σειρά Dreamspaces το 2003 και 2004 στο BBC. Πώς αυτή η σειρά αντικατοπτρίζει τη στάση σας για την αρχιτεκτονική;
Υπήρξε μια περίοδος για μένα που είχα ένα ενδιαφέρον για διαφορετικά media και ειδικότερα στο να κατανοήσω τη σημασία της συμμετοχής στα δημόσια λαμβάνοντας υπόψη την ελληνορωμαϊκή ιδέα του ατόμου που ασχολείται με τα κοινά και την ευθύνη που έχει μέσα στην κοινωνία και ειδικότερα ως ένας επαγγελματίας που φτιάχνει πράγματα που αφορούν τον κόσμο. Έτσι, η τηλεόραση και οι εκπομπές γύρω από το design έγιναν το μέσο για να τεθεί η ιδέα ως θέμα συζήτησης αλλά και για να αποκτήσω εικόνα για διαφορετικές πλατφόρμες επικοινωνίας και το πώς απευθύνεσαι στον κόσμο σχετικά με τις ιδέες. Ήταν σημαντικό για μένα να δοκιμάσω διαφορετικές επικοινωνιακές πρακτικές και να διαπιστώσω πως εκείνες λειτουργούν στην κοινωνία. Τώρα πλέον έχω φύγει από αυτό όχι για κάποιο άλλο λόγο αλλά γιατί είναι εξαιρετικά δαπανηρό από την άποψη του χρόνου σαν μια πλήρη απασχόληση, ένα επάγγελμα που δεν είναι στην πραγματικότητα δικό μου. Δεν έχω κάνει άλλα προγράμματα από τότε, όμως ήταν μια περίοδος πολύ διδακτική, είχα την ευκαιρία να εξωτερικεύω τα ενδιαφέροντα και τις εμπειρίες μου με το κοινό, στιγμές που μοιραζόμουν ζωντανά με το κοινό και τους παραγωγούς την έρευνα που είχα κάνει. Ήταν ένα είδος διαλόγου με το κοινό και όλο αυτό που συνέβαινε ήταν πολύ ενδιαφέρον για μένα.
Σε ένα από αυτά τα επεισόδια μιας ραδιοφωνικής σειράς σας για το BBC για τα μεγαλύτερα ονόματα της αρχιτεκτονικής, πήγατε για συνέντευξη στον «ζωντανό θρύλο» της βραζιλιάνικης αρχιτεκτονικής, τον Oscar Niemeyer, έναν αρχιτέκτονα που και εδώ στην Ελλάδα εκτιμούμε πολύ...
Ο Niemeyer είναι ο μεγαλύτερος αρχιτέκτονας του 20ου αιώνα. Στον Niemeyer υπάρχει κατά βάθος μια απουσία φορμαλισμού, κάτι που είναι πολύ αναζωογονητικό -βρίσκω απίστευτη και την ικανότητά του να έχει σχηματίσει μια πλήρη αρχιτεκτονική γλώσσα στη διάρκεια της ζωής του. Έφτιαξε μια αρχιτεκτονική γλώσσα που μπορούσε να εφαρμοστεί σε διαφορετικά εδάφη και γεωλογικά δεδομένα, κάτι που είναι σημαντικό, ώστε να μπορείς να δουλεύεις και στο βορρά και στο νότο, κάτι που λίγοι από τους αποκαλούμενους μεγάλους αρχιτέκτονες είχουν κατορθώσει με επιτυχία. Και το ότι έχει μια φιλοσοφική στάση, το ότι είναι κομμουνιστής έως σήμερα -μοιάζει πρωτοφανής για μένα αυτή η ακλόνητη πίστη του σε αυτό το σύστημα όπως και η ικανότητά του να εφαρμόζει αυτές τις ιδέες στον τρόπο που κατανοεί τις ανάγκες της κοινωνίας και τη λειτουργία της αρχιτεκτονικής σε αυτό το πλαίσιο.
Έχετε αναφέρει ότι η αρχιτεκτονική σας δρα ως ένας «Ρομπέν των Δασών» όπου στα μεν σπίτια των ευπόρων προσδίδετε μια brutal, άγρια όψη με πιο αδρά ή ευτελή υλικά, ενώ επενδύετε εξωτερικά τις κατοικίες των ασθενέστερα οικονομικά στρωμάτων με φύλλα μπρούτζου και χαλκού, σε μια γενναιόδωρη χειρονομία «ανύψωσης» και αναβάθμισης τους...
Ναι, αυτή τη δήλωση την είχα κάνει στην αρχή της καριέρας μου και είχε περισσότερο στόχο την πρόκληση. Αυτό πάντως που εννοώ είναι ότι η επίδειξη του πλούτου δεν είναι σημαντική για εκείνους που έχουν πολλά χρήματα. Οι ίδιοι αναζητούν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Τι νόημα έχει η επίδειξη πλούτου όταν τα έχεις όλα; Οπότε δεν μπορώ να εργαστώ για πλούσιους προσπαθώντας να αναπαραστήσω αυτό που όλοι καταλαβαίνουν ως πλούτο. Με ενδιαφέρει με αυτούς τους πελάτες να διερευνώ άλλα ζητήματα -να φτάνω σε μια διαφορετική κατανόηση του κόσμου. Με πελάτες που δεν έχουν τίποτα, που η ζωή τους είναι εξαιρετικά φτωχή, υπάρχει ένα χρέος για μένα εξύψωσης, είναι ένα είδος πολιτικής άποψης την οποία όμως υλοποιώ με έναν αρχιτεκτονικό τρόπο και οι πελάτες μου το εκτιμούν ιδιαίτερα.
H φετινή έκθεση σας Urban Africa στο Design Museum του Λονδίνου είναι μια συλλογή από φωτογραφίες που έχετε βγάλει από όλες -και τις 53- πρωτεύουσες των χωρών της Αφρικής. Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει την παρόμοια, οκταετή προσωπική έρευνα του Rem Koolhaas -ενός άλλου αρχιτέκτονα που έχει ενασχοληθεί με τα media- με το Lagos. Αλλά γιατί εσείς βρήκατε χρήσιμη αυτήν την περιήγηση στην Αφρική, ποιο το κίνητρο σας;
Έχω αντιληφθεί ότι υπάρχει μια τρομερή έλλειψη πληροφόρησης για την αστική πραγματικότητα στην Αφρική. Το βρίσκω αυτό μια τρομερή έλλειψη -μπορεί να υπάρχουν εικόνες από 5-6 χώρες αλλά υπάρχουν 53 χώρες με διαφορετική ιστορική διαδρομή και αστικό πολιτισμό, όλες με βαθιές σχέσεις με την Ευρώπη, με την Ασία ή με τη Νότια Αμερική. Η μόνη συζήτηση που αφορά την αστική πραγματικότητα στην Αφρική γίνεται σε αναφορά με την ύφεση, τη βιαιότητα, τον φόβο. Αλλά μη ξεχνάμε ότι αυτή η ήπειρος έχει πληθυσμό δύο δισεκατομμυρίων, ότι έχει τον μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης πληθυσμού στον πλανήτη και ότι έχει έναν από τους ψηλότερους δείκτες κατασκευής νέων πόλεων. Μετά από 20 χρόνια, όταν η ανάπτυξη στην Κίνα θα έχει κάπως επιβραδυνθεί, η Αφρική θα είναι το μέρος με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη πόλεων και κανείς δεν μιλά για αυτό. Οι γονείς μου έχουν γεννηθεί στην Αφρική και συνέχεια επιστρέφω στην ήπειρο αυτή, τη βλέπω σαν τμήμα του κοσμοπολίτικου δικτύου μου. Οπότε αποφάσισα ότι ο τρόπος με τον οποίο ήθελα να ασχοληθώ με την Αφρική δεν ήταν μια επιστημονική, διδακτική ανάλυση ενός τόπου στον οποίο καταλήγει κανείς να τον χρησιμοποιεί ως αναπαράσταση ενός άλλου πράγματος αλλά απλά να μεγαλώσω το μέγεθος του αρχείου. Η δημιουργία του αρχείου τελικά ήταν για μένα το πρώτο κρίσιμο βήμα, να προκαλέσω έναν «κορεσμό» στον κόσμο από όσες περισσότερες εικόνες γινόταν από την Αφρική. Η έκθεση Urban Africa ήταν η πρώτη μου κίνηση και του χρόνου θα εκδοθεί ένα βιβλίο με τον εκδοτικό οίκο Thames & Hudson που θα αποκαλείται Αφρικάνικη Μητροπολιτική Αρχιτεκτονική το οποίο μιλά για την ήπειρο αυτή με όρους κτισμένης φόρμας, το τοπίο και την κουλτούρα. Έχω διακρίνει στο βιβλίο αυτό ξεχωριστές τυπολογίες: τις κατοικίες, τα δημόσια κτίρια, την εμπορική αρχιτεκτονική, επίσημες και ανεπίσημες οργανώσεις χώρων και τους «βουκολικούς» χώρους. Όλο αυτό δεν είναι άπλα θεωρία για χάρη της θεωρίας αλλά για να παρουσιάσουμε εικόνες που εντάσσονται στον προβληματισμό για την αστικότητα και τις πόλεις.
Η έρευνα σας αυτή για την Αφρική -με δεδομένη και την καταγωγή σας από την Τανζανία- μοιάζει ότι θα αναπτέρωνε την εδώ επιχειρηματολογία για μια «Ελληνικότητα» στην αρχιτεκτονική, απέναντι στην παγκοσμιοποίηση: ένα αίτημα που ακούγεται από αρκετούς εδώ που βλέπουν με καχυποψία τις πιο τελευταίες τάσεις και την όποια εγχώρια «μεταγραφή» τους...
Πιστεύω ότι δεν υπάρχει ένας σωστός και ένας λάθος τρόπος να χειρίζεσαι την ταυτότητα σου. Στο έργο μου με ενδιαφέρει μια εικαστική ματιά, μια αισθητική αντίληψη που πηγάζει από ένα συγκεκριμένο τόπο δίπλα στην τεχνολογική, επιστημονική ιδέα που υπάρχει στο έργο. Αυτό που εννοώ είναι το κάθε μου έργο παίζει σε δύο διαφορετικούς κόσμους: από τη μια μεριά ανήκει στο μοντέρνο αλλά και αναφέρεται στο τρόπο δημιουργίας του μοντέρνου μέσα από μια διανοητική αισθητική. Όταν αυτό το αποκαλείς ένα έθνος τότε προβληματίζομαι γιατί δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό -τα έθνη είναι πολιτικές ιδέες- αλλά αν αναφέρεσαι σε συγκεκριμένες αισθητικές παραδόσεις ενός τόπου τότε αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον και αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη εξέλιξη μιας αισθητικής το οποίο τελικά είναι και το ενδιαφέρον μου. Βρίσκω την όλη συζήτηση για την ελληνικότητα στην αρχιτεκτονική βαθιά προβληματική -γιατί οι βάσεις μιας τέτοιας συζήτησης είναι πολιτικές, ούτε καν εικαστικές. Το να λες ότι η αρχιτεκτονική σου «αναφέρεται στα βουνά του Αμαζονίου» για να αποδείξεις ότι έχεις μια σχέση με τον τόπο είναι γελοίο γιατί σε αποσπά από την κεντρική ιδέα, από το «ιερό δισκοπότηρο» του επαγγέλματος της αρχιτεκτονικής, που είναι ότι είναι μια εικαστική δημιουργία με μια αισθητική. Είναι λοιπόν κρίσιμο εδώ να αναρωτιέται κανείς τι είναι εκείνο που παρουσιάζεται, τι είδους βάση δεδομένων επικαλείσαι. Υπάρχουν δομές αισθητικής και μπορείς να εργαστείς μέσα σε αυτές τις δομές. Υπάρχει απλά μέσα στο επάγγελμα μια τεμπελιά -η οποία συνοψίζεται ως παγκοσμιοποίηση- να καταλάβουν ποια είναι αυτά τα θέματα και για αυτό υπάρχει μεν μεγάλη παραγωγή από κτίρια αλλά κανείς δεν κάθεται να σκεφτεί τι είναι αυτό που παράγεται. Μαζί με αυτήν την τεμπελιά που συνοψίζεται ως παγκοσμιοποίηση υπάρχει και ένα άδικος εναγκαλισμός για οτιδήποτε επιδεικνύει μια επιστημονική, διδακτική ανάλυση το οποίο μπορεί να έχει αναφορές σε κάτι άλλο -οποιαδήποτε αναφορά στην παράδοση εγκρίνεται ως «θεμιτή», μια απλοποίηση της αναφοράς την οποία βρίσκω βαθιά προβληματική. Το θέμα δεν είναι τόσο στο τέλος το πώς ένα κτίριο μοιάζει, είναι περισσότερο ο σκοπός. Υιοθετώ εδώ μια πιο εικαστική θέση ότι ο σκοπός του έργου είναι πολύ πιο ισχυρός από την τελική υλοποίηση και αυτό δημιουργεί τη δική του αισθητική. Η σκοπιμότητα -και το λέω εδώ κάπως προκλητικά- είναι εκείνο που οδηγεί το κάθε έργο, ο βαθμός συνάφειας που δημιουργεί με κάτι.
Ο David Adjaye θα δώσει διάλεξη στο Μέγαρο Μουσικής την Τρίτη 16 Νοεμβρίου στο πλαίσιο του Megaron Plus
Ακολουθεί φωτογραφικό υλικό από τα έργα του David Adjaye.
Chris Ofili (Venice Biennale-Brittish Pavilion-2003)
Kvadrat HQ & Showroom (London-2009)
Moscow School of Management-Skolkovo (Moscow 2010)
Museum of Contemporary Art (Denver USA-2008)
Rivington Place (London-2007)
Your Black Horizon (David Adjaye & Olafur Eliasson-Venice & Lopud-2005 & 2007)
Smithsonian National Museum of African American History and Culture
Elektra House (London-2000) Lost House (London-2004)
Τμήμα του κειμένου αυτού μπήκε στο περιοδικό Vima Deco
Σχετικές Δημοσιεύσεις:
- Διάλεξη του Βρετανού αρχιτέκτονα David Adjaye ( 05 Νοέμβριος, 2010 )
- Συνέντευξη του αρχιτέκτονα David Adjaye στο GRATV ( 08 Δεκέμβριος, 2010 )